Του Κώστα Γκιάστα
Φωτ. Κώστας Τσάντζος
«Φτου σου ρε... Πάλι ντόρτια»
Κάποιοι τα φυσάν. Άλλοι τα σταυρώνουν. Λίγοι τα ...μιλούν και οι μερακλήδες τα ...τσιμπούν! Μεγάλο πράγμα το ζάρι και αν δεν σε «πάει» μπορεί και να μην σταυρώσεις παρτίδα. Και όλο τσαντίζεσαι... Βασανιστικός κύκλος. Είναι τελικά θέμα τύχης;
Στα καφενεία ίσως να συμφωνούν μα υπάρχει μια γωνιά στη Λάρισα που διαφωνούν αιτιολογώντας το: «Όλοι έχουν τις ίδιες ζαριές. Τα ζάρια είναι τυχαία και σε κάθε μελέτη που έγινε μέχρι στιγμής έχει αποδειχθεί. Είναι η στατιστική που επιτρέπει μερικές φορές να έρχονται συνεχόμενες διπλές ή να μην μπορείς να μπεις ενώ ο αντίπαλος έχει μόνο δυο πόρτες. Έχουμε κουραστεί να το ακούμε αυτό».
Είναι τα μέλη του τμήματος Backgammon του Ομίλου Αγωνιστικού Μπριτζ Λάρισας που ξεκίνησαν μια προσπάθεια για τη διάδοση και καλλιέργεια του αθλήματος στην πόλη μας. Άθλημα είπαμε; «Μα βέβαια» μας λέει ο πρόεδρος του Ομίλου Ηλίας Καφφές καθώς μας καλεί για μια παρτίδα τραβώντας την καρέκλα. Δεχόμαστε και στα ενδιάμεσα του κάνουμε και τη συνέντευξη. «Το backgammon είναι το γνωστό ανά το πανελλήνιο παιχνίδι «πόρτες» στο τάβλι, με μια μικρή διαφοροποίηση σε σχέση με το παραδοσιακό παιχνίδι, που προκύπτει από τη χρήση του «βίδου», ενός τρίτου ζαριού που χρησιμοποιείται από τους παίκτες για να πολλαπλασιάσουν την αξία του εκάστοτε παιχνιδιού, εάν εκτιμούν ότι βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση έναντι του αντιπάλου τους».
Έχουμε πέντε λεπτά που ξεκινήσαμε και μας έχει «χτυπήσει» τρία πούλια. Δεν έχουμε το μυαλό μας στο παιχνίδι αλλά σε αυτά που μας λέει. «Αποτελεί τη μοναδική διεθνώς αναγνωρισμένη μορφή ταβλιού. Παρά τη μικρή αναγνωρισιμότητα του αθλήματος στη χώρα, οι ολοένα και πιο βελτιωμένοι Έλληνες παίκτες έχουν σημειώσει διεθνώς, πολυάριθμες επιτυχίες που μας κατατάσσουν επάξια στις κορυφαίες δυνάμεις του πλανήτη».
Αρχίζει να μαζεύει τα πούλια του ενώ ακόμα εμείς παλεύουμε για να τα βάλουμε μέσα. Δεν σταματάει όμως την περιγραφή: «Στην Ελλάδα το backgammon παιζόταν προ του 1940 και υπάρχουν για αυτό πολλές μαρτυρίες. Το γεγονός αποκτά μεγάλη σημασία, αν αναλογιστούμε ότι ο βίδος καθιερώθηκε στη Νέα Υόρκη μόλις τη δεκαετία του 1920».
Τέλος. Το χάσαμε διπλό καθώς δεν ξέρουμε ακόμα να χρησιμοποιήσουμε τον βίδο. Κερδίσαμε όμως σε γνώσεις.
Γύρω μας μια γεμάτη αίθουσα στον Μύλο. Ο Δήμος Λαρισαίων τους παραχωρεί την αίθουσα κάθε Πέμπτη εδώ και λίγο διάστημα και οι άνθρωποι του συλλόγου μόνο ευγνώμονες είναι γι αυτό. Μας πληροφορούν πως η συμμετοχή στους αγώνες είναι ανοιχτή και σε μη μέλη του σωματείου.
Κλείνουμε το τάβλι και σηκωνόμαστε. Πιάνουμε το smartphone για να «ψάξουμε» τα νέα της ομοσπονδίας και μαθαίνουμε πως στα 39 χρόνια ιστορίας του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος, η Ελλάδα είχε βρεθεί στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου μόλις μία φορά, το 2008, όταν οι Γρούτσος, Κλείτσας, Κολώνιας πρώτευσαν στο ομαδικό. Έπρεπε να φτάσουμε στην 40ή διοργάνωση του Παγκοσμίου, για να πανηγυρίσουμε ως Ελλάδα 3 πρωτιές, οι οποίες μας έφεραν στην πρώτη θέση των διακρίσεων.
Είναι η φυσική εξέλιξη του ταβλιού, μα σε μορφή αθλήματος πλέον όπως τονίζουν οι γύρω μας καθώς μαθαίνουν πως είμαστε εκεί για ρεπορτάζ. Και κανόνες έχει και fair play... Βέβαια. Θα πρέπει να είστε ευγενικοί και επιεικείς σύμφωνα με το καταστατικό. «Να προσέχετε τη φρασεολογία και την εν γένει συμπεριφορά σας κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεών μας. Απρεπείς συμπεριφορές δεν έχουν θέση σε αγωνιστικούς χώρους, επειδή ο αντίπαλος τυγχάνει να διανύει φεγγάρι σκανδαλώδους εύνοιας από το ζάρι» καταλήγουν.
Φεύγοντας μας έρχεται στο νου η μπάσα φωνή της Βίκυς Μοσχολιού από το τραμ το τελευταίο. Πώς το λέει;
“Εμείς με τραμ πηγαίνουμε και άλλοι με ταξάρες,
Για μας τα ντόρτια κι οι διπλές και γι’ άλλους οι εξάρες...”
Μπορείς να μην τσαντίζεσαι;