Σύμφωνα με το Αιγυπτιακό Υπουργείο Τουρισμού και Αρχαιοτήτων, οι τάφοι χρονολογούνται από την ύστερη ελληνική και ρωμαϊκή εποχή. Οι προκαταρκτικές μελέτες στις μούμιες που ανακαλύφθηκαν έδωσαν νέες πληροφορίες για ορισμένες ασθένειες που ήταν διαδεδομένες εκείνη την εποχή. Το νεκροταφείο χρησιμοποιήθηκε από τον έκτο αιώνα π.Χ. έως τον τρίτο αιώνα μ.Χ. Σχετικά με την αρχιτεκτονική διάταξη των τάφων που ανακαλύφθηκαν, οι αρχαιολόγοι αναφέρουν ότι ορισμένοι από αυτούς έχουν θολωτή είσοδο και προηγείται ανοιχτή αυλή που περιβάλλεται από πλινθόκτιστους τοίχους, ενώ άλλοι είναι λαξευμένοι απευθείας στον βράχο του βουνού. Ο Δρ. Abdel Moneim Saeed, Γενικός Επόπτης των Αρχαιοτήτων του Ασουάν και της Νουβίας και Διευθυντής της Αρχαιολογικής Αποστολής από την αιγυπτιακή πλευρά, δήλωσε ότι μεταξύ των όσων αποκαλύφθηκαν μέσα στους τάφους, ανήκε μια σειρά από μούμιες, συμπεριλαμβανομένης μίας γυναίκας και ενός παιδιού που μπορεί να πέθανε σε ηλικία ενός ή δύο ετών. Βρέθηκαν, επίσης, μερικά σχήματα από καμένο πηλό, πέτρες, ξύλινα φέρετρα και τραπέζια θυσιών. Επισήμανε ότι, μέσω αυτών των στοιχείων, εικάζεται πως η μεσαία τάξη των κατοίκων του Ασουάν θάφτηκε σε αυτό το μέρος του νεκροταφείου, ενώ το πάνω μέρος του διατέθηκε για την ταφή της ανώτερης τάξης.
Μελέτες και αναλύσεις ακτίνων Χ διεξήχθησαν χρησιμοποιώντας την πιο πρόσφατη τεχνολογία στις μούμιες που ανακαλύφθηκαν, για να καταλάβουν πώς ήταν αυτοί οι άνθρωποι όσον αφορά το σχήμα του προσώπου, το φύλο και την ηλικία κατά τον θάνατο και εάν ο θάνατος ήταν αποτέλεσμα ασθένειας ή όχι.