Συγκεκριμένα όπως αποκαλύπτει ο Guardian, ο πιο επικίνδυνος και με τα υψηλότερα επίπεδα ασφαλείας, πυρηνικός σταθμός του Ηνωμένου Βασιλείου, το Σέλαφελντ, έχει παραβιαστεί από ομάδες χάκερ που συνδέονται στενά με τη Ρωσία και την Κίνα.
Μάλιστα όπως σημειώνει το δημοσίευμα οι Αρχές δεν γνωρίζουν ακριβώς πότε παραβιάστηκαν για πρώτη φορά τα πληροφοριακά συστήματα, ωστόσο οι παραβιάσεις εντοπίστηκαν για πρώτη φορά ήδη από το 2015, όταν οι ειδικοί συνειδητοποίησαν ότι ένα κακόβουλο λογισμικό «sleeper», λογισμικό που μπορεί να παραμονεύει και να χρησιμοποιείται για να κατασκοπεύει ή να επιτίθεται σε συστήματων, είχε ενσωματωθεί στα δίκτυα υπολογιστών του Σέλαφεντ.
Δεν είναι ακόμη γνωστό αν το κακόβουλο λογισμικό έχει εξαλειφθεί, κάτι που σημαίνει ότι ορισμένες από τις πιο ευαίσθητες δραστηριότητες του Σέλαφελντ, όπως η μετακίνηση ραδιενεργών αποβλήτων, η παρακολούθηση για διαρροές επικίνδυνων υλικών και ο έλεγχος για πυρκαγιές, μπορεί να έχουν τεθεί σε κίνδυνο.
Μάλιστα πηγές που επικαλείται ο Guardian, αναφέρουν ότι είναι πιθανό οι ξένοι χάκερς να έχουν πρόσβαση στα υψηλότερα κλιμάκια εμπιστευτικού υλικού στην τοποθεσία, η οποία έχει έκταση έξι τετραγωνικών χιλιομέτρων στην ακτή της Καμβρίας και είναι μία από τις πιο επικίνδυνες στον κόσμο.
Ο χώρος διαθέτει τη μεγαλύτερη αποθήκη πλουτωνίου στον πλανήτη και είναι ένας εκτεταμένος σκουπιδότοπος για τα πυρηνικά απόβλητα από τα εξοπλιστικά προγράμματα και τις δεκαετίες παραγωγής ατομικής ενέργειας.
Όπως προκύπτει επίσης από την αποκάλυψη οι πιθανές επιπτώσεις της παραβίασης συγκαλύπτονταν συστηματικά από το ανώτερο προσωπικό της τεράστιας εγκατάστασης πυρηνικών αποβλήτων και παροπλισμού.
Η πλήρης έκταση οποιασδήποτε απώλειας δεδομένων και οι τυχόν κίνδυνοι που εξακολουθούν να υπάρχουν για τα συστήματα σύμφωνα με τις ίδιες πήγες είναι δύσκολο να εκτιμηθούν στην ακριβή τους έκταση λόγω της αποτυχίας των υπεύθυνων της εγκατάστασης να ειδοποιήσουν τις ρυθμιστικές Αρχές πυρηνικής ενέργειας για αρκετά χρόνια.