«Υπάρχει μία πανδημία που σκοτώνει τους φτωχούς μπροστά στα μάτια μας και γνωρίζουμε ακριβώς πώς να την σταματήσουμε, αλλά έχουμε ανάγκη από περισσότερη υποστήριξη και λιγότερη αδράνεια εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας, διότι, αν δεν ενεργήσουμε τώρα, η κατάσταση θα επιδεινωθεί», προειδοποιεί ο Ζερόμ Πφάφμαν Ζαμπρούνι, επικεφαλής της υπηρεσίας έκτακτων καταστάσεων της δημόσιας υγείας της UNICEF, κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου στην Γενεύη.
«Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε 43 χώρες είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο της χολέρας», δήλωσε ο συνάδελφός του Χένρι Γκρέι, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, υπεύθυνος για την καταπολέμηση της νόσου, που εξαπλώνεται όταν απουσιάζουν οι συνθήκες υγιεινής και το πόσιμο νερό.
Η χολέρα προκαλεί διάρροια και εμετούς και μπορεί να είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τα μικρά παιδιά.
Ο ΟΗΕ χρειάζεται 640 εκατομμύρια δολάρια για να αντιμετωπίσει αυτή τη λοιμώδη νόσο, αλλά έχει δηλώσει ότι όσο περιμένουμε για την αύξηση των μέσων αντιμετώπισης, τόσο επιδεινώνεται η κατάσταση.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι εκστρατείες εμβολιασμού συναντούν σοβαρά εμπόδια. Μέχρι σήμερα φέτος, 24 χώρες έχουν αναφέρει επιδημίες χολέρας, έναντι 15 στα μέσα του Μαΐου το 2022.
Χώρες οι οποίες συνήθως δεν πλήττονται από χολέρα είναι πλέον θύματα και το ποσοστό της θνητότητας ξεπερνά κατά πολύ το 1% που παρατηρείται συνήθως.
Ο Χένρι Γκρέι αποδίδει την αύξηση των κρουσμάτων στην φτώχεια, στην κλιματική αλλαγή και στις μετακινήσεις πληθυσμών που αυτές προκαλούν. «Με την αύξηση του αριθμού των χωρών που πλήττονται από την χολέρα, οι διαθέσιμοι πόροι για την πρόληψη και την φροντίδα διασκορπίζονται», λέει.
Το εμβόλιο αποτελεί ένα παράδειγμα: περισσότερες από 18 εκατομμύρια δόσεις ζητήθηκαν φέτος, αλλά μόνο 8 εκατομμύρια ήταν διαθέσιμες, αναγκάζοντας σε διακοπή τις εμβολιαστικές εκστρατείες.
Συνολικά, ο ΠΟΥ και η UNICEF, που έχουν στενή συνεργασία για την καταπολέμηση της χολέρας, έχουν ανάγκη από 160 και 480 εκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα για τους 12 προσεχείς μήνες για να δραστηριοποιηθούν σε περισσότερες από 40 χώρες.