Σύμφωνα με το σχέδιο των υπουργείων Οικονομίας και Κατασκευών και Οικοδομών, τα κτίρια που θα κατασκευαστούν από την 1η Ιανουαρίου 2024 θα πρέπει να θερμαίνονται με σύστημα που δεν χρησιμοποιεί πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, ενώ η πλήρης απαγόρευση της λειτουργίας τέτοιων συστημάτων θέρμανσης θα έχει ολοκληρωθεί έως το 2045. Στη θέση των καυστήρων θα πρέπει να εγκατασταθούν αντλίες θερμότητας, συστήματα γεωθερμίας ή καυστήρες βιομάζας.
Η κατανάλωση ενέργειας στη Γερμανία θα μειωθεί έτσι κατά 24% έως το 2030 και κατά 45% έως το 2045, δήλωσε ο κ. Χάμπεκ κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου και πρόσθεσε: «Το σχέδιο είναι φιλόδοξο, αλλά οι αριθμοί είναι εφικτοί».
Το σχέδιο της κυβέρνησης προκάλεσε δριμεία κριτική, ακόμη και στο εσωτερικό της κυβέρνησης, με τους Φιλελεύθερους (FDP) να επιδιώκουν ακόμη και την ακύρωσή του. Η κριτική αφορά κυρίως τη νέα επιβάρυνση που θα προκαλέσει για εκατομμύρια νοικοκυριά, τα οποία θα πρέπει να αντικαταστήσουν τα υπάρχοντα συστήματα θέρμανσης.
Απαντώντας, ο Χάμπεκ υποσχέθηκε ότι τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα θα στηριχτούν από προγράμματα χρηματοδότησης «ύψους εκατομμυρίων».
Οι λεπτομέρειες της χρηματοδότησης βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό επεξεργασία στο υπουργικό συμβούλιο, διευκρίνισε και επέκρινε τις προηγούμενες κυβερνήσεις, επισημαίνοντας ότι «οι δικές τους καθυστερήσεις προκαλούν τώρα πίεση χρόνου».
«Είναι πολιτικά απαράδεκτο να συνεχίσουμε όπως πριν. Εδώ και δέκα χρόνια δεν έχουμε προχωρήσει καθόλου στους κλιματικούς μας στόχους» δήλωσε ο υπουργός, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι «η Γερμανία χάνει την ανταγωνιστικότητά της και βρίσκεται αντιμέτωπη με το καθήκον να αναδιαρθρώσει πλήρως την ευημερία της και να αξιοποιήσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».