Η Ρωσία, η δεύτερη χώρα παγκοσμίως στις εξαγωγές πετρελαίου, δεν θα πουλήσει πετρέλαιο που υπόκειται σε ένα δυτικό πλαφόν τιμής ακόμη κι αν χρειαστεί να μειώσει την παραγωγή, δήλωσε χθες ο πιο στενός συνεργάτης του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν για την ενέργεια.
Η Ομάδα των Επτά (G7) και η Αυστραλία συμφώνησαν σε ένα ανώτατο όριο τιμής για το μεταφερόμενο διά θαλάσσης ρωσικό αργό στα 60 δολάρια το βαρέλι, αφού οι χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεπέρασαν την αντίσταση που προέβαλε η Πολωνία.
Η κίνηση της Δύσης είναι μια προσπάθεια να τιμωρήσει τον Πούτιν για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ δήλωσε χθες πως η κίνηση της Δύσης είναι μια κατάφωρη επέμβαση που αντιβαίνει στους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου και θα αποσταθεροποιήσει τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας προκαλώντας έλλειψη προσφοράς.
«Εργαζόμαστε για μηχανισμούς που θα απαγορεύουν τη χρήση του εργαλείου ενός πλαφόν τιμής, ανεξάρτητα από το σε ποιο επίπεδο τίθεται, επειδή αυτή η παρέμβαση θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την αγορά», είπε ο Νόβακ, που είναι ο αξιωματούχος της ρωσικής κυβέρνησης που είναι αρμόδιος για το πετρέλαιο, το αέριο, την ατομική ενέργεια και τον άνθρακα της χώρας.
«Θα πουλήσουμε πετρέλαιο και πετρελαϊκά προϊόντα μόνο σε εκείνες της χώρες που θα εργαστούν μαζί μας βάσει όρων αγοράς, ακόμη κι αν αναγκαστούμε να μειώσουμε λίγο την παραγωγή», πρόσθεσε.
Ο Νόβακ είπε πως το δυτικό πλαφόν θα μπορούσε να προκαλέσει αναταραχή τις αγορές προϊόντων και να επηρεάσει και άλλες χώρες εκτός από τη Ρωσία. Δεν είναι σαφές ποια θα είναι, αν υπάρξει, η άμεση επίπτωση του δυτικού πλαφόν στις ροές ρωσικού πετρελαίου επειδή η εκπτωτική τιμή του Μπρεντ για τα ρωσικά μείγματα έχει διευρυνθεί ιδιαίτερα.
Η πώληση πετρελαίου και αερίου στην Ευρώπη είναι μία από τις κύριες πηγές ξένου συναλλάγματος για τη Ρωσία αφότου Σοβιετικοί γεωλόγοι ανακάλυψαν πετρέλαιο και αέριο στους βάλτους της Σιβηρίας τις δεκαετίες που ακολούθησαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.