Το μικρό βασίλειο του Μπουτάν στις παρυφές των Ιμαλαϊων ανάμεσα στην Ινδία και το Θιβέτ έχει χαρακτηριστεί ως «η πιο ευτυχισμένη χώρα στον πλανήτη».
Ένα κράτος, που δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην ευτυχία των πολιτών του παρά στους δείκτες οικονομικής ευημερίας κι ίσως γι’ αυτό είναι ένα από τα φτωχότερα στον κόσμο. Όταν ξεκίνησε η πανδημία το Μπουτάν των 760.000 κατοίκων με τους μόλις 318 γιατρούς – εκ των οποίων μόνον ένας με εξειδίκευση για νοσηλεία ασθενών σε ΜΕΘ-, τους περίπου 3.000 νοσηλευτές και μόλις μία συσκευή για διενέργεια τεστ PCR, φάνταζε ανεπαρκώς προετοιμασμένο και λίαν ευάλωτο. Η χώρα έχει ανοικτά σύνορα με την Ινδία, όπου ο κορονοϊός έχει προκαλέσει τον θάνατο άνω των 130.000 ανθρώπων.
Πώς είναι δυνατόν λοιπόν, θα αναρωτιούνται πολλοί, το φτωχό Μπουτάν να έχει καταγράψει μόλις έναν θάνατο – ενός 34χρονου με υποκείμενα νοσήματα τον περασμένο Ιανουάριο- από την πανδημία του κορονοϊού που έχει σαρώσει την υφήλιο και να είναι από τα πιο επιτυχημένα κράτη στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης;
Χάρη στα έγκαιρα μέτρα που έλαβε η ηγεσία της χώρας και στην πειθαρχημένη αντίδραση του πληθυσμού στις οδηγίες των Αρχών, που έδωσε έμφαση στην ενότητα και τη σύμπνοια, εξηγεί το CNN, το Μπουτάν πέτυχε εκεί που άλλες πλούσιες χώρες της Δύσης απέτυχαν. Αν και ο τουρισμός αποφέρει σχεδόν 90 εκατ. δολάρια ετησίως στα κρατικά ταμεία κι είναι μια από τις σημαντικότερες βιομηχανίες της χώρας, που περιλαμβάνεται συχνά στους καλύτερους προορισμούς των ταξιδιωτικών οδηγών, το Μπουτάν αποφάσισε να κλείσει αμέσως τα σύνορά του.
Οι Αρχές προχώρησαν σε επιθετική διενέργεια τεστ κορονοϊού, ιχνηλάτηση επαφών και επέβαλαν την κοινωνική αποστασιοποίηση, μοίρασαν απολυμαντικά στον πληθυσμό, εκπαίδευσαν το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό στη χρήση των ειδικών στολών προστασίας και την αντιμετώπιση των αναπνευστικών νοσημάτων.