ΑΘΗΝΑ
Αναμφισβήτητα, είναι το πρόσωπο των ημερών. Με τις διακρίσεις να διαδέχονται η μία την άλλη, ο 36χρονος δημιουργός, του οποίου τη «μαεστρία» στην ταινία «Miss Violence» επαινούν τα διεθνή μέσα, δεν εφησυχάζει.
Ντυμένος στα μαύρα -όπως συνηθίζει στις δημόσιες εμφανίσεις του- και με τη σεμνότητα να τον χαρακτηρίζει, ο Αλέξανδρος Αβρανάς βρέθηκε στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, στο πλαίσιο του φετινού TEDxAthens και μίλησε για τους λόγους και τους προβληματισμούς που τον οδήγησαν να γυρίσει τη συγκεκριμένη ταινία η οποία σηκώνει το πέπλο μιας ενδοοικογενειακής τραγωδίας.
«...Νομίζω ότι η τέχνη πια έχει μόνο ένα νόημα, να μιλάει με ειλικρίνεια σε μια κοινωνία η οποία έχει γεμίσει από ψέματα και χρειάζεται να ανανεωθεί... Ο κινηματογράφος είναι μια καλή ευκαιρία να μιλήσουμε για πράγματα που μας απασχολούν, ν' ακούσουμε αλήθειες που τόσο καιρό μας έκρυβαν ή που τόσο καιρό εμείς οι ίδιοι δεν θέλαμε να δούμε..», είπε ο ίδιος.
Αυτό το διάστημα, ο 36χρονος δημιουργός γράφει μαζί με τον Κώστα Περούλη το σενάριο για μία πολιτική ταινία, ετοιμάζεται να σκηνοθετήσει μία ακόμα στην Αμερική, ενώ στα άμεσα σχέδιά του περιλαμβάνεται το θέατρο και το έργο του Σκωτσέζου δραματουργού Γκρέγκορι Μπερκ, «Gagarin Way». Μια απαισιόδοξη πολιτική κωμωδία, που παραστάθηκε για πρώτη φορά το 2001 στο Εδιμβούργο και η οποία προγραμματίζεται ν' ανέβει στο θέατρο Βασιλάκου από τα μέσα Ιανουαρίου. Για τους τέσσερις ανδρικούς ρόλους, ο σκηνοθέτης προτίθεται να αξιοποιήσει τους Μάνο Βακούση, Στέφανο Κοσμίδη, Κώστα Ανταλόπουλο και τον Μιχάλη Μουλακάκη.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε ο Αλέξανδρος Αβρανάς στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων μίλησε για την ταινία του, τη νέα του θεατρική δουλειά, την έλλειψη προσωπικής ευθύνης, τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και για το σινεμά, στις μέρες μας.
* Το «Miss Violence», βασίζεται σε μια σοκαριστική, αληθινή ιστορία στη Γερμανία. Τι σας έκανε να θέλετε να γυρίσετε μια ταινία γι' αυτή την ιστορία;
- Όταν άκουσα την πραγματική ιστορία, δεν μπορούσα να καταλάβω τι μπορεί να έχει δει ένα παιδί, για να αποφασίσει να αυτοκτονήσει σε τόσο μικρή ηλικία. Η οικογένεια είναι πάντα μια πολύ καλή αφορμή να μιλήσεις για μια κοινωνία και για την προσωπική ευθύνη του καθενός, να διερευνήσεις τη σχέση θύτη και θύματος, καθώς και το πότε το θύμα μπορεί επίσης να γίνει θύτης.
ΝΑ ΑΚΟΥΣΕΙ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΚΟΙΝΟ
* Υπάρχει η αντίληψη ότι, σε χρόνια κρίσης, το κοινό έχει ανάγκη περισσότερο πιο «εύπεπτα» θεάματα. Όπως έχετε δηλώσει ο ίδιος, «δεν πρόκειται για μία σκληρή ταινία. Δεν έχει ωμή βία, σκληρή είναι η αλήθεια της». Κατά τη γνώμη σας, το ελληνικό κοινό είναι έτοιμο να δεχτεί μία ταινία που κοιτάει ένα πρόβλημα -όπως αυτό της ενδοοικογενειακής βίας- κατάματα;
- Το ελληνικό κοινό δεν μπορούμε να το βάλουμε σε μια νόρμα, ολόκληρο. Πιστεύω ότι, σε εποχές κρίσης, το κοινό έχει την ανάγκη να ακούσει την αλήθεια περισσότερο από ποτέ, γιατί ουσιαστικά, τα ψέματα είναι που μας οδήγησαν σ' αυτήν την κατάσταση και αυτά είναι που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η κοινωνία μας έχει φτάσει σε τέλμα και μόνο αν τολμήσουμε να την αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια θα καταφέρουμε να την αλλάξουμε.
ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΣΤΟΚΧΟΛΜΗΣ
* Στη συνέντευξη Τύπου στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, έχετε πει ότι το «Miss Violence» θέτει ένα πολύ βασικό ερώτημα: «Γιατί οι πρωταγωνιστές που υποφέρουν, δεν ανοίγουν την πόρτα να φύγουν;». Το ίδιο όμως ερώτημα μπορεί να κάνει κανείς και για τους ανθρώπους στην κοινωνία που δεν αντιδρούν. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
- Προσωπικά, πιστεύω ότι μία «επανάσταση» συμβαίνει όταν κανείς αισθάνεται ότι δεν έχει τίποτα πια να χάσει. Δυστυχώς, η σημερινή κοινωνία καταφέρνει να δίνει την αίσθηση στο άτομο ότι έχει κάτι να χάσει και τον κρατάει δέσμιο με μικρά σημάδια ελπίδας όπως είναι μία οικονομική βοήθεια, λίγη αγάπη, ένα σπίτι, όπως συμβαίνει και στην ταινία. Κάπως έτσι λειτουργεί και το σύνδρομο της Στοκχόλμης. Νιώθω ότι η κοινωνία μας, πια, πάσχει σε μεγάλο βαθμό από το σύνδρομο της Στοκχόλμης, σαν αυτούσια λειτουργία. Το σύστημα είναι πολύ πιο έξυπνο από τους ανθρώπους και τους δίνει συνεχόμενα στοιχεία, που τους κάνουν να ελπίζουν ακόμη.
- Η πορεία της ταινίας προς την ολοκλήρωση δεν ήταν τόσο εύκολη. Μεσολάβησαν πέντε χρόνια απ' όταν το «Without», η πρώτη σας ταινία, ήταν ο μεγάλος θριαμβευτής των Κρατικών Βραβείων Κινηματογράφου του 2008. Για να μη βρει ποτέ το δρόμο του προς τις αίθουσες προβολής. Η αναμονή είχε να κάνει με την απογοήτευση που νιώσατε; Επηρέασε το πώς προσεγγίσατε τη νέα σας ταινία;
- Η διάθεση μου για το σινεμά δεν έφυγε ποτέ. Η ανάγκη μου να μιλήσω για πράγματα που με απασχολούν, με τροφοδοτεί αδιάκοπα. Η αναμονή έχει να κάνει με το ότι εγώ, ενδιάμεσα, έκανα μία θεατρική παράσταση πάνω σε ένα πολιτικό δοκίμιο του Στρίντμπεργκ -το «Μικρή κατήχηση για τις κατώτερες τάξεις» με την Ελένη Ρουσσινού-, ένα ντοκιμαντέρ για το μεταναστευτικό ζήτημα με τίτλο «HomeMade», μία έκθεση εικαστικών και έγραψα και δύο σενάρια, εκ των οποίων το ένα είναι το «Miss Violence». Αυτό που μ' ενδιέφερε στη συγκεκριμένη ταινία ήταν περισσότερο η επικοινωνία με το κοινό και όχι η άμεση κριτική της.
* Πήρατε ένα διεθνές περιστατικό και το θέσατε σε ελληνικό πλαίσιο. Ποιες παθογένειες της σημερινής ελληνικής κοινωνίας πιστεύετε πως αναδεικνύονται στη ταινία;
-Η έλλειψη παιδείας στην οικογένεια και η έλλειψη προσωπικής ευθύνης. Η ελληνική οικογένεια πάσχει από παιδεία. Η σφαιρική παιδεία που θα έπρεπε να έχει ένας γονιός για να είναι ικανός να μεγαλώσει ένα παιδί και να το ετοιμάσει για την κοινωνία, νομίζω ότι σε ένα μεγάλο βαθμό λείπει και ότι εντέλει όλα περιστρέφονται γύρω από ένα «εγώ». Ο Παζολίνι είχε πει κάποτε ότι η «μεγαλύτερη εγκληματική οργάνωση είναι η οικογένεια». Πιστεύω ότι η ελληνική οικογένεια, μέσα στον υπερπροστατευτισμό της, κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό από το να έδινε μεγαλύτερες ελευθερίες και να άφηνε τα άτομα να έρθουν αντιμέτωπα με την κοινωνία, πιο νωρίς.
* Επρόκειτο ν' ανεβάσετε το «Zoo story» του Έντουαρντ Άλμπι στο θέατρο Βασιλάκου. Τελικά, το σχέδιο δεν ευδοκίμησε και αντ' αυτού επιλέξατε ν' ανεβάσετε το «Gagarin Way» του Γκ. Μπερκ.
-Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον έργο και είναι η πρώτη φορά που θ' ανέβει στην Ελλάδα. Το έργο διαπραγματεύεται το θέμα της σημερινής «επανάστασης» που δεν έρχεται ποτέ. Είναι σαν να βλέπεις το «Reservoir Dogs», με χιούμορ Γούντι Αλεν. Μέσα από το χιούμορ, ο Μπερκ καταφέρνει ν' αγγίξει το κοινό και να το κάνει να είναι ανοιχτό απέναντι σε αυτό που βλέπει, ερχόμενος προς το τέλος να του θέσει πραγματικά βασικά ερωτήματα για το θέμα της επανάστασης και την έννοια της βίας. Σε ό,τι αφορά στην υπόθεση, το «Gagarin Way» παρουσιάζει δύο στενούς φίλους οι οποίοι αποφασίζουν να επαναστατήσουν κατά του συστήματος. Οργανώνουν λοιπόν ένα τρομοκρατικό χτύπημα, στη σημερινή εποχή, με την πεποίθηση ότι μέσα από τη βία θα καταφέρουν να κινήσουν κάποια γρανάζια για να «ξυπνήσει» ο κόσμος και το σύστημα να κάνει επανεκκίνηση. Όπως αποδεικνύεται όμως, ο ένας από τους ήρωες ενδιαφέρεται μόνο για ένα ξέσπασμα ωμής βίας, η επανάσταση δεν τον αφορά καθόλου και αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να πάει μετά από δυο ώρες να δουλέψει, καθαρίζοντας τα πτώματα για να μην τα βρει η αστυνομία.
* Τι σας έκανε να επιλέξετε το συγκεκριμένο έργο;
-Όπως και στην ταινία, με ενδιέφερε πάρα πολύ και εδώ το θέμα της προσωπικής ευθύνης του καθένα μας, απέναντι σε αυτό που βιώνουμε. Πιστεύω ότι ο κόσμος βρίσκεται σε ένα βαθύ λήθαργο και, εντέλει, το φινάλε του έργου αυτό αποδεικνύει, ότι οι άνθρωποι πια, είναι πολύ βολεμένοι. Ο ένας χαρακτήρας του έργου λατρεύει τη βία, επειδή τον κάνει να αισθάνεται ζωντανός, σε μια εποχή που αισθανόμαστε νεκρωμένοι. Στην παράσταση, με ενδιαφέρει να διερευνήσω τη χρήση ακραίων μέσων, όπως η τρομοκρατία και η βία και να τα επανεξετάσω στη σημερινή εποχή.
«ΣΕ ΑΝΟΔΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΙΝΕΜΑ»
* Το ελληνικό σινεμά διαγράφει μία σταθερά ανοδική πορεία σε διεθνές επίπεδο, με ελάχιστη ή και χωρίς καθόλου στήριξη από τους κρατικούς θεσμούς. Πόσο δύσκολο είναι να κάνεις μια ταινία στην Ελλάδα, σήμερα;
-Ταινίες στην Ελλάδα σήμερα κάνεις δύσκολα. Από την άλλη όμως, πιστεύω ότι λόγω έλλειψης πόρων, πιθανόν να έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο και να κάνουν ταινίες αυτοί που πραγματικά έχουν ανάγκη να κάνουν.
* Υπάρχουν σκηνοθέτες που νιώθετε ότι σας έχουν επηρεάσει ή που θαυμάζετε;
-Ο Παζολίνι είναι πολύ αγαπημένος, ο Χάνεκε, ο Ζάιντλ. Γενικότερα, όλοι σκηνοθέτες που έχουν μία πολιτική ή κοινωνική διάσταση στις ταινίες τους και που οι ταινίες τους μεταφέρουν ένα μήνυμα χωρίς να είναι διδακτικές. Δεν δίνουν απαντήσεις, από την άλλη θέτουν ερωτήματα και προβληματισμούς.