Ο κ. Μητσοτάκης, που νωρίτερα παραχώρησε συνέντευξη στο Bloomberg, αρχικά, χαρακτήρισε «πρωτοπόρο» τη χώρα μας στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, καθώς έχει μειώσει τις εκπομπές κατά 45% και τον λιγνίτη κατά 60%.
«Συναντιόμαστε και πάλι σε μια κρίσιμη στιγμή. Το κλίμα αλλάζει και αυτό μας το θυμίζει σχεδόν εβδομαδιαία μια ακόμη καταστροφή στον πλανήτη. Αυτό βεβαίως δίνει στις συζητήσεις μας το αίσθημα του επειγόντως. Η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος όσον αφορά την ενεργειακή μετάβαση. Οι εκπομπές μας έχουν μειωθεί κατά 45% σε σχέση με το 2005, ενώ ο λιγνίτης, που στο παρελθόν αποτελούσε την κύρια πηγή ενέργειάς μας, έχει μειωθεί τώρα κατά σχεδόν 60%. Η Ελλάδα πρέπει να εδραιώσει αυτή την τεχνολογία. Αυτή είναι η πρόκληση που βλέπω μπροστά μας», ανέφερε, αρχικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Η Ελλάδα ωστόσο, θα πρέπει να εδραιώσει αυτή την τεχνολογία. Αυτή είναι η πρόκληση που βλέπω μπροστά μας, πώς μπορούμε να παρέχουμε τεχνολογία και μέτρα που οι πολίτες αποδέχονται και οι βιομηχανίες μπορούν να πληρώσουν. Πώς μπορούμε να αποφύγουμε όλα αυτά να μην γυρίσουν μπούμερανγκ και αυτό νομίζω συμβαίνει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο», πρόσθεσε.
Ωστόσο, όπως είπε «για να προχωρήσουμε, πρέπει να θέσουμε αυτή τη μετάβαση σε πιο στέρεο έδαφος. Η πρόκληση που βλέπω είναι η εξής: πώς μπορούμε να πετύχουμε μια μετάβαση που οι πολίτες μας θα μπορούν να αποδεχθούν και οι επιχειρήσεις μας να αντέξουν οικονομικά; Πώς μπορούμε να αποφύγουμε αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο εναντίον αυτού του φιλόδοξου project;
Πρόκειται για πρόβλημα που έχουμε διαπιστώσει στην Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι πρωτοπόρος στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά εξακολουθούμε να έχουμε υψηλότερες τιμές ενέργειας σε σχέση με οποιονδήποτε άλλον. Είμαστε η μόνη περιοχή που επιβάλλει βαρύ φόρο στις εκπομπές ρύπων. Είμαστε σχεδόν μόνοι στην υπεράσπιση των κανόνων του ελεύθερου εμπορίου».
Στο σημείο αυτό υπογράμμισε ότι «το μερίδιο της Ευρώπης στις παγκόσμιες εκπομπές μειώνεται και το 2023 αναλογούσε μόλις στο 6%. Δεν μπορούμε να οδηγηθούμε σε εγκατάλειψη της βιομηχανίας. Το μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών πρέπει να αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης ευρωπαϊκής στρατηγικής κι όχι το αντίθετο».
Πρόσθεσε ότι είναι σαφές πως «χρειαζόμαστε μια έξυπνη πράσινη συμφωνία» και ανέφερε «τέσσερις επείγουσες αναπροσαρμογές για να φτάσουμε εκεί.
Πρώτον, η Ευρώπη και ο κόσμος πρέπει να είναι πιο ειλικρινείς όσον αφορά τα αντισταθμίσματα που συνεπάγεται η ενεργειακή μετάβαση. Ναι, η ενεργειακή μετάβαση θα μειώσει μακροπρόθεσμα το κόστος, αλλά αυτή η μετάβαση δεν θα είναι ανώδυνη.
Πρέπει να προβληματιστούμε σχετικά με μία πορεία που γίνεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς και οδηγεί σε μείωση της ανταγωνιστικότητάς μας και μια άλλη πορεία που εξελίσσεται μεν κάπως πιο αργά, επιτρέπει δε στη βιομηχανία να προσαρμοστεί και να ευημερεί. Είναι δική μας ευθύνη να αξιολογήσουμε προσεκτικά αυτά τα αντισταθμίσματα, και όχι να ελπίζουμε ότι θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας.
Δεύτερον, η Ευρώπη χρειάζεται επανεκκίνηση όσον αφορά στο ρυθμιστικό πλαίσιο. Ξοδεύουμε πάρα πολλά για την επίτευξη στόχων που, στην πραγματικότητα, υπόκεινται σε περιορισμένο έλεγχο και απολαμβάνουν περιορισμένης νομιμοποίησης. Το πήραμε το μάθημά μας όταν προσπαθήσαμε να φέρουμε τη μετάβαση στους αγρότες μας. Δεν μπορούμε να κάνουμε μικροδιαχείριση αυτής της μετάβασης.
Κάθε χώρα πρέπει να επιλέξει το δικό της φιλόδοξο δρόμο. Πρέπει να κινηθούμε δυναμικά για να αντιμετωπίσουμε πρώτα τις «ευκολότερες» εκπομπές ρύπων και να επιτρέψουμε στις νέες τεχνολογίες να ωριμάσουν. Πρέπει πάση θυσία να παραμείνουμε ουδέτεροι όσον αφορά στην εξέλιξη της τεχνολογίας και να αφήσουμε την καινοτομία να κάνει τη δουλειά της.
Τρίτον, η Ευρώπη πρέπει να αφοσιωθεί εκ νέου στην εσωτερική αγορά ενέργειας. Σε επίπεδο ρητορικής, όλοι υποστηρίζουν την εσωτερική αγορά, αλλά στην πράξη, η Ευρώπη συχνά αποτελεί τη συρραφή 27 διακριτών στρατηγικών.
Μερικές φορές έχουμε νοοτροπία μηδενικού αθροίσματος στην Ευρώπη, αντί να σκεφτόμαστε το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο συμφέρον σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Ο ευκολότερος τρόπος για να ενισχύσουμε την εσωτερική αγορά ενέργειας, να πετύχουμε την ενεργειακή μετάβαση και να μειώσουμε τις τιμές της ενέργειας, είναι να επενδύσουμε στα δίκτυά μας.
Η έκθεση Ντράγκι ήταν πολύ σαφής ως προς αυτό: τα δίκτυα αποτελούν ευρωπαϊκό δημόσιο αγαθό. Δεν υπάρχει εσωτερική αγορά χωρίς μαζική επέκταση της δυνατότητας μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.
Χρειαζόμαστε περισσότερους πόρους για να προετοιμαστούμε, για να ανταποκριθούμε εγκαίρως στο να διασώζουμε ζωές και περιουσίες και να βοηθούμε τους ανθρώπους και τις κοινότητες να οικοδομηθούν και πάλι μετά από μια καταστροφή. Δεν μπορούμε να επικεντρωθούμε τόσο πολύ στο 2050 και να ξεχάσουμε το 2024».
Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του στην Ολομέλεια της COP29 ο πρωθυπουργός τόνισε: «Είμαι προσηλωμένος περισσότερο από ποτέ στην Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ. Η Ευρώπη πρέπει και θα παραμείνει παγκόσμιος ηγέτης στη μετάβαση. Αλλά πρέπει να είμαστε έξυπνοι και πραγματιστές, να επικεντρωνόμαστε στα δεδομένα και στην επιστήμη, με αυξημένη ευελιξία και με μια ανανεωμένη αίσθηση των πραγμάτων που η Ευρώπη, ενωμένη, μπορεί να επιτύχει.
ΜΕ ΞΕΝΟΥΣ ΗΓΕΤΕΣ
Στο πλαίσιο της παρουσίας του πρωθυπουργού στο Μπακού για τη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα COP29, ο πρωθυπουργός μίλησε στην εκδήλωση υψηλού επιπέδου για την αποστολή έγκαιρων προειδοποιήσεων και την αντιμετώπιση των πολύ υψηλών θερμοκρασιών,παρουσία του Αντόνιο Γκουτέρες.
Νωρίτερα, ο πρωθυπουργός παρέστη στα εγκαίνια του ελληνικού περιπτέρου στην COP29, όπου τόνισε ότι η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στην ενεργειακή μετάβαση.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλαβε, επίσης, μέρος στην παράλληλη εκδήλωση με τίτλο «Vertical Corridor: Europe’s New Energy Lifeline», όπου ανέφερε ότι οι υποδομές για την υποδοχή υγροποιημένου φυσικού αερίου που διαθέτει η Ελλάδα και ο κάθετος διάδρομος συνέβαλαν στη θωράκιση του εφοδιασμού της ευρύτερης περιοχής όταν η Ρωσία περιόρισε δραστικά τις εξαγωγές προς την Ευρώπη, προσθέτοντας ότι μέσω αυτού του διαδρόμου μπορεί να εξυπηρετηθεί έως και η Ουκρανία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε τέλος στη βουλγαρική παράλληλη εκδήλωση «High-Level segment of the President’s Administration and the Ministry of Energy» και συναντήθηκε με ξένους ηγέτες, μεταξύ των οποίων του προέδρους του Αζερμπαιτζάν, του Ουζμπεκιστάν και άλλους.