Πιο αναλυτικά, το βρετανικό ίδρυμα δέχτηκε ερώτηση από τον ΣΚΑΪ να σχολίασε τις τουρκικές δηλώσεις που έγιναν στο πλαίσιο της UNESCO. Τότε, απάντησε τα εξής:
«Το Βρετανικό Μουσείο αναγνωρίζει την ισχυρή επιθυμία της Ελλάδας τα Γλυπτά του Παρθενώνα στο Λονδίνο να επιστραφούν στην Αθήνα. Πρόκειται για ζήτημα με πολύ μακριά ιστορία, και κατανοούμε και σεβόμαστε τα δυνατά συναισθήματα που επιτάσσει αυτή η συζήτηση.
Επιθυμούμε να αναπτύξουμε μία νέα σχέση με την Ελλάδα – μία “συνεργασία για τον Παρθενώνα” – και να εξερευνήσουμε την πιθανότητα καινοτόμων τρόπων συνεργασίας με τους Έλληνες φίλους μας, με την ελπίδα ότι η κατανόηση των Γλυπτών του Παρθενώνα θα βαθύνει και θα συνεχίσει να εμπνέει ανθρώπους ανά τον κόσμο.
Το Βρετανικό Μουσείο έχει φροντίσει τα γλυπτά του Παρθενώνα για πάνω από δύο αιώνες και η βαθιά επένδυση στα γλυπτά είναι κάτι που έχουμε κοινό με τους Έλληνες εταίρους μας. Ελπίζουμε ότι αυτό μπορεί να διαμορφώσει τη βάση για μία νέα σχέση και για τις ρεαλιστικές λύσεις στις οποίες προσβλέπουμε».
Το τουρκικό «άδειασμα»
Σημειώνεται, πως η εκπρόσωπος της Τουρκίας στην 24η Σύνοδο των Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης (ICPRCP) δήλωσε ότι «δεν είναι σε γνώση μας η ύπαρξη εγγράφου που να νομιμοποιεί την αγορά».
Η Ζεϊνέπ Μποζ, η οποία είναι επικεφαλής του τμήματος καταπολέμησης της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων της Τουρκίας, αναφερόταν στο οθωμανικό έγγραφο που επικαλείται η Βρετανία για την αγορά των Γλυπτών του Παρθενώνα το 1816 από τον λόρδο Έλγιν ως κομμάτι της ιστορίας της απομάκρυνσης των Γλυπτών.
«Δεν είναι σε γνώση μας η ύπαρξη εγγράφου που να νομιμοποιεί αυτή την αγορά, η οποία έγινε τότε από τους αποικιοκράτες του Ηνωμένου Βασιλείου, οπότε δεν νομίζω ότι υπάρχει περιθώριο να συζητήσουμε τη νομιμότητά της ακόμα και (…) σύμφωνα με τον νόμο της εποχής. Ανυπομονούμε ολόψυχα να γιορτάσουμε την επιστροφή των Γλυπτών, καθώς πιστεύουμε ότι θα σηματοδοτήσει μια αλλαγή συμπεριφοράς προς την κατεύθυνση της προστασίας των πολιτιστικών αγαθών και θα είναι το ισχυρότερο μήνυμα που θα δοθεί παγκοσμίως», είπε η εκπρόσωπος της Τουρκίας, σύμφωνα με την «Καθημερινή».
Μενδώνη: Δεν υπήρξε ποτέ φιρμάνι
Η εξέλιξη αυτή έφερε και το σχόλιο της υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη. «Την Παρασκευή το βράδυ ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της ειδικής διακυβερνητικής επιτροπής της UNESCO, που αφορά στη συζήτηση γύρω από την επιστροφή παρανόμως εξαχθέντων πολιτιστικών αγαθών στις χώρες προέλευσής τους. Όπως είναι γνωστό, τα τελευταία 40 χρόνια ένα από τα πάγια θέματα στην ημερήσια διάταξη αφορά στα Γλυπτά του Παρθενώνα. Αυτήν τη φορά η επιτροπή κατέληξε σε μία σύσταση, όπου καλεί τις δύο πλευρές, τη βρετανική και την ελληνική, να επιλύσουν το θέμα αυτό, το οποίο χρονίζει αρκετές δεκαετίες. Η Ελλάδα είναι, πάντα, ανοικτή στον διάλογο. Έχει προσπαθήσει και θα συνεχίζει να προσπαθεί, προκειμένου ο μεγάλος εθνικός στόχος, που είναι η ικανοποίηση του εθνικού αιτήματος της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα, στο Μουσείο της Ακρόπολης, να γίνει πραγματικότητα.
Ένα από τα ενδιαφέροντα σημεία της συνόδου ήταν η συζήτηση η οποία έγινε γύρω από το περίφημο -μέσα σε εισαγωγικά- ‘’φιρμάνι’’ του Έλγιν. Το τοποθετώ εντός εισαγωγικών γιατί αυτό είναι ένα επιχείρημα της βρετανικής πλευράς, το οποίο όμως έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι γνήσιο. Δεν υπήρξε ποτέ φιρμάνι οθωμανικό, το οποίο έδωσε στον Έλγιν τη δυνατότητα να φερθεί με τη βαρβαρότητα που φέρθηκε στα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Στη σύνοδο, η εκπρόσωπος της Τουρκίας επιβεβαίωσε αυτό το οποίο υποστηρίζει εδώ και χρόνια η ελληνική πλευρά. Ότι δεν υπήρχε φιρμάνι» ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού από τη Ρόδο.