Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης έκτακτης συνεδρίασής της, η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε μεταξύ άλλων ότι την προσεχή Κυριακή (4/2) θα διαβαστεί στους ναούς κείμενο που αποτυπώνει τις θέσεις της Εκκλησίας κατά του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών. Στο κείμενο η Εκκλησία κάνει λόγο για «ανατροπή του χριστιανικού γάμου και του θεσμού της πατροπαράδοτης ελληνικής οικογένειας, αλλάζοντας το πρότυπό της», ενώ αναφέρει ότι «η ομοφυλοφιλία έχει καταδικαστεί από τη σύνολη εκκλησιαστική παράδοση, αρχής γενομένης από τον Απόστολο Παύλο και αντιμετωπίζεται με τη μετάνοια, η οποία είναι αλλαγή τρόπου ζωής».
Η Εκκλησία «δεν μπορεί να αποδεχθεί κάθε άλλη μορφή γάμου, πολλώ δε μάλλον τον λεγόμενο “ομοφυλοφιλικό γάμο”», αναφέρει το εν λόγω κείμενο. Υπενθυμίζεται ότι η Ιερά Σύνοδος έχει ταχθεί ομόφωνα ενάντια στο νομοσχέδιο που αφορά στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Στο κείμενο σημειώνεται ότι η Πολιτεία έχει την αρμοδιότητα να ψηφίζει νόμους και πως η Εκκλησία «ούτε συμπολιτεύεται, ούτε αντιπολιτεύεται, αλλά πολιτεύεται κατά Θεόν και ποιμαίνει όλους. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερο λόγο που πρέπει να γίνεται σεβαστός». «Στο θέμα του λεγόμενου “πολιτικού γάμου των ομοφυλοφίλων”, η Ιερά Σύνοδος όχι μόνο δεν μπορεί να σιωπήσει, αλλά πρέπει να ομιλήσει», τονίζεται στο κείμενο και κάνει αναφορά στην πρόσφατη ομόφωνη απόφαση κατά του νομοσχεδίου.
Αυτή η απόφαση στηρίζεται στο ότι «οι εμπνευστές του νομοσχεδίου και οι συνευδοκούντες σε αυτό προωθούν την κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και τη μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεϊκότητα, την εξαφάνιση των ρόλων των δύο φύλων μέσα στην οικογένεια και θέτουν πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών τις σεξουαλικές επιλογές των ομοφυλοφίλων ενηλίκων», αναφέρει το κείμενο, επαναλαμβάνοντας τη θέση που διατυπώθηκε στην ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου. Για την τεκνοθεσία, επαναλαμβάνεται η άποψη ότι «καταδικάζει τα μελλοντικά παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς πατέρα ή μητέρα σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των γονεϊκών ρόλων» και συμπληρώνεται ότι μένει «ανοιχτό παράθυρο» για την παρένθετη κύηση, που «θα δώσει κίνητρα για την εκμετάλλευση ευάλωτων γυναικών και αλλοίωση του ιερού θεσμού της οικογένειας». Μάλιστα, στο κείμενο σημειώνεται πως η Εκκλησία «αποδέχεται βέβαια» τα δικαιώματα των ανθρώπων τα οποία «κινούνται σε επιτρεπτά όρια», σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους, αλλά η «νομιμοποίηση του απολύτου “δικαιωματισμού”, που είναι θεοποίηση των δικαιωμάτων, προκαλεί την ίδια την κοινωνία». Σε άλλο σημείο του κειμένου, η Εκκλησία προτρέπει την Πολιτεία να αντιμετωπίσει το δημογραφικό πρόβλημα «που εξελίσσεται σε βόμβα έτοιμη να εκραγεί» και είναι το «κατ’ εξοχήν εθνικό θέμα της εποχής μας», ενώ εκφράζει την άποψη ότι η επίλυση αυτού του ζητήματος «υπονομεύεται» από το προς ψήφιση νομοσχέδιο.