Με αφορμή τη δημοσιότητα που παίρνουν σε τηλεοπτικές εκπομπές διάφορες υποθέσεις, στις οποίες «καταγράφεται προσπάθεια δημιουργίας υπερβολικής δημοσιότητας», η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος αναφέρει πως παρατηρούνται «απαράδεκτες και καταχρηστικές συμπεριφορές, που στοχεύουν αποκλειστικά ή έχουν ως αποτέλεσμα τη ματαίωση του σκοπού της ποινικής δίκης».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος:
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται το φαινόμενο να έχει μεταβληθεί ριζικά το δικονομικό, αλλά και παραδοσιακό πρότυπο υπεράσπισης, σε πολλές ποινικές δίκες και να εφαρμόζεται μια συγκρουσιακή μέθοδος, εκτός των δικονομικών ορίων, όχι μόνο μεταξύ διαδίκων και υπερασπιστών τους, όπως ίσως θα ήταν το λογικά αναμενόμενο, αλλά και αυτών προς τα μέλη των συνθέσεων των ποινικών δικαστηρίων.
Η θεμιτή διατύπωση από το συνήγορο των θέσεων και ισχυρισμών του εντολέα του επί της κατηγορίας και η κριτική οριστικών ή παρεμπιπτουσών αποφάσεων, συνοδεύεται συχνά και από προσβλητικούς χαρακτηρισμούς σε βάρος των δικαστικών οργάνων, με απαράδεκτη και απαξιωτική συμπεριφορά, άμεσες ή έμμεσες απειλές και με την επί μακρόν παρέλκυση της διαδικασίας.
Η δικαιοκρατούμενη ποινική δίκη είναι συνυφασμένη με την παρουσία του συνηγόρου, ο οποίος, ως νομικός παραστάτης, οφείλει να ενασκεί για τον εντολέα του όλα τα αναγνωριζόμενα από το νόμο υπερασπιστικά του δικαιώματα και ταυτόχρονα να επιτηρεί την εφαρμογή των δικονομικών κανόνων, χωρίς όμως να τους παραβιάζει ο ίδιος.
Καταγράφεται επίσης συντονισμένη προσπάθεια δημιουργίας υπερβολικής δημοσιότητας και ευρύτερης κοινωνικής συμπαράταξης, υπέρ κάποιου διαδίκου, σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας, με τη χρησιμοποίηση και συνδρομή μέσων μαζικής επικοινωνίας και επιλεκτική παρουσίαση και αξιολόγηση των κατ’ ιδίαν αποδεικτικών μέσων, αναλυτική παράθεση στοιχείων με ειδικές αναφορές σ’ αυτά, έμμεση ή και άμεση αποκάλυψη των στοιχείων ταυτότητας θυμάτων, ακόμη και ανηλίκων, κρίσεις και επιχειρήματα, κατά παράβαση του τεκμηρίου αθωότητας και της μυστικότητας της διαδικασίας, στο πλαίσιο και υπό τη μορφή «τηλεοπτικής δίκης», υποκαθιστώντας την εκκρεμή ποινική διαδικασία.
Οι παραπάνω απαράδεκτες και καταχρηστικές συμπεριφορές, που στοχεύουν αποκλειστικά ή έχουν ως αποτέλεσμα τη ματαίωση του σκοπού της ποινικής δίκης, που δεν είναι άλλος από την έκδοση ορθών και δίκαιων αποφάσεων σε εύλογο χρονικό διάστημα , πρέπει να ανακοπούν και να αποκατασταθεί η ισορροπία και η ευταξία στο ευαίσθητο πεδίο της ποινικής δίκης, με τη συνδρομή όλων των αρμόδιων φορέων.
Ενόψει αυτών καλούμε:
Τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης να λάβει την αναγκαία νομοθετική πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση του φαινομένου της διατάραξης της ομαλής διεξαγωγής της δίκης, αφού αποδεικνύεται ότι δεν επαρκεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.
Τους δικηγόρους-συλλειτουργούς της δικαιοσύνης να πράττουν, στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, κάθε τι αναγκαίο για την προστασία των εντολέων τους, στο πλαίσιο των δικονομικών κανόνων, αλλά και του θεσμικού τους ρόλου.
Τα θεσμοθετημένα όργανα να εφαρμόζουν, προς τις ίδιες κατευθύνσεις τις σχετικές διατάξεις και να επιβάλουν τις προβλεπόμενες πειθαρχικές και διοικητικές κυρώσεις, όταν συντρέχουν οι νόμιμες προς τούτο προϋποθέσεις.