κοινωνικής απομόνωσης, αποτελούν οι διαταραχές της ακοής, οι οποίες, μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις συνιστούν και δείκτη εκδήλωσης άνοιας στην τρίτη ηλικία.
«Ψυχική Υγεία και Ακοή είναι στενά συνδεδεμένες και ο απώτερος στόχος της νέας εκστρατείας του ΠΟΥ είναι ο έλεγχος και η πρόληψη για την ακοή να γίνει προτεραιότητα στη δημόσια υγεία σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπάρχουν διάφορες μελέτες που δημοσιεύονται σε έγκριτα ιατρικά περιοδικά, όπως το Nature, που μας δείχνουν συσχέτιση μεταξύ προβλημάτων στην ακοή, σε διάφορες φάσεις της ζωής, με προβλήματα ως προς τις γνωστικές λειτουργίες αλλά και με προβλήματα που αφορούν στο κομμάτι της ψυχικής υγείας, δηλαδή με αυξημένες πιθανότητες να έχει κάποιος κατάθλιψη ή και κοινωνική απομόνωση», αναφέρει η καθηγήτρια Ψυχοακουστικής του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ Βασιλική Ηλιάδου, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με αφορμή διάλεξή της, με θέμα «Νεότερα δεδομένα από τον ΠΟΥ για τις επιπτώσεις των διαταραχών της ακοής στην ψυχική υγεία», στο πλαίσιο του συνεδρίου «Ημέρες Ψυχικής Υγείας 2021».
Η κ. Ηλιάδου σημειώνει ότι σε πρόσφατη έκθεσή του σε σχέση με την ακοή, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ξεκαθαρίζει σε ποιες περιπτώσεις εμφάνισης κάποιου προβλήματος ακοής, περίπου στη μέση ηλικία, φαίνεται να υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες εκδήλωσης άνοιας κατά την τρίτη ηλικία, τονίζοντας παράλληλα ότι η μη αντιμετωπίσιμη διαταραχή ως προς την ακοή είτε σε περιφερικό είτε σε κεντρικότερο επίπεδο αποτελεί έναν αρνητικό δείκτη. Αναφερόμενη στα προβλήματα της ακοής κατά την παιδική ηλικία επισημαίνει ότι υπάρχουν παιδιά που, ενώ έχουν φυσιολογικό ακουόγραμμα, δεν έχουν φυσιολογική λειτουργία ακοής, δηλαδή έχουν μια διαταραχή της ακουστικής επεξεργασίας, καθώς μπορούν μεν να ακούνε όταν υπάρχει ησυχία, αλλά δυσκολεύονται να ακούσουν όταν υπάρχει φασαρία.
«Αυτή η διαταραχή της ακουστικής επεξεργασίας συνδέεται πλέον ξεκάθαρα, σε αυτή την έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, με χαμηλή αυτοεκτίμηση στα παιδιά εφόσον δεν μπορεί να γίνει διάγνωση και άρα δεν αντιμετωπίζεται, αλλά και με μη δυνατότητα να κάνουν πολύ εύκολα φιλίες, ιδιαίτερα σε μεγάλες ομάδες. Αυτά τα παιδιά προτιμούν δηλαδή να παίζουν με ένα παιδάκι παρά να ανταποκριθούν στις ανάγκες μιας παρέας, όπου τα παιδιά μιλάνε ταυτόχρονα. Επομένως, παίζοντας με ένα παιδί, είναι πιο δύσκολο να τα κοροϊδέψουν, να τα περιθωριοποιήσουν. Και βέβαια επηρεάζει και το ακαδημαϊκό κομμάτι στο σχολείο και αργότερα, άρα και τη δυνατότητά τους, μελλοντικά, ως ενήλικες, να έχουν εργασία, να έχουν τη δυνατότητα να είναι και ψυχικά υγιείς και όχι μόνο σωματικά, και να μπορέσουν, το δυναμικό που έχουν να το χρησιμοποιήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο», εξηγεί η κ. Ηλιάδου.
Παράλληλα, σημειώνει ότι «ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας στοχεύει, μέσα από την έκθεσή του, σε μια προσπάθεια να αναδείξει αυτήν την «κρυμμένη αναπηρία» των διαταραχών της ακοής επισημαίνοντας ότι εκτός από το οικονομικό κομμάτι -δηλαδή πόσα χρήματα χάνει η κοινωνία, όταν δεν τα αντιμετωπίζει έγκαιρα αυτά τα προβλήματα- υπάρχουν και παράμετροι που δεν μπορούν να μετρηθούν με χρήμα, όπως είναι αυτές που σχετίζονται με τη δυνατότητα ενός ατόμου να είναι λειτουργικό σε επίπεδο κοινωνίας και να είναι κι ευχαριστημένο με τον εαυτό του.
Και στα δύο υπάρχει αλληλεπίδραση. Άρα, η προσπάθεια του Παγκόσμιου Οργανισμού είναι σιγά σιγά να γίνει αυτό κατανοητό, ώστε να γίνεται έγκαιρα η ανίχνευση, η διάγνωση και η αντιμετώπιση το συντομότερο δυνατόν, είτε πρόκειται για παιδί είτε πρόκειται για ενήλικα, για διαφορετικούς λόγους βέβαια».