Μάλιστα ο Νίκος Δένδιας όπως αποκαλύπτει σε συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο» η συμφωνία αυτή με τη Βρετανία αν και δεν θα είναι αμιγώς αμυντική όπως αυτές με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τα ΗΑΕ, εντούτοις θα περιλαμβάνει τους τομείς της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, θέτοντας τις βάσεις για την εμβάθυνση των ελληνοβρετανικών σχέσεων.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών στη συνέντευξή του «αύριο θα συναντηθώ στο Λονδίνο με τη Βρετανίδα ομόλογό μου και θα υπογράψουμε διμερή συμφωνία συνεργασίας η οποία καλύπτει ένα μεγάλο αριθμό τομέων συμπεριλαμβανομένων της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής».
Προσθέτει μάλιστα ότι «η συμφωνία αυτή δεν είναι αμιγώς αμυντική όπως οι συμφωνίες με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αποτελεί συμφωνία πλαίσιο η οποία θα επιτρέψει την εμβάθυνση των σχέσεών μας με μια χώρα με την οποία μας συνδέουν παραδοσιακοί δεσμοί φιλίας αιώνων. Μια χώρα η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ελληνική ανεξαρτησία. Μια χώρα με την οποία πολεμήσαμε στο ίδιο πλευρό σε δύο παγκόσμιους πολέμους».
Ειδικότερα δε ο κ. Δένδιας επισημαίνει το γεγονός ότι η Βρετανία είναι «μια πυρηνική δύναμη, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και εγγυήτρια δύναμη στην Κύπρο. Θέτουμε τις βάσεις για την εμβάθυνση της σχέσης αυτής σε ένα νέο πλαίσιο μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Εφόσον οι συγκυρίες το επιτρέψουν στο μέλλον θα συνάψουμε και άλλες συμφωνίες με βασικό γνώμονα την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, στο πλαίσιο της αλληλοκατανόησης και του αλληλοσεβασμού μεταξύ των κρατών, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας» καταλήγει ο κ. Δένδιας.
Σε ό,τι αφορά τις συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ ο κ. Δένδιας επαναλαμβάνει ότι θωρακίζουν περαιτέρω την Ελλάδα από εξωτερικές απειλές, επισημαίνει την «αδικαιολόγητη» και «απαράδεκτη» αντίδραση της Τουρκίας καθώς όπως τονίζει οι συμφωνίες είναι αμυντικές, ενώ σημειώνει ότι η αναβάθμιση της παρουσίας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, την ώρα που οι Αμερικανοί στρέφουν το ενδιαφέρον τους στον Ινδο-Ειρηνικό, υποδηλώνει τη στρατηγική σημασία που εξακολουθεί να αποδίδει η Ουάσινγκτον στην Αθήνα.