Αθήνα
Ιδιαίτερα σημαντικά και διαφωτιστικά για την τοπογραφία, την έκταση και τη χωροταξική οργάνωση του ιερού του Απόλλωνα στη θέση Μάντρα στο ακατοίκητο νησί Δεσποτικό, στα δυτικά της Αντιπάρου, ήταν τα αποτελέσματα της φετινής ανασκαφικής περιόδου που πραγματοποιήθηκε χάρη στις χορηγίες των Ιδρυμάτων Α&Π Κανελλοπούλου, Ι. Λάτση, Α.Γ.Λεβέντη, του Αθ. Μαρτίνου και του υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου.
Η συστηματική έρευνα των τελευταίων δεκαεπτά ετών από τον αρχαιολόγο Γ. Κουράγιο της ΚΑ΄ΕΠΚΑ έχει φέρει στο φως ένα εκτεταμένο και πλούσιο αρχαϊκό ιερό, πιθανότατα ιδρυμένο από τους Παρίους. Το κέντρο της λατρείας ήταν ένα προστατευμένο με περίβολο τέμενος, στο οποίο δέσποζε ο μαρμάρινος πρόστυλος ναός, με κιονοστοιχία 7 κιόνων ύψους περ. 7μ. και δίπλα σε αυτόν το τελετουργικό εστιατόριο και ο βωμός.
Οι φετινές έρευνες έφεραν στο φως, σε πολύ μικρή απόσταση την είσοδο του τεμένους, ένα νέο μεγάλο κτίριο, το οποίο προστίθεται στα άλλα 12 κτίρια που έχουν αποκαλυφθεί από τις παλαιότερες έρευνες και στα 5 που έχουν εντοπιστεί στο νησάκι Τσιμηντήρι, το οποίο κατά τη αρχαϊκή περίοδο ήταν ενωμένο με το Δεσποτικό.
Η ανασκαφή του κτιρίου δεν ολοκληρώθηκε, αλλά έγινε σαφής η πολύπλοκη κάτοψή του με τουλάχιστον πέντε δωμάτια. Με βάση τα ευρήματα χρονολογείται στην κλασική περίοδο. Ο εντοπισμός του κτιρίου, αφενός μαρτυρά τη συνεχή λειτουργία του ιερού και στους κλασικούς χρόνους και αφετέρου τη μεγάλη έκτασή του και τη πολύπλοκη χωροταξική οργάνωσή του, η οποία αντανακλά τη μεγάλης εμβέλειας φήμη του και την υψηλή επισκεψιμότητά του, τόσο στους αρχαϊκούς όσο και τους κλασικούς χρόνους.
Οι έρευνες στο αρχαϊκό κτίριο Δ, ένα από τα σημαντικότερα κτίρια του ιερού με λατρευτική χρήση κατασκευασμένο εξ’ ολοκλήρου από μάρμαρο, με μαρμάρινη κιονοστοιχία 4 κιόνων στην πρόσοψη, έφεραν στο φως κάτω από το κτίριο πρωιμότερο κτίσμα, αψιφωτής κάτοψης, καθώς και μεγάλη ποσότητα κεραμεικής γεωμετρικών χρόνων (9ος-8ος αι. π.Χ.) μαζί με μεγάλες ποσότητες καμένων και άκαυτων οστών ζώων, όπως αλόγων, χοίρων, αιγοπροβάτων και πουλερικών.
Τα ευρήματα είναι ιδιαίτερης σπουδαιότητας, γιατί αποτελούν πλέον με σιγουριά τις πρωιμότερες ενδείξεις λατρευτικών πρακτικών στο χώρο του ιερού του Απόλλωνα ήδη από τον 9ο αι. π.Χ., στον ίδιο χώρο όπου τον 6ο αι. π.Χ. κτίστηκε ο μνημειακού χαρακτήρα ναός. Δυτικά του κτιρίου Δ, συνεχίστηκε η ανασκαφή της εκτεταμένης απόθεσης αντικειμένων που είχε διερευνηθεί το 2013, η οποία δημιουργήθηκε μετά την ανακαίνιση του κτιρίου. Η φετινή ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως πληθώρα ευρημάτων, όπως αρχαϊκούς κεράμους οροφής, πήλινα ακροκέραμα από την οροφή του κτιρίου, ζωόμορφα ειδώλια, αγγεία σε σχήμα ταυροκεφαλής, λεοντοκεφαλής, σειρήνας, διακοσμημένα αγγεία παριανών εργαστηρίων, χάλκινα αντικείμενα και κοσμήματα, ενεπίγραφα αγγεία αφιερωμένα στον Απόλλωνα.
Στα πολυάριθμα ευρήματα της φετινής περιόδου συγκαταλέγονται και δυο τμήματα ποδιών με την πλίνθο αρχαϊκών κούρων που προστίθενται στα 65 τμήματα γλυπτών που έχουν βρεθεί έως τώρα, καθώς και δάκτυλο υπερφυσικού αγάλματος που πιθανότατα ανήκει στο λατρευτικό άγαλμα του ναού (480- 490 π.Χ.).