Ο κ. Λαράς ξεκίνησε να επισκέπτεται μέρη στα οποία φύονται οι κάκτοι, όπως το Μεξικό, καθώς όπως λέει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων «το να βλέπει κανείς τα φυτά στο φυσικό τους περιβάλλον είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, είναι κάτι συγκλονιστικό, αποκτά κανείς διαφορετική εικόνα».
Από το 2000 ο κ. Λαράς έχει επισκεφθεί το Μεξικό 14 φορές. Κάθε φορά είναι και μία νέα εμπειρία, καθώς εξερευνώντας την περιοχή έψαχνε για φυσικούς πληθυσμούς από αυτά τα φυτά, μαζεύοντας σπόρους, τους οποίους στη συνέχεια καλλιεργεί στο θερμοκήπιό του. Ταξιδεύοντας εκεί άρχισε να ανακαλύπτει καινούριους πληθυσμούς φυτών μιας συγκεκριμένης οικογένειας κάκτων, τους αριόκαρπους.
«Έχω επιλέξει μια ομάδα φυτών, κάκτων, τους αριόκαρπους που είναι ιδιαίτερα φυτά έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και λόγω της μορφολογίας τους γιατί είναι κρυπτικά είδη – έχει μόνο 9 είδη αυτό το γένος – που προστατεύονται από τους εχθρούς μιμούμενα το περιβάλλον τους και έτσι μοιάζουν περισσότερο με πέτρες ή βράχους παρά με ζωντανά φυτά. Το Μεξικό είναι μία τεράστια και πανέμορφη χώρα με φοβερή βιοποικιλότητα και γεωγραφία. Έχει 13 κλιματολογικές ζώνες, από ερήμους και ζούγκλες μέχρι αλπικά βουνά. Όλη αυτή η βιοποικιλότητα έχει σαν αποτέλεσμα οι μισοί περίπου κάκτοι, τα μισά περίπου είδη που φύονται στο Μεξικό, το 85% από αυτά να είναι ενδημικά, δηλαδή να υπάρχουν στο Μεξικό και πουθενά αλλού», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Λαράς.
Φτάνοντας κάθε φορά στο Μεξικό ο κ. Λαράς νοικιάζει ένα αυτοκίνητο και φεύγει όσο πιο γρήγορα μπορεί από τις πόλεις για να πάει στα βουνά και στις ερήμους, μιας και οι αριόκαρποι με τους οποίους ασχολείται, φύονται σε εξειδικευμένα περιβάλλοντα, πάνω σε βράχους, σε λασποπεδιάδες, περιοχές, οι οποίες, σύμφωνα με τον ίδιο, συμπίπτουν με τις πιο δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές στην Αμερική.
Για το ταξίδι του αυτό απαιτείται κάθε φορά να ξοδέψει αρκετό χρόνο καθώς χρειάζεται να μελετήσει χάρτες και δεδομένα, όπως σημειώνει, τρεις εβδομάδες εργασίας εκεί σημαίνει κάμποσους μήνες μελέτη. «Μετράω τους πληθυσμούς, καταγράφω πόσα φυτά υπάρχουν σε κάθε πληθυσμό, τα χαρακτηριστικά, τη μορφολογία τους, τη γεωλογία τους, αν κινδυνεύουν οι πληθυσμοί και σε τι κατάσταση είναι αναπαραγωγικά, είναι μια ολοκληρωμένη μελέτη του γένους τους πράγμα τα οποίο μόνο ερασιτέχνες μπορούν να κάνουν», αναφέρει.
Όσα μέρη επισκέπτεται είναι τόσο απομακρυσμένα που πολύ συχνά είναι ο μοναδικός και πρώτος ξένος που έχουν δει στη ζωή τους. «Τα περισσότερα από αυτά τα χωριά είναι ινδιάνικα», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Ο κ. Λαράς κάθε φορά μένει τουλάχιστον τρεις εβδομάδες για να μαζέψει σπόρους. «Καταφέρνω να μαζέψω μια ντουζίνα ή δύο, σπόρων, στη συνέχεια τους φέρνω στην Ελλάδα και από κει μεγαλώνω τα φυτά. Είναι μια διαδικασία που κρατάει και μια δεκαετία τουλάχιστον για το συγκεκριμένο είδος κάκτων. Η διαδικασία από το “μαζεύω το σποράκι, το φέρνω στην Ελλάδα και έχω ένα ενήλικο φυτό που θα ανθίσει και θα φτιάξει σπόρους” είναι ένα μίνιμουμ 10 χρόνια», εξηγεί.
Για τον κ. Λαρά η ενασχόλησή του αυτή είναι κάτι παραπάνω από ένα χόμπι καθώς από τη μία έχει μια επιστημονική προσέγγιση σε όλο αυτό λόγω επαγγέλματος, κατά κάποιον τρόπο κάνει ‘’ερασιτεχνική βοτανολογία’’, από την άλλη, όπως λέει , είναι ένας τρόπος, μια αφορμή να ξεφεύγει κανείς από την κανονική ροή της ζωής. «Το να αφήνεις όλο αυτό πίσω σου και να πηγαίνεις σε έναν πολύ απομακρυσμένο τόπο στο Μεξικό που υπάρχει μια φύση που δεν έχεις ξαναδεί ποτέ στη ζωή σου, είναι ένα πολύ έντονο συναίσθημα. Για παράδειγμα, μπορεί κάποια στιγμή να βρεθείς πάνω σε μία βουνοκορφή μετά από 3 ώρες περπάτημα και κοιτάζοντας γύρω σου να μην βλέπεις κανέναν άλλο και να νιώθεις πως είσαι το μοναδικό πλάσμα στον πλανήτη», τονίζει. Οι κάκτοι κεντρίζουν συνεχώς το ενδιαφέρον των ανθρώπων και αποκτούν όλο και περισσότερους «υποστηρικτές». «Αυτό που δεν καταλαβαίνει ο κόσμος είναι ότι οι κάκτοι μας αρέσουν γιατί είναι όμορφοι, είναι όμορφοι γιατί έχουν ξεχωριστή γεωμετρία και συμμετρία, αλλά αυτό που δεν ξέρουν είναι ότι αυτά τα χαρακτηριστικά δεν είναι τυχαία, είναι αποτέλεσμα μιας εξελικτικής προσαρμογής στο αφιλόξενο και στο ξερό περιβάλλον στο οποίο ζουν. Η ομορφιά του κάκτου έχει να κάνει καθαρά με την προσπάθειά του να επιβιώσει σε ένα πολύ αφιλόξενο περιβάλλον», σημειώνει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ