ΑΘΗΝΑ
«Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα πρέπει να διαλέξει: να δεχθεί την πρόταση των δανειστών, ή να χρεοκοπήσει. Τελεσίγραφο; Ασφαλώς. Δυσάρεστο; Πολύ. Σαφές όμως και απαλλαγμένο δημιουργικής ασάφειας», αναφέρει ο Στέφανος Μάνος σε «άρθρο» του στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook.
Όπως τονίζει ο κ. Μάνος, «σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο πρωθυπουργός πίστευε (ίσως πιστεύει ακόμη) ότι στο τέλος, στο πάρα πέντε, θα υποχωρούσαν οι θεσμοί. Σε τι όμως, μια και είχαν ήδη από ενωρίς παραδεχτεί μειωμένο πρωτογενές πλεόνασμα 1% για το 2015 και σταδιακή αύξηση στο 3,5%;
Με συμφωνία για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος το μόνο που απομένει είναι η κατάρτιση ΑΞΙΟΠΙΣΤΟΥ προγράμματος για την επίτευξη του.
Πλεόνασμα με φόρους, μείωση συντάξεων, μείωση δαπανών, με όποιο τρόπο επιλέξει η κυβέρνηση και με δική της ευθύνη.
Με συμφωνημένο το πρωτογενές πλεόνασμα το μόνο ζήτημα είναι αν θα επιτευχθεί αξιόπιστα ή όχι. Αν η αξιοπιστία είναι το διακύβευμα, λογικά αυτό που περιμένει ο κ. Τσίπρας είναι ότι οι Θεσμοί θα υποχωρήσουν και θα δεχτούν ως αξιόπιστες τις διάφορες μπουρδολογίες που τους σερβίρει η ελληνική πλευρά. Δεν είναι εύκολο διότι την έχουν πατήσει επανειλημμένως.
Ξαναλέω ότι, με συμφωνημένα τα μεγέθη των πρωτογενών πλεονασμάτων, το μόνο που μένει να γίνει είναι να εξηγήσει η ελληνική κυβέρνηση πως θα τα πραγματοποιήσει. Αξιόπιστα. Η καθυστέρηση της κυβέρνησης να αποφασίσει δεν οδηγεί σε καλύτερη συμφωνία, αλλά σε χειρότερη. Διότι η καθυστέρηση διογκώνει τα ελλείμματα που θα πρέπει να ξεπεραστούν. Καθυστέρηση σημαίνει πρόσθετα μέτρα.
Είχα ζητήσει, και το επαναλαμβάνω, να δηλώσουν οι φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις ότι δέχονται και στηρίζουν τα πρωτογενή πλεονάσματα 1%, 2%, 3%, 3,5% ως πρώτο και βασικό στοιχείο εθνικής συνεννόησης. Αντί της γενικής αόριστης φλυαρίας περί εθνικής συνεννόησης.
Με δεδομένα τα πρωτογενή πλεονάσματα, τα υπόλοιπα μπορούν να διευκρινιστούν μέχρι τη Δευτέρα.
Υπάρχουν πολλές δυνατότητες μείωσης δαπανών. Με τη στήριξη των φιλοευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων στο κρίσιμο θέμα των πλεονασμάτων η ευθύνη περνάει εξ ολοκλήρου στην κυβέρνηση».