Συγκεκριμένα, ζητά την προσωρινή αναστολή της από 31.7.2017 απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της κύριας αίτησης-προσφυγής που έχει καταθέσει, και στη συνέχεια την ακύρωσή της.
Η εν λόγω Ένωση υποστηρίζει, ότι η προβαλλόμενη υπουργική απόφαση που καθορίζει τον χρόνο της κυνηγητικής περιόδου και τα επιτρεπόμενα θηράματα ανά κυνηγό την ημέρα, είναι αντίθετη σε διεθνείς συμβάσεις, το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, όπως επίσης είναι αντίθετη στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΣτΕ.
Επίσης σημειώνει, ότι η επίμαχη υπουργική απόφαση «εξουδετερώνει» τις δεκάδες προηγούμενες αποφάσεις (νομολογία) του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, που καθόριζαν τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες μπορεί να επιτρέπεται το κυνήγι, ενώ σημειώνει ότι πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης, δεν ζητήθηκαν οι απόψεις των Κυνηγετικών Συλλόγων, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Δασοφυλάκων Δημοσίων Υπαλλήλων, της Πανελλήνιας Ένωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων, των Οικολογικών Οργανώσεων, κ.λπ., όπως απαιτεί η νομοθεσία.
Ακόμη αναφέρει, ότι δεν συντάχθηκε η απαιτούμενη επιστημονική μελέτη για κάθε ένα από τα θηρεύσιμα είδη, τον χρόνο της κυνηγητικής περιόδου (έναρξη και λήξη) προκειμένου να μην επηρεάζεται η αναπαραγωγή, τόσο των προστατευομένων όσο και των θηρευσίμων ειδών, κ.λπ. Σύμφωνα με την Ένωση, η υπουργική απόφαση επικαλείται μια επικαιροποιημένη παλαιά υπάρχουσα μελέτη, που φέρεται ότι συντάχθηκε από τους ίδιους επιστήμονες που συνέταξαν κατά το παρελθόν τις ανάλογες μελέτες οι οποίες έχουν κριθεί ακατάλληλες από το ΣτΕ.