ΒΕΡΟΛΙΝΟ
Μαραθώνιο ήταν το δείπνο που παρέθεσε η καγκελάριος στον πρωθυπουργό: άρχισε λίγο μετά τις 7 το απόγευμα της Δευτέρας και ολοκληρώθηκε περίπου στη 1 τα ξημερώματα της Τρίτης (ώρα Ελλάδος).
Σύμφωνα με πληροφορίες των «Νέων», συζητήθηκαν το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων, το σκάνδαλο της Siemens, ενώ έγινε προσπάθεια να γεφυρωθούν οι διαφορές σε σχέση με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να λυθεί το ζήτημα της χρηματοδότησης της χώρας.
Η ελληνική πλευρά έθεσε «κόκκινες γραμμές» σχετικά με μέτρα που δεν γίνονται αποδεκτά κάτι που -σύμφωνα με πληροφορίες της ίδιας εφημερίδας- έγινε αποδεκτό σε πολιτικό επίπεδο από την γερμανική πλευρά.
Σε κάθε περίπτωση συμφωνήθηκε ότι οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν σε επίπεδο Eurogroup.
Κυβερνητικές πηγές σημείωναν ότι δεν είμαστε στο σημείο όπου βρισκόμασταν πριν, καθώς η συνάντηση αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την αποσυμφόρηση της έντασης που είχε δημιουργηθεί στις ελληνογερμανικές σχέσεις.
Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ
Θετικά αποτιμά η κυβέρνηση τη συνάντηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με την καγκελάριο.
«Γυρνάμε ευχαριστημένοι από το Βερολίνο γιατί πρώτα από όλα ο κ. Τσίπρας έθεσε μια σειρά από ζητήματα στην κ. Μέρκελ και το γερμανικό κοινό» δήλωσε στο Mega ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης.
«Αυτά τα οποία έθεσε ο κ. Τσίπρας χθες απέδειξαν ότι πήγε στη Γερμανία για να θέσει τις θέσεις της κυβέρνησης» είπε και πρόσθεσε ότι ο πρωθυπουργός «μίλησε για την κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια, μίλησε στην ουσία για μια πολιτική η οποία δεν έχει βοηθήσει ούτε σε μακροοικονομικό επίπεδο ούτε σε κοινωνικό, μίλησε για προβλήματα που υπάρχουν στην Ελλάδα και δεν σχετίζονται με τα μνημόνια, μίλησε και για τα ζητήματα του κατοχικού δανείου και των γερμανικών επανορθώσεων και φυσικά για το ζήτημα της διαπλοκής και της Siemens».
Για τις συζητήσεις που είχαν οι δύο ηγέτες, διευκρίνισε ότι μίλησαν για το περίγραμμα των μεταρρυθμίσεων και όχι για την πλήρη λίστα. «Έγινε μια συζήτηση σε ένα επίπεδο όχι τόσο βαθύ και συγκεκριμένο γιατί δεν ήταν και αυτός ο σκοπός της συνάντησης. Δεν είναι αυτό το επίπεδο στο οποίο θα παρουσιαστούν οι μεταρρυθμίσεις» εξήγησε.
Ερωτηθείς αν το περίγραμμα αυτό κάλυψε την καγκελάριο, ο κ. Σακελλαρίδης απάντησε ότι «βρέθηκαν σημεία σύγκλισης» και ότι «έγινε μια εποικοδομητική συζήτηση γύρω από αυτά τα ζητήματα».
«Έχει αποκατασταθεί ένας δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της Γερμανίδας καγκελαρίου και του πρωθυπουργού» επισήμανε και συμπλήρωσε ότι «βρέθηκαν τα κοινά σημεία αναφοράς σε σχέση με το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας».
ΜΕ ΣΤΑΪΝΜΑΓΕΡ
Την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι «ο τόνος στις γερμανοελληνικές συνομιλίες τις τελευταίες ημέρες έχει αλλάξει σημαντικά, έχει βελτιωθεί σημαντικά», εξέφρασε ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ μετά τη συνάντηση που είχε με τον Αλέξη Τσίπρα.
«Γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά ότι αυτό δεν είναι ακόμη η λύση για τα προβλήματα οικονομικής πολιτικής τα οποία πρέπει να ξεπεραστούν. Αλλά είναι αναμφίβολα μια προϋπόθεση ώστε τις επόμενες ημέρες να μπούμε σε σοβαρές συζητήσεις μεταξύ μας», τόνισε και εξέφρασε την ελπίδα οι δύο επισκέψεις, του Έλληνα υπ. Εξωτερικών και του πρωθυπουργού, «να συνέβαλαν ώστε η παραφωνία που υπήρχε στις διμερείς γερμανοελληνικές σχέσεις να μην μεταφερθεί στο μέλλον».
«Προσπάθησα σήμερα και στη συζήτηση με τον υπουργό Εξωτερικών να κάνω σαφές ότι οι δυσκολίες οικονομικής πολιτικής της Ελλάδας πρέπει να ξεπεραστούν μέσω μιας συνομιλίας μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης και ότι δεν θα έπρεπε να δημιουργηθεί στην Ελλάδα η εντύπωση ότι όλα πρέπει να διευθετηθούν στις γερμανοελληνικές σχέσεις», συνέχισε, για να επισημάνει ότι δεν είναι έτσι.
«Θέλουμε, αντιθέτως, να φροντίσουμε ώστε οι γερμανοελληνικές σχέσεις να μην ζημιωθούν λόγω των προβλημάτων που πρέπει να επιλυθούν. Για αυτό συμφώνησα -και σήμερα εδώ το επανέλαβα- ότι θέλουμε μαζί με την Ελλάδα να συστήσουμε μια Ομάδα Εργασίας στην οποία θέλουμε να συμφωνήσουμε για την κατάσταση των σχέσεων και να ερευνήσουμε πού θα μπορούσαμε αυτές τις σχέσεις να τις εμβαθύνουμε περαιτέρω», κατέληξε.
* Σε συνάντηση που είχε ο κ. Τσίπρας με τον επικεφαλής της ΚΟ της γερμανικής Αριστεράς (Die Linke), ο Γκρέγκορ Γκίζι ζήτησε αλλαγή πολιτικής στην Ευρώπη και τόνισε ότι υπάρχει αμοιβαίο συμφέρον από τη σωτηρία της Ελλάδας, καθώς, όπως είπε, αν η Ελλάδα δεν έχει την ευκαιρία να ορθοποδήσει, η Γερμανία θα έχει μεγάλες οικονομικές απώλειες.
ΜΕ Ζ. ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ
Για εξομάλυνση των ελληνογερμανικών σχέσεων έκανε λόγο ο Γερμανός αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, μετά τη συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τόνισε ότι η Ελλάδα δεν διαπραγματεύεται με την Γερμανία, αλλά με το Eurogroup.
Επεσήμανε δε ότι η Ευρωζώνη θέλει να βοηθήσει την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι και η Αθήνα τηρεί τις δεσμεύσεις της.
«Αυτό που βιώνουμε είναι, δόξα τω Θεώ, μια εξομάλυνση των σχέσεων Γερμανίας - Ελλάδας. Δεν μιλάμε για γερμανοελληνική διαφορά, αλλά για το πώς μπορούμε στην Ευρωζώνη και στην Ευρώπη να προχωρήσουμε μπροστά. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε αυτό να θεωρείται γερμανοελληνική διαφορά. Στην πραγματικότητα πρόκειται για την σταθερότητα της Ελλάδας και του συνόλου της Ευρωζώνης», δήλωσε ο κ. Γκάμπριελ και ανέφερε ότι με τον κ. Τσίπρα συζήτησε σχετικά με τα μέτρα που «είναι απαραίτητα ώστε η Ελλάδα να μπει πάλι σε φάση ανάπτυξης».
Είναι σε όλους ξεκάθαρο ότι «η Γερμανία κι η υπόλοιπη Ευρωζώνη θέλουμε να βοηθήσουμε, αλλά αυτό προϋποθέτει η ίδια η ελληνική κυβέρνηση να τηρήσει τους συμφωνηθέντες στόχους και τα προγράμματα», επεσήμανε και διευκρίνισε ότι η συζήτηση δεν αφορούσε την λίστα μεταρρυθμίσεων που θα υποβάλει η ελληνική κυβέρνηση.
«Αυτό συζητείται ακόμη στην ελληνική κυβέρνηση. Πιστεύω ότι πρέπει προπάντων να συζητηθεί στην Ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Δεν είμαστε εταίροι στις διαπραγματεύσεις, αλλά μέλη του Eurogroup. Οι συζητήσεις πρέπει να γίνουν με το Eurogroup. Δεν πρόκειται για γερμανοελληνικές διαπραγματεύσεις», υπογράμμισε.
* Ακολούθως ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε το Μνημείο του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος και αργότερα συναντήθηκε με την ηγεσία των Πρασίνων.
Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ
Συμφιλιωτικοί τόνοι και μία αναγκαία επίσκεψη που είχε αργήσει από καιρό -αλλά χωρίς ιδιαίτερη πρόοδο, όπως ήταν αναμενόμενο, και με σαφή λόγια από την Άνγκελα Μέρκελ: Κάπως έτσι συνοψίζεται η ανάγνωση του γερμανικού Τύπου της πρώτης επίσκεψης του Αλέξη Τσίπρα στην καγκελαρία.
Το ένα κεντρικό σημείο πάντως στο οποίο συμφωνούν όλοι είναι πως η πρόσκληση Μέρκελ θα έπρεπε να τερματίσει τον άσκοπο ρητορικό πόλεμο ώστε να μείνει χώρος για σύγκλιση των δύσκολων διαφορών που παραμένουν.
Η Sueddeutsche Zeitung γράφει ότι η συνάντηση έδειξε πως έχει έρθει η ώρα «να λήξει o επικοινωνιακός πόλεμος στη λάσπη». Το συμπέρασμα της συνάντησης είναι πως το Βερολίνο πρέπει να «κοιτάζει ισότιμα τον Αλέξη Τσίπρα» και να λείψει το μέχρι τώρα κλίμα και από τις δύο πλευρές που «εμποδίζει τον εποικοδομητικό διάλογο»: «Ο Τσίπρας έχει ευθύνη επειδή παρερμηνεύει την εθνική κάλπη ως εντολή για αναδόμηση μίας ολόκληρης ηπείρου, όπως και η Μέρκελ επειδή βάζει τα "σκυλιά που γαβγίζουν" [...], δευτεροκλάσατα πολιτικά στελέχη, να παριστάνουν τον σχολικό διευθυντή».
«Καλύτερα να μιλά κανείς με τον άλλο, παρά να μιλά για τον άλλον» καταλήγει η SZ. Η ίδια ακριβώς φράση είναι το συμπέρασμα και του σχολίου του Spiegel.
Το περιοδικό χαρακτηρίζει ίσως υπερβολική μεν την αναφορά Τσίπρα περί «πολύ θετικής σχέσης», αλλά τονίζει ότι οι δύο πλευρές κατέβαλαν προσπάθεια να αποκλιμακώσουν την κατάσταση. «Οι τόνοι συμφιλίωσης όμως δεν μπορούν να κρύψουν ότι ακόμη δεν υπάρχει εμπιστοσύνη» υπογραμμίζει.
«Μία αρχή όμως έγινε, και τίποτε παραπάνω» συνεχίζει. «Η Μέρκελ δεν έκανε στον επισκέπτη της ούτε την χάρη να υπαινιχθεί παραχώρηση» τονίζει, και «η αξία των διαφορετικών τόνων θα φανεί στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις, όπου στην ουσία του πράγματος δεν υπάρχει κινητικότητα -οι Έλληνες χρειάζονται χρήματα, αλλά η Μέρκελ δεν θέλει μόνο να δει λίστες μεταρρυθμίσεων αλλά πράξεις».
Η FAZ στέκεται επίσης στους «συμφιλιωτικούς τόνους» και γράφει πως απογοητεύηκαν όσοι περίμεναν τη μεγάλη αντιπαράθεση, αλλά και όσοι ήλιπζαν στη μεγάλη υπέρβαση». Οι τόνοι του επισκέπτη ήταν φιλικοί, η ίδια η οικοδέσποινα έμεινε σε πραγματολογικές αναφορές, γράφει και εξηγεί: «Ο μεν Τσίπρας επναέαβε το "μάντρα" του για νέο πολιτικό μείγμα, και η καγκελάριος είχε το δικό της "μάντρα" για τους αριθμούς που πρέπει να στέκουν και μεταρρυθμίσεις, στέρεα δημοσιονομικά και λειτουργική δημόσια διοίκηση».
Σε ξεχωριστό της σχόλιο, με τίτλο «ας τελειώσουν τα καραγκιοζιλίκια», η FAZ καλεί η συνάντηση να γίνει «το ξεκίνημα ρητορικού αφοπλισμού και να δουν όλοι κατάματα την πραγματικότητα, στην οποία όπως οι ίδιοι λένε, το μέλλον είναι κοινό». Η καγκελάριος, γράφει η εφημερίδα υπενθυμίζοντας αναφορά της τις προηγούμενες ημέρες, έχει αποφασίσει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ αλλά «το εάν αυτό αξίζει θα εξαρτηθεί από την ετοιμότητα του έλληνα πρωθυπουργού να σταθεί στο ύψος των ευθυνών του».
Η οικονομική Handelsblatt βάζει τίτλο «ευγενική ασυμφωνία» αλλά τονίζει πως η συνάντηση ήταν μία από εκείνες που έχουν αξία μόνο και μόνο επειδή έγιναν: Με την πρόσκλησή της, η καγκελάριος δείχνει πως θέλει λύση και αποφυγή του Grexit. Στεκόμενη επίσης στο ζήτημα της εμπιστοσύνης, γράφει πως «ο Β.Σόιμπλε έχει δίκιο όταν διαπιστώνει πως η ελληνική κυβέρνηση έχει καταστρέψει την αξιοπιστία στην Ευρώπη και η συνάντηση Μέρκελ και Τσίπρα είναι, τουλάχον, ένα πρώτο βήμα για την κοπιώδη ανοικοδόμησή της».
«Δεν περίμενε κανείς κάτι παραπάνω από συμφιλιωτικούς τόνους, καθώς Αθήνα και Βερολίνο βρίσκονται πολύ μακριά στο πώς αναλύουν το πρόβλημα και ποιες είναι οι πιθανές λύσεις» γράφει, και επίσης καταλήγει στο ότι «το κλειδί βρίσκεται στην Αθήνα, η κυβέρνηση της οποίας πρέπει να πείσει την Ευρωζώνη πως μιλά σοβαρά για τις μεταρρυθμίσεις».
Στο ζήτημα της εμπιστοσύνης στέκεται και η Welt, που σχολιάζει ότι πίσω από τους συμφιλιωτικούς τόνους, «η καγκελάριος άκουγε στωικά» τα όσα έλεγε ο Αλέξης Τσίπρας στην κοινή συνέντευξη Τύπου. «Πίστευε τις αμφίσημες αναφορές του;» αναρωτιέται, για να απαντήσει πως η Μέρκελ «ποτέ δεν θα έλεγε ανοικτά πως δεν εμπιστεύεται την ελληνική κυβέρνηση -ούτε τους προκατόχους του Τσίπρα δεν εμπιστευόταν πραγματικά».