Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε παράνομη την παλαιότερη απόφαση του ΔΟΑΤΑΠ, η οποία στερούσε στους Έλληνες φοιτητές τη δυνατότητα αναγνώρισης των πτυχίων τους επί του προγράμματος σπουδών «ελληνικού δικαίου» σε πανεπιστήμια της αλλοδαπής και, συγκεκριμένα, στην Κύπρο.
Με την 1755/2017 απόφασή του, το Συμβούλιο της Επικρατείας ανακήρυξε ως παράνομη -και για αυτό ακύρωσε- την παλαιότερη απόφαση του ΔΟΑΤΑΠ, να μην αναγνωρίζονται ως ισότιμα, τα πτυχία Νομικής ελληνικού δικαίου που προέρχονται από πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού.
Κατόπιν τούτου ο ΔΟΑΤΑΠ υποχρεώνεται πλέον να προβεί σε άμεση ανάκληση της πράξης του η οποία είναι παράνομη σύμφωνα προς το νόμο και το διατακτικό της εν λόγω απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Τη σχετική προσφυγή είχε υποβάλει το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου, το οποίο και δικαιώνεται από τη συγκεκριμένη απόφαση του Συμβούλιου της Επικρατείας.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση του το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου η Νομική του Σχολή του είναι η πρώτη εκτός Ελλάδος νομική σχολή προγράμματος «ελληνικού δικαίου», συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη της επιστήμης, της έρευνας και της διδασκαλίας του ελληνικού ακαδημαϊκού γίγνεσθαι.
Άλλωστε το πρόγραμμα σπουδών «ελληνικού δικαίου» της Νομικής Σχολής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, η ύλη των μαθημάτων και οι ώρες διδασκαλίας είναι ακριβώς αντίστοιχες των νομικών σχολών των ελληνικών πανεπιστημίων.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί πως στο διατακτικό της απόφασης του ΣτΕ αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «... η πράξη αυτή είναι παράνομη και για το λόγο ότι το ως άνω περιεχόμενό της αντίκειται στις προεκτεθείσες προϋποθέσεις του ν. 3328/2005 για την ακαδημαϊκή αναγνώριση αλλοδαπών τίτλων σπουδών, διά της οποίας (αναγνώρισης) εξάλλου, διευκολύνεται η περαιτέρω συμμετοχή στο ελληνικό ακαδημαϊκό γίγνεσθαι των κατόχων των τίτλων αυτών, και μάλιστα σε γνωστικά αντικείμενα 'ελληνικών επιστημών' (όπως είναι λ.χ. το 'ελληνικό δίκαιο' ή η 'ελληνική φιλολογία'), συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της τέχνης, επιστήμης, έρευνας και διδασκαλίας, σύμφωνα με το άρθρο 16 πα. 1 του Συντάγματος».