Συγκεκριμένα, το συμβούλιο των μόνιμων αντιπροσώπων (Coreper) των κρατών-μελών της ΕΕ «άναψε» χθες το πράσινο φως για να αρχίσουν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Συμβουλίου της ΕΕ και της Ευρωβουλής για την μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου (ΚΕΣΑ) σε ό,τι αφορά την εναρμόνιση των απαιτήσεων και των προτύπων προστασίας.
«Η μεταρρύθμιση του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της συνολικής μεταναστευτικής πολιτικής μας και ως εκ τούτου πρωταρχικής σημασίας για την Ευρώπη. Εκτός από τη διασφάλιση ίσων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για αιτούντες άσυλο και δικαιούχους διεθνούς προστασίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, αυτός ο κανονισμός θα μειώσει τις δευτερογενείς μετακινήσεις και θα βοηθήσει όσους πραγματικά χρειάζονται προστασία», δήλωσε σχετικά ο υπουργός Εσωτερικών της Εσθονίας και προεδρεύων του Συμβουλίου Εσωτερικών Υποθέσεων για το τρέχον εξάμηνο, Άντρες Άνβελτ.
Σημειώνεται ότι σχετικές προτάσεις είχε καταθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούλιο του 2016, στο πλαίσιο της γενικότερης πρότασής της για την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ ενέκριναν σήμερα το συγκεκριμένο σχέδιο κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι τα τμήματα που αφορούν άλλους φακέλους της μεταρρύθμισης θα επανεξεταστούν μόλις επιτευχθεί συμφωνία επί αυτών των προτάσεων.
Οι κύριοι στόχοι του συγκεκριμένου σχεδίου κανονισμού είναι η διασφάλιση ότι τα κράτη-μέλη θα έχουν τα ίδια κριτήρια για τον εντοπισμό των ατόμων που πραγματικά χρήζουν διεθνούς προστασίας, καθώς και ότι αυτά τα άτομα θα απολαμβάνουν κοινά δικαιώματα σε όλα τα κράτη-μέλη, συμβάλλοντας έτσι στην αποφυγή δευτερογενών μετακινήσεων.
Το σχέδιο κανονισμού καθορίζει τα πρότυπα για την αναγνώριση τόσο του καθεστώτος του πρόσφυγα, όσο και της επικουρικής προστασίας. Καθορίζει, επίσης, τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση μίας αίτησης.
Μεταξύ άλλων, το σχέδιο κανονισμού περιγράφει λεπτομερώς τις συνθήκες προστασίας που θα παρέχουν τα κράτη-μέλη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων πρόσβασης στην απασχόληση, την εκπαίδευση, την κοινωνική ασφάλιση, την υγειονομική περίθαλψη, τη στέγαση και των μέτρων ένταξης. Επίσης, περιορίζει το δικαίωμα διαμονής των δικαιούχων διεθνούς προστασίας στο κράτος-μέλος που τους χορήγησε την προστασία και περιλαμβάνει ειδικές προβλέψεις για τους ανήλικους, ιδίως για τους ασυνόδευτούς.