ΑΘΗΝΑ
Βόμβα στα θεμέλια του δικτύου λαθρεμπορίας καυσίμων αποτελεί μελέτη του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Δημήτρη Μάρδα, ο οποίος αφού καταδεικνύει τις ελλείψεις στο σύστημα εποπτείας και τη διαφθορά στο σύστημα, αποκαλύπτει με στοιχεία του ΟΗΕ το ύψος του λαθρεμπορίου και τη ζημιά για την Ελλάδα.
Η μελέτη περιλαμβάνει νομοθετικές παρεμβάσεις, τροποποιήσεις νόμων και εισαγωγή νέων μεθόδων ελέγχου ώστε να παταχθεί το λαθρεμπόριο καυσίμων και η νοθεία, τώρα μένει να δούμε αν θα υλοποιηθεί.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει στη μελέτη του ο Δημήτρης Μάρδας οι εικονικές εξαγωγές καυσίμων και η νοθεία διαλύουν την αγορά, αποτελούν πρόβλημα για τον ανταγωνισμό και καταρρακώνουν τα Δημόσια έσοδα.
Προτείνοντας λύσεις ο νυν αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών μεταξύ άλλων υιοθετεί εισηγήσεις –τον Δεκέμβριο του 2014- για το κλείσιμο όλων των πρατηρίων της ΚΑΕ που λειτουργούν στα χερσαία σύνορα της χώρας, τα οποία τα φωτογραφίζει στην ανάλυσή του ως κόμβους παράνομων εξαγωγών.
Μεταξύ άλλων ο Δημήτρης Μάρδας επισημαίνει ότι το σύστημα εισροών εκροών δεν έχει επιβληθεί σε χώρους όπου γίνεται κατεξοχήν το λαθρεμπόριο, όπως τα ναυτιλιακά καύσιμα.
Στη μελέτη επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι:
«Με 713 χιλιάδες κυβικά, το ναυτιλιακό καύσιμο με τζίρο της τάξης των 72 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 20% των διακινούμενων ποσοτήτων ετησίως προκαλεί το ενδιαφέρον κάθε εμπλεκόμενου.
Oι λαθρέμποροι ναυτιλιακού καυσίμου επωφελούνται του συνόλου της φορολογίας, αφού το εν λόγω καύσιμο διατίθεται στα πλοία ατελώς.
H όλη διαδικασία στηρίζεται στα περίφημα «σλέπια» ή «μπάρτζες», δηλαδή τα μικρά δεξαμενόπλοια που φορτώνουν το ναυτιλιακό καύσιμο από τα διυλιστήρια, παρουσία τελωνειακών και του ΣΔOE, δηλώνοντας ότι οι ποσότητες προορίζονται για τον ανεφοδιασμό των πλοίων.
Παραγγελιοδόχοι που είναι υπεύθυνοι για τον ανεφοδιασμό των πλοίων εμφανίζουν, πολλές φορές εν αγνοία πλοιάρχου και μηχανικού, εικονική αίτηση αγοράς, την οποία καταθέτουν στο τελωνείο.
Προμηθεύονται την αναγραφόμενη ποσότητα, αντί όμως αυτή να καταλήξει στο σύνολό της στο πλοίο ένα μεγάλο μέρος ξεφορτώνεται σε βυτία τα οποία τη μεταφέρουν σε παράνομες δεξαμενές του Aσπρόπυργου και της Ελευσίνας.
Στο τελωνείο κατατίθεται έγγραφο που βεβαιώνει ότι η ποσότητα παραδόθηκε, χωρίς να είναι δυνατόν να ελεγχθεί από τις αρχές εάν πράγματι παραδόθηκε στον νόμιμο αποδέκτη.
Στις δεξαμενές το καύσιμο αποχρωματίζεται και τη χειμερινή περίοδο διατίθεται στην αγορά ως πετρέλαιο θέρμανσης, ενώ την θερινή ως πετρέλαιο κίνησης».