ΑΘΗΝΑ
Σε καιρό οικονομικής δυσπραγίας, είναι φυσικό να αναζητώνται τρόποι εξοικονόμησης πόρων σε όλους τους τομείς, και φυσικά στην Υγεία. Ομολογουμένως, τα χρόνια πριν την οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ένα πραγματικό πάρτυ κερδοσκοπίας απομυζούσε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τσέπες των πολιτών. Χαρακτηριστικό είναι ότι, η ετήσια φαρμακευτική δαπάνη είχε φτάσει τα 9 δισεκατομμύρια ευρώ, και αυξανόταν με ρυθμό ταχύτερο απ' αυτόν του ΑΕΠ της χώρας.
Ωστόσο, κάποια στιγμή το πάρτυ κερδοσκοπίας τελείωσε και το hangover που διανύει σήμερα το Σύστημα Υγείας της χώρας είναι έντονο, ενώ αναμένεται να διαρκέσει για πολύ καιρό. Η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή που επέβαλε στην Υγεία η σύναψη των τεσσάρων μνημονίων, έχει ρίξει την ετήσια φαρμακευτική δαπάνη της χώρας στο 1,945 δισ. ευρώ (δηλαδή μείωση της τάξης του 65%) ενώ και οι τιμές των φαρμάκων μειώθηκαν κατά μέσο όρο 36%, την περίοδο 2009-2014.
Αυτή η βίαιη δημοσιονομική πρσαρμογή ήταν λογικό να δημιουργήσει αγωνία στους πολίτες για το αν θα έχουν πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες, το ποσοστό συμμετοχής που θα πληρώνουν για τα φάρμακά τους και αν τελικά ο παράγοντας «τιμή» θα καθορίζει σε μεγαλύτερο βαθμό τη σχέση κόστους-οφέλους κάθε θεραπείας.
ΓΕΝΟΣΗΜΑ ΚΑΙ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ
Κατά τη διάρκεια ενημερωτική συνάντησης με θέμα «Βασικές αρχές τιμολόγησης στην Ευρώπη» με εκπροσώπους του Τύπου, ο αναπληρωτής Κοσμήτορας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας (ΕΣΔΥ), καθηγητής και διευθυντής του Τομέα Οργάνωσης και Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας Νίκος Μανιαδάκης, αναφέρθηκε στα παράδοξα του ελληνικού συστήματος τιμολόγησης φαρμάκων.
«Παρά το γεγονός ότι έχει μειωθεί η φαρμακευτική δαπάνη, εξακολουθούμε να έχουμε 6 εκατομμύρια ιατρικές συνταγές» είπε ο κ. Μανιαδάκης και συμπλήρωσε ότι «παρά τις μνημονιακές συστάσεις για αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων φαρμάκων στην ελληνική αγορά, αυτά δεν έχουν καταφέρει να ξεπεράσουν το 30%».
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μεγάλη συζήτηση για την τιμή των γενοσήμων και πως αυτά μπορούν να συντελέσουν στην εξοικονόμηση χρημάτων. Σήμερα, στην ελληνική αγορά υπάρχουν τρεις κατηγορίες φαρμάκων: τα on patent (πρωτότυπα), τα off patent (πρωτότυπα των οποίων έληξε η προστασία της πατέντας τους) και τα γενόσημα.
Σύμφωνα με τον κ. Μανιαδάκη η ισορροπημένη συνύπαρξη των τριών αυτών φαρμακευτικών κατηγοριών αποτελεί το ιδανικότερο μοντέλο φαρμακευτικής κάλυψης του πληθυσμού κάθε χώρας, καθώς επίσης και η ξεκάθαρη στοχοθεσία της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας. «Είναι καίριας σημασίας να γνωρίζει το υπουργείο Υγείας ποιους πολίτες θέλει να καλύψει, για ποια φάρμακα και πόσο ποσοστό κάλυψης θέλει να παρέχει ανά κατηγορία ασθενών» εξήγησε.
Ωστοσο, στην Ελλάδα οι πολιτικοί χαρακτηρίζονται από έλλειψη οράματος, στοχοθεσίας και απροθυμίας ανάληψης του πολιτικού κόστους ριζοσπαστικών αποφάσεων, λόγω της βραχείας παραμονής τους σε θέσεις ευθύνης. Και αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι η θητεία των έξι τελευταίων υπουργών Υγείας δεν ξεπέρασε τους 10 μήνες, κατά μέσο όρο.
Πάντως, ο κ. Μανιαδάκης έσπευσε να επισημάνει ότι ακόμα και τις δύσκολες αυτές εποχές της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, ο πολίτης πληρώνει κατά μέσο όρο 33% συμμετοχή για τα φάρμακά του, πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Επίσης, το κράτος Πρόνοιας παρέχει σχεδόν 100% κάλυψη στους πολίτες, περιλαμβανομένων των ανασφάλιστων και οικονομικά αδύναμων.
Όμως, αυτό έχει οδηγήσει σε μια τιμωρητική πολιτική από την πλευρά του κράτους εις βάρος εγχώριων και ξένων φαρμακευτικών εταιρειών φαρμάκων, καθώς καλούνται να πληρώσουν rebates και clawback για κάθε υπέρβαση της ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Επίσης, προβληματική παραμένει η πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες και η προστασία των οικονομικά αδύναμων πολιτών.
ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΠΟΣΟ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΔΑΠΑΝΗΣ
Εύλογα, λοιπόν, τίθεται το ερώτημα «ποιο θα ήταν το ιδανικό ποσό ετήσιας φαρμακευτικής δαπάνης για την επαρκή κάλυψη του πληθυσμού και πως πρέπει να γίνεται η τιμολόγηση των φαρμάκων ώστε να μη παρατηρούνται ελλείψεις στην αγορά και το κράτος να εξοικονομεί χρήματα;»
Σύμφωνα με τον κ. Μανιαδάκη, ένα ετήσιο ποσό της τάξης των 4 δισ. ευρώ θα πρέπει να θεωρείται επαρκές για την φαρμακευτική δαπάνη της χώρας, καθώς έτσι θα μειωθεί το rebate και clawback που πληρώνουν οι εταιρείες (απελευθερώνοντας κεφάλαια για επενδύσεις στην Ερευνα και Καινοτομία) και να εξασφαλιστεί η πλήρης κάλυψη των πολιτών.
«Αναφορικά με το σύστημα τιμολόγησης θα πρέπει να δοθεί βάρος στην αναθεώρηση του τρόπου τιμολόγησης των off patent και των γενοσήμων φαρμάκων, ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά των εδραιωμένων και φθηνών φαρμάκων και να μην έχουμε φαινόμενα ελλείψεων που με τη σειρά τους οδηγούν τους γιατρούς στην υποκατάσταση των φθηνών θεραπειών με ακριβότερες» τόνισε ο κ. Μανιαδάκης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σήμερα στην ελληνική αγορά κυκλοφορούν 9.500 κωδικοί φαρμακευτικών προϊόντων, εκ των οποίων οι 1.000 αφορούν σε on patent, οι 2.500 σε off patent και οι λοιποί γενόσημα. Εύκολα, λοιπόν, αντιλαμβάνεται κανείς τι θα συμβεί αν συνεχίσουν να μειώνονται οι τιμές των off patent και των γενοσήμων: οι εταιρείες θα αναγκαστούν να τα αποσύρουν εντελώς ή προσωρινά με σκοπό να τα επαναφέρουν με άλλη ονομασία ή σε άλλη συσκευασία ώστε να διεκδικήσουν καλύτερη τιμή. Αυτό, όμως, θα εξαναγκάσει τους γιατρούς στη συνταγογράφηση ακριβότερων θεραπειών, άρα στην επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος και των πολιτών.
Σε ότι αφορά την τιμομολόγηση των off patent και των γενοσήμων, σύμφωνα με τον κ. Μανιαδάκη, μια καλή επιλογή θα ήταν η δυναμική τιμολόγηση, δηλαδή όσο αυξάνονται οι πωλήσεις ενός σκευάσματος, τόσο χαμηλότερη τιμή να δίνει στο κράτος η παραγωγός εταιρεία.
«Αναφορικά με τα on patent φάρμακα, η Ελλάδα θα πρέπει άμεσα να μεριμνήσει για την λειτουργία της Επιτροπής Αξιολόγησης Καινοτομίας (είναι άλλωστε μνημονιακή υποχρέωση) στην αξιοποίησης των MEAS, δηλαδή των διαδικασιών διαπραγμάτευσης με τις φαρμακευτικές εταιρείες για την τιμή των καινοτόμων θεραπειών, όπως προσφάτως ξεκίνησε να κάνει με τα φάρμακα για την Ηπατίτιδα C, με στόχο την καθολική πρόσβαση των ασθενών» υπογράμμισε ο αναπληρωτής Κοσμήτορας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας.
Τελος, καίριας σημασίας είναι ο καθορισμός του ποσοστού συμμετοχής των ασφαλισμένων στα φάρμακα με ξεκάθαρα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των ανασφάλιστων και οικονομικά αδύναμων πολιτών. Φυσικά, βασική προϋπόθεση είναι να προχωρήσει με ταχύ ρυθμό η δημιουργία των Μητρώων Ασθενών (Registries) ανά πάθηση και η εφαρμογή των Διαγνωστικών και Θεραπευτικών Πρωτοκόλλων για την πάταξη της υπερσυνταγογράφησης και την καλύτερη κατανομή των δημοσίων πόρων σε προγράμματα πρόληψης και θεραπείας των πολιτών.