ΑΘΗΝΑ
Μια γυναίκα- σύμβολο στον αγώνα εναντίον του ISIS, η 21χρονη Νάντια Μουράντ Μπασέ Τάχα, που ξέφυγε από τον εφιάλτη της αιχμαλωσίας στην πατρίδα της, θέτει τώρα ως στόχο της να γίνει η φωνή των προσφύγων στο αίτημά τους για νόμιμους δρόμους προς την Ευρώπη.
Η νεαρή Γιεζίντι, που πριν από ενάμιση χρόνο κατάφερε να δραπετεύσει από τα χέρια των μελών του Ισλαμικού Κράτους, βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Ελλάδα για να σταθεί δίπλα στους πρόσφυγες.
Για το σκοπό αυτό είχε χθες συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου με τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, με τον οποίο συζήτησαν πτυχές της προσφυγικής κρίσης. Μετά την επίσκεψή της στον πρωθυπουργό, η Νάντια αποφάσισε να στείλει στους πρόσφυγες που παραμένουν στην Ειδομένη και το λιμάνι του Πειραιά το μήνυμα «να δεχτούν να μεταφερθούν σε κέντρα φιλοξενίας ώστε να είναι ασφαλείς γιατί δεν πιστεύω ότι τα σύνορα θα ανοίξουν ξανά».
Όπως περιγράφει η ίδια στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, από την πλευρά της ζήτησε από τον Αλέξη Τσίπρα να δημιουργηθούν χώροι φιλοξενίας για όλους τους πρόσφυγες. «Ξέρω ότι η κατάσταση στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολη, ξέρω ότι οι Έλληνες βοηθούν πολύ. Οι πρόσφυγες ζουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση στην Ειδομένη και το λιμάνι του Πειραιά, όπου δεν λαμβάνουν επαρκή βοήθεια. Όταν μεταφερθούν σε χώρους φιλοξενίας, τότε μπορούμε να ζητήσουμε από τη διεθνή κοινότητα και διεθνείς οργανισμούς να παρέχουν περισσότερη υποστήριξη και βοήθεια στους πρόσφυγες», εξηγεί.
Τις επόμενες ημέρες η Νάντια θα επισκεφθεί μερικά από τα κέντρα φιλοξενίας για να δει τις συνθήκες που επικρατούν και να συνομιλήσει με πρόσφυγες. «Και όταν θα είναι οι άνθρωποι αυτοί ασφαλείς στα κέντρα φιλοξενίας, τότε θα πάω στη Γερμανία και σε άλλες χώρες για να ζητήσω μετεγκατάσταση γι' αυτούς», τονίζει.
Με το κλείσιμο των συνόρων πολλοί πρόσφυγες εγκλωβίστηκαν στην Ελλάδα. Και εκείνη θέλει να γίνει η φωνή τους, όπως λέει χαρακτηριστικά. Θεωρεί ότι μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες και το Παρίσι δεν είναι εφικτό το αίτημα να ανοίξουν τα σύνορα για όλους. «Από την άλλη όμως πρέπει να υπάρχει μια διαδικασία μέσω της οποίας οι χώρες να δέχονται αιτήσεις ασύλου για τους ανθρώπους που το δικαιούνται γιατί ξεφεύγουν από τον πόλεμο, το θάνατο, την τρομοκρατία και πρέπει να τους επιτρέπεται η μετεγκατάσταση» επισημαίνει και συμπληρώνει: «Πρέπει να υπάρξει αυτή η διαδικασία της μετεγκατάστασης για όσους ξεφεύγουν όχι γιατί θέλουν μια χαρούμενη ζωή, αλλά γιατί δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά».
Η Νάντια Μουράντ Μπασέ Τάχα έπεσε τον Αύγουστο του 2014 θύμα απαγωγής από τον ISIS. Τους τρεις μήνες της αιχμαλωσίας της υπέστη επανειλημμένα σεξουαλική και σωματική κακοποίηση από τους τζιχαντιστές μέχρι που κατάφερε να δραπετεύσει και να φτάσει στη Γερμανία. Σήμερα, υπολογίζει ότι περισσότερες από 3.000 Γιεζίντι γυναίκες και παιδιά παραμένουν αιχμάλωτοι των τζιχαντιστών, μεταξύ των οποίων και μία συγγενής της που μαζί με άλλα πέντε κορίτσια κρατείται κοντά στη Μοσούλη. Επίσης, υπολογίζει ότι υπάρχουν περισσότερα από 1.000 παιδιά Γιεζίντι στα στρατόπεδα εκπαίδευσης των τζιχαντιστών «που ξέρουμε ότι είναι εκεί αλλά δεν έχουμε επαφή μαζί τους», ενώ περισσότεροι από 30 μαζικοί τάφοι έχουν βρεθεί στην περιοχή της, το Σιντζάρ, όπου θάφτηκαν τουλάχιστον 3.000 άτομα.
Οι Γιεζίντι είναι κουρδόφωνος πληθυσμός με ινδοϊρανικές ρίζες, που ενώνει στοιχεία από διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις. Στην περιοχή του Ιράκ, όπου ζούσε η πλειοψηφία τους (και η Νάντια) περισσότεροι από 10.000 Γιεζίντι σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν από το Ισλαμικό Κράτος. «Σκότωσαν ή αιχμαλώτισαν τους ανθρώπους, κατέστρεψαν τα σπίτια και πήραν όλα τους τα υπάρχοντα. Χιλιάδες γυναίκες έμειναν χήρες, χιλιάδες παιδιά ορφάνεψαν. Υπάρχουν πολλές Γιεζίντι οικογένειες που δεν μπορούν να υποστηρίξουν τον εαυτό τους και ζουν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Το οικοδόμημα της κοινωνίας μας καταστράφηκε στο Ιράκ και το Κουρδιστάν και γι' αυτό είμαστε ανίκανοι να αντιδράσουμε σε αυτή την κρίση. Ζητάμε από τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει αυτό που μας συνέβη και να μας βοηθήσει», επισημαίνει.
«Ζητάω από τη διεθνή κοινότητα να ερευνήσει αυτές τις δολοφονίες, να αποδώσει ευθύνες στα μέλη του Daesh (ISIS) και να δημιουργήσει ένα διεθνές δικαστήριο για να τους φέρει ενώπιον της δικαιοσύνης. Επίσης, πρέπει ο κόσμος να βοηθήσει τους εκτοπισμένους», λέει.
Τον περασμένο Δεκέμβριο η Νάντια μίλησε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου διηγήθηκε λεπτομερώς τα όσα υπέστη, ενώ αντίστοιχες ομιλίες έχει πραγματοποιήσει σε πολλές χώρες (στα τέλη του 2015 συνάντησε και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο). «Κατέθεσα πρώτα τα όσα υπέφερα, τα όσα είδα, όσα ξέρω ότι συμβαίνουν σε εκατομμύρια ανθρώπων στη Συρία και το Ιράκ. Αυτό που συνέβη είναι γενοκτονία και θέλω ο κόσμος να την αναγνωρίσει ως τέτοια», εξηγεί.
Θεωρεί μεγάλη επιτυχία την αναγνώριση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ της γενοκτονίας που συμβαίνει από τον ISIS, «αλλά αυτή η αναγνώριση δεν φτάνει. Πρέπει και άλλες χώρες να αναγνωρίσουν τη γενοκτονία και πρέπει να υπάρξει δίκη και απόδοση ευθυνών».
Η λύση είναι, όπως προσθέτει, να σταματήσει η δράση του ISIS, «κάτι που δεν συνέβη ακόμα». Αυτό είναι και το μήνυμα που στέλνει διεθνώς. «Ζητάω η τρομοκρατία να σταματήσει και όλοι οι άνθρωποι να γυρίσουν πίσω και να έχουν μια φυσιολογική ζωή». Όσο για την υποψηφιότητά της για το φετινό Νόμπελ Ειρήνης, δεν ξέρει αν θα συμβάλει σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά ελπίζει να στείλει το μήνυμά της.
Τι ονειρεύεται, όμως, για το μέλλον της; «Να δοθεί ένα τέλος στον Daesh. Και όταν η δικαιοσύνη επιστρέψει, οι αυτουργοί οδηγηθούν σε δίκη, οι κοινωνίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα προστατευθούν, τότε μπορεί να γυρίσω στην πατρίδα μου».