α Γαβρόγλου σχετικά με το μάθημα των Λατινικών, το οποίο καταργείται από τα εξεταζόμενα για την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και αντικαθίσταται από την Κοινωνιολογία. Επίσης γίνεται μάθημα επιλογής για τους μαθητές της Γ’ Λυκείου και ως μάθημα κατ' επιλογήν θα είναι ανάμεσα στα Λατινικά, στις Ξένες Γλώσσες και στο Σχέδιο και οι μαθητές θα εξετάζονται σε αυτό που θα επιλέξουν μόνο για να πάρουν το απολυτήριο. Όπως ήταν αναμενόμενο, η απόφαση αυτή προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση των φιλολόγων, ενώ η δήλωση του υπουργού ότι «Τα Λατινικά οριακά είναι χρήσιμα στη Φιλολογία και την Αρχαιολογία» έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα. Τα μέλη ΔΕΠ Τομέας Κλασικής Φιλολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών με ανακοίνωσή τους κάνουν λόγο για αντιεπιστημονικό και ανορθολογικό του σχέδιο Γαβρόγλου και καλούν τον υπουργό έστω και την ύστατη στιγμή, να αναθεωρήσει τις απόψεις του για το συγκεκριμένο θέμα, να αναλογιστεί τις ολέθριες συνέπειες του σχεδίου του και να μη συνδέσει το όνομά του με μία από τις μελανότερες σελίδες στην εκπαίδευση του τόπου. Στο ίδιο μήκος κύματος και όλοι οι Σύλλογοι Φιλολόγων στη χώρα, που εκφράζουν τις ανησυχίες τους για τις συνέπειες της εφαρμογής της συγκεκριμένης εξαγγελίας.
Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων ν. Λάρισας κ. Τάσος Μάτος μιλά στην «Ε» για το ζήτημα που έχει ανακύψει και προσεγγίζει το ζήτημα από όλες τις απόψεις, τονίζοντας ότι ναι μεν τα Λατινικά πρέπει να διδάσκονται καθώς αποτελούν μορφωτικό αγαθό, όμως είναι απαραίτητο να αλλάξει ο τρόπος της διδασκαλίας, καθώς με τα σημερινά δεδομένα τα παιδιά εξοικειώνονται αποκλειστικά με τη λατινική γλώσσα με έναν τρόπο που δεν προωθεί καθόλου την κατανόηση και την κριτική, αλλά προάγει την απομνημόνευση και τον μαθησιακό φορμαλισμό και αποκλειστικό στόχο τις πανελλαδικές εξετάσεις.
Ειδικότερα, ο κ. Μάτος σημειώνει αναφορικά με τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί για τα Λατινικά: «Η αναστάτωση που έχει προκληθεί στις μέρες μας σε σχέση με το μάθημα των Λατινικών, αποτελεί ένα ακόμη επεισόδιο στη μακρά σειρά των περιπετειών της κλασικής παιδείας στον τόπο μας. Οι παράγοντες, που συσκοτίζουν τα πράγματα και καθιστούν την υπόθεση αυτή αρένα αντιπαραθέσεων, έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι στον πυρήνα του νεοελληνικού εθνικού αφηγήματος βρίσκεται η αντίληψη πως η θέση της νεότερης Ελλάδας ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη νομιμοποιείται εξαιτίας της προνομιακής μας σχέσης με την κλασική αρχαιότητα. Μάλιστα αυτή η προνομιακή σχέση αποκρυσταλλώνεται στο γεγονός ότι η νεοελληνική γλώσσα αποτελεί συνέχεια της αρχαιοελληνικής, ενώ και η ίδια η αρχαιοελληνική καθ’ ομολογία των ίδιων των Λατίνων συγγραφέων είναι (για τους ίδιους)πρότυπη γλώσσα.
Με αυτές τις αντιλήψεις γαλουχηθήκαμε όλες οι γενιές των φιλολόγων: μας γοήτευσαν για πρώτη φορά όταν ήμασταν μαθητές, μας συνεπήραν στα χρόνια του πανεπιστημίου, τις διαβάζουμε σε κείμενα εμβληματικών μορφών της επιστήμης μας, τις καλλιεργούμε στις επιστημονικές μας ενώσεις. Θεωρούμε τις κλασικές γλώσσες – αρχαία ελληνικά και λατινικά – ως τον ιερό πυρήνα της παρουσίας μας στο σχολείο και βιώνουμε μεγάλη ανασφάλεια όταν νιώθουμε ότι αυτός δέχεται απειλές• στην ουσία θεωρούμε ότι κινδυνεύει το βασικότερο κομμάτι της επαγγελματικής μας ταυτότητας (ίσως και της βαθύτερης υπαρξιακής). Την ίδια απειλή βιώνει κι ένα μεγάλο μέρος των πολιτών κι ας μην έχουν σπουδάσει σε βάθος τις κλασικές γλώσσες και τα κείμενά τους, καθώς θεωρεί ότι βάλλεται ο πυρήνας του νεοελληνικού εθνικού αφηγήματος».
Επειδή όμως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, ο κ. Μάτος ναι μεν αναγνωρίζει την αξία και τη σπουδαιότητα του περιεχομένου των κλασικών μαθημάτων, όμως αναγνωρίζει επίσης ότι υπάρχει και δυσκολία στο θέμα του τρόπου που διδάσκονται σήμερα τα λατινικά.
«Προωθείται η κλασική παιδεία με τον τρόπο που διδάσκονται σήμερα τα Λατινικά; Δηλαδή: μαθαίνουν τα παιδιά τη λατινική γραμματεία, κατανοούν τη συνέχεια και τη σχέση του ρωμαϊκού με τον κλασικό και τον ελληνιστικό κόσμο και τις ιδέες του, κάνουν συνδέσεις με το σήμερα; Η απάντηση είναι: όχι. Ας μη γελιόμαστε, τα παιδιά εξοικειώνονται αποκλειστικά με τη λατινική γλώσσα με έναν τρόπο που δεν προωθεί καθόλου την κατανόηση και την κριτική αλλά προάγει την απομνημόνευση και τον μαθησιακό φορμαλισμό και αποκλειστικό στόχο τις πανελλαδικές εξετάσεις. Κι όλοι ξέρουμε πως άλλο είναι επιτυχία στις εξετάσεις κι άλλο μάθηση με κατανόηση και σε βάθος. Τα Λατινικά λοιπόν πρέπει να διδάσκονται• ούτως ή άλλως αποτελούν μορφωτικό αγαθό. Οφείλουμε όμως κάποια στιγμή (η κοινωνία και οι διδάσκοντες) να αντικρύσουμε το πρόβλημα κατάματα και να κάνουμε επώδυνες διδακτικές επιλογές: προσέγγιση του κλασικού κόσμου με δημιουργικό και κριτικό χαρακτήρα που να απελευθερώνει τον άνθρωπο και να τον καθιστά αυτόνομο και χειραφετημένο υποκείμενο» σημειώνει χαρακτηριστικά.
ΝΑΤΑΣΑ ΠΟΛΥΓΕΝΗ