Η επιστολή του κ. Ι. Καψάλη:
«κ. Διευθυντά,
Στις 18-4-2018 στην εφημερίδα σας στα «Ψιθυριστά» δημοσιεύτηκε ψευδής είδηση συνοδευόμενη με χλευαστικά και υποτιμητικά σχόλια και στοχευμένο παραλληλισμό με συγκεκριμένο πολιτικό. Για την προέλευση της επινόησης αυτού του παραλληλισμού δεν έχω καμιά αμφιβολία, μιας και, πέραν του προδήλου, είχε προηγηθεί πριν μερικές μέρες σχετική ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Έπειτα από τηλεφωνική συνομιλία με τον κ. Ζ., συντάκτη της στήλης, απέστειλα επιστολή προς δημοσίευση, με την οποία ρητά και κατηγορηματικά διέψευσα τα αναγραφόμενα στο δημοσίευμα.
Προς μεγάλη μου έκπληξη και απογοήτευση, αντί ο συντάκτης να προβληματιστεί μετά την κατηγορηματική εκ μέρους μου διάψευση και να ελέγξει τις πηγές του, και να δημοσιεύσει τη σύντομη επιστολή-απάντησή μου, την κατακερμάτισε, διακόπτοντας τη συνέχειά της και παρεμβάλλοντας ειρωνικά και προσβλητικά σχόλια, αλλοιώνοντας κατ’ ουσίαν το περιεχόμενό της. Λυπούμαι και εκπλήσσομαι για την απουσία δημοσιογραφικής δεοντολογίας στην περίπτωσή μου.
Το αποκορύφωμα της διασποράς ψευδών ειδήσεων και της σε βάρος μου σπίλωσης και κατασυκοφάντησης ήρθε με το σημερινό από 20-4-2018 δημοσίευμα, με υπογραφή του ιδίου δημοσιογράφου σας. Για άλλη μία φορά με απόλυτη βεβαιότητα ισχυρίζεται, με προσβλητικούς σε βάρος μου υπαινιγμούς, ότι ψεύδομαι και εν τέλει έχω μηνύσει την Περιφερειακή Διευθύντρια. Προς επίρρωση των ανωτέρω δημοσιεύει την κλήση του κ. Πταισματοδίκη προς την κ. Αναστασοπούλου. Η «δημοσιογραφική έρευνα» που επικαλείται τελικά δεν ήταν τόσο βαθιά ώστε να αποκαλύψει την αλήθεια. (Ίσως στο επίπεδο της προκαταρκτικής εξέτασης η μυστικότητα τηρείται λίγο περισσότερο από την εν λόγω ΕΔΕ).
Για όλα τα ανωτέρω είμαι υποχρεωμένος να σας επισυνάψω βεβαίωση της αρμόδιας Εισαγγελίας Πρωτοδικών Λάρισας προς δημοσίευση, από την οποία ρητώς, απεριφράστως και πέραν πάσης αμφισβητήσεως αποδεικνύεται ότι ουδέποτε υπέβαλα μήνυση εις βάρος οποιουδήποτε.
Δεν μπορώ να μη θέσω όμως κάποια ερωτήματα, τα οποία αναπόφευκτα εγείρονται:
1. Πώς δημοσιοποιούνται και από πού αντλούνται στοιχεία μιας μυστικής ΕΔΕ; (Αν έχω καταθέσει ή όχι).
2. Ο συντάκτης στο άρθρο του καταλήγει με τη βεβαίωση, μετά από «δημοσιογραφική έρευνα», όπως γράφει, ότι εγώ προέβην σε μήνυση, δημοσιεύοντας και την κλήση. Όμως πριν τη διαπόμπευσή μου δεν θα έπρεπε - και χωρίς ακόμα την κατηγορηματική μου διάψευση -να διερευνήσει και να ελέγξει την ακρίβεια των – ίσως όχι και τόσο κρυφών – πηγών του;
Προφανώς και δεν περιμένω να αποκαλύψετε την πηγή σας, αν και δεν έχω καμία αμφιβολία για την ταυτότητά της. Αλλά υπάρχει και η δημοσιογραφική δεοντολογία που οριοθετεί τη μάχιμη και έγκυρη ενημέρωση από αυτήν των συκοφαντικών και ανακριβών ειδήσεων.
Δε με εξέπληξε το γεγονός ότι «τοπική δημοσιογραφική ιστοσελίδα» που είχε προαναγγείλει τη μυστική κατά τ’ άλλα ΕΔΕ ξεκίνησε το γαϊτανάκι των τελευταίων «αποκαλύψεων» επικαλούμενη «ασφαλείς πηγές». Το προφανές των διαδρομών αυτών δεν περίμενα ότι θα άγγιζε την αρχαιότερη εφημερίδα της πόλης μας, από την οποία περίμενα εύλογα να τηρεί τουλάχιστον τη δημοσιογραφική δεοντολογία.
Επιφυλασσόμενος κάθε νόμιμου δικαιώματός μου σας παρακαλώ να δημοσιεύσετε την επιστολή μου ως έχει (αυτή τη φορά) καθώς και τη βεβαίωση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Λάρισας στην ίδια θέση με το σημερινό σας δημοσίευμα, όπως ο νόμος ορίζει».
(Σημ.Ε.: Ο κ. Καψάλης γνωρίζει πολύ καλά ότι το έγγραφο που δημοσίευσε χθες η «Ε», είναι καθόλα υπαρκτό. Άρα τα περί διασποράς ψευδών ειδήσεων, κατηγορία που προϋποθέτει δόλο, είναι εντελώς αβάσιμη και συκοφαντική. Όσον αφορά στη δημοσιογραφική δεοντολογία, η προχθεσινή δημοσίευση της απάντησής του –παρότι μακροσκελής και όχι σύντομη όπως αναφέρει- στη στήλη των σχολίων, δεν θα έπρεπε να του αφήσει περιθώρια αμφισβήτησης).