Η εισαγγελία άρχισε ερευνά στις αρχές του 2016, λίγο μετά την εκλογή του ως προέδρου της FIFA, σχετικά με την ανάθεση από τον Τζιάνι Ινφαντίνο, σύμβαση τηλεοπτικών δικαιωμάτων σε μια υπεράκτια εταιρεία, ενώ τότε ήταν ακόμη επικεφαλής νομικός σύμβουλος της UEFA.
Σύμφωνα με την Tribune de Genève, «ανήσυχος» για αυτήν την έρευνα, ο Ινφαντίνο είχε γράψει τότε στον παιδικό του φίλο Ρινάλντο Άρνολντ , ο οποίος είχε γίνει εισαγγελέας στο Haut-Valais, στην περιοχή καταγωγής τους. «Θα προσπαθήσω να εξηγήσω ότι είναι προς το συμφέρον μου να ξεκαθαρίσουν τα πάντα το συντομότερο δυνατό, να καταστεί σαφές ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτό το θέμα», ανέφερε το e-mail που αποκάλυψε η εφημερίδα.
Ο Άρνολντ, ο οποίος είχε ήδη βοηθήσει σε μία πρώτη συνάντηση μεταξύ του γενικού εισαγγελέα Μισέλ Λομπέρ και του Ινφαντίνο, απάντησε: «Αυτό που είναι σημαντικό είναι η συνάντηση σε δύο εβδομάδες. Εάν θέλετε, μπορώ και πάλι να σε συνοδεύσω». Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 22 Απριλίου 2016, ανέφερε η εφημερίδα, προσθέτοντας ότι το περιεχόμενό της παραμένει «μυστηριώδες».
Η FIFA, με δήλωσή της, εξήγησε ότι το περιεχόμενο του προσωπικού email που έστειλε ο Ινφαντίνο σε «στενό φίλο» ήταν «εντελώς εκτός πλαισίου με μοναδικό στόχο να παραπλανήσει τον αναγνώστη». Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου λήφθηκε από «υποκλοπή, το οποίο είναι παράνομο και ποινικό αδίκημα», ανέφερε. «Όχι μόνο ο κ. Ινφαντίνο δεν είχε κανένα λόγο να πει ψέματα στο email, αλλά το email δεν έδειξε ποτέ ότι ήθελε να «καθαρίσει το όνομά του», πρόσθεσε η Fifa. Η διεθνής ομοσπονδία εξήγησε και πάλι ότι οι συναντήσεις μεταξύ του κ. Infantino και του εισαγγελέα είχαν ως στόχο να δείξουν ότι η ομοσπονδία ήταν «έτοιμη να συνεργαστεί με την ελβετική δικαιοσύνη».
Τον Νοέμβριο του 2017 ολοκληρώθηκε η έρευνα για τη σύμβαση που υπέγραψε ο Ινφαντίνο στην UEFA. Το Tribune de Genève αναφέρει επίσης επανειλημμένες τηλεφωνικές επαφές μεταξύ Ελβετών εισαγγελέων και δικηγόρων της FIFA.