Οι παραγωγοί καλούνται να διενεργούν συστηματικούς ελέγχους στις καλλιέργειές τους για την διαπίστωση τυχόν συμπτωμάτων του νέου φυτοπαθογόνου βακτηρίου Xylella fastidiosa, και εφόσον εντοπίσουν κάτι περίεργο να ενημερώσουν αμέσως τις αρμόδιες φυτοϋγειονομικές αρχές των υπηρεσιών (ΔΑΟΚ και Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών).
Αυτό προτείνει, σε ανακοίνωση του το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Μαγνησίας, τονίζοντας ότι «το βακτήριο δεν έχει εντοπιστεί στην Ελλάδα και πως δεν υπάρχει χημική καταπολέμηση του παθογόνου βακτηρίου».
Αναλυτικότερα η σχετική ανακοίνωση της υπηρεσίας αναφέρει τα εξής: «Το Xylella fastidiosa είναι ένα νέο για την Ευρώπη φυτοπαθογόνο βακτήριο, το οποίο απειλεί σοβαρά την ελαιοκαλλιέργεια στη χώρα μας. Στην Αμερικανική ήπειρο το βακτήριο προκαλεί εδώ και πολλές δεκαετίες σοβαρές ζημιές σε αμπέλια (ασθένεια του Pierce), εσπεριδοειδή (ποικιλοχρωματική χλώρωση, citrus variegated chlorosis) και πυρηνόκαρπα (αδροβακτηρίωση), καθώς και σε πολλά άλλα καλλιεργούμενα φυτά, καλλωπιστικά, αυτοφυή και δασικά ήδη. Στην Ευρωπαική ήπειρο εμφανίστηκε μόλις τον Οκτώβριο του 2013 στην περιφέρεια της Απουλίας στη Νότια Ιταλία να προσβάλλει ελαιώνες. Η ελιά αποτελεί τον «Ευρωπαϊκό» ξενιστή του παθογόνου. Οι φυτοϋγειονομικές αρχές της περιφέρειας της Απουλίας έχουν αναφέρει ότι μέχρι τις αρχές του 2015 υπάρχει προσβολή πάνω από ένα εκατομμύριο ελαιόδενδρων στο νότιο τμήμα της περιφέρειας καθώς και ότι η ασθένεια επεκτείνεται βορειότερα προς την περιοχή του Μπρίντιζι. Το παθογόνο βακτήριο έχει ιδιαίτερα μεγάλο εύρος φυτών ξενιστών όπως: αμυγδαλιά, ελιά, αμπέλι, πυρηνόκαρπα (ροδακινιά, δαμασκηνιά κερασιά), εσπεριδοειδή, μηδική, πλάτανος, βελανιδιά, πικροδάφνη, μυρτιά, αβοκάντο, πεκάν, λεύκη, κουτσουπιά, φτελιά, καφεόδενδρο, κόκκινη μουριά, μανόλια, μελισσόχορτο, δενδρολίβανο, ράμνος κ.α.) και πολυάριθμους φορείς. Έχει την ικανότητα να επιβιώνει σε λανθάνουσα κατάσταση σε πολλούς ξενιστές, ιδιαίτερα αυτοφυή φυτά. Οι ξενιστές με ιδιαίτερα οικονομικό ενδιαφέρον είναι η ελιά, η αμυγδαλιά, το αμπέλι, τα πυρηνόκαρπα και τα εσπεριδοειδή. Τα συμπτώματα που προκαλεί η ασθένεια είναι νεκρώσεις φύλλων, ξηράνσεις κλαδίσκων και κλάδων, καχεξία, χλώρωση, μάρανση, μείωση της παραγωγής και σταδιακά ξήρανση ολοκλήρου του δένδρου.
Επειδή δεν υπάρχει χημική καταπολέμηση του παθογόνου βακτηρίου, λαμβάνεται μία σειρά προληπτικών μέτρων, που σκοπό έχουν να αποφευχθεί η είσοδος του παθογόνου στη Ελληνική επικράτεια ή στην περίπτωση εισόδου να γίνει άμεσα αντιληπτή η παρουσία του παθογόνου και ο έγκαιρος περιορισμός του. Η πρόληψη βασίζεται και επιτυγχάνεται: α) με την εφαρμογή των αυστηρών μέτρων φυτοϋγειονομικού ελέγχου για τα παθογόνα καραντίνας, β) με τους αυστηρούς ελέγχους κατά την διακίνηση φυτικών ειδών και πολλαπλασιαστικού υλικού, που αναφέρονται ως ξενιστές του βακτηρίου γ) τα φυτικά είδη και το πολλαπλασιαστικό υλικό πρέπει να συνοδεύονται από φυτοϋγειονομικά διαβατήρια και να είναι απαλλαγμένα εντόμων φορέων του βακτηρίου, δ) με την απαγόρευση εισόδου δένδρων ελιάς από περιοχές της Ιταλίας, όπου ανιχνεύτηκε η παρουσία του φυτοπαθογόνου βακτηρίου, ε) με τις επισκοπήσεις (surveys) στις εγκατεστημένες καλλιέργειες (ελιά, αμυγδαλιά πυρηνόκαρπα, εσπεριδοειδή κ.λ.π.), στ) οι διακινητές φυτικών ειδών (δένδρων και πολ/κού υλικού) να εισάγουν φυτά πιστοποιημένα και από ελεγχόμενα φυτώρια περιοχών απαλλαγμένων από το παθογόνο βακτήριο και ζ) με τη χρησιμοποίηση ανθεκτικών στο παθογόνο καλλιεργούμενων ποικιλιών και ειδών».