Σημαντική μείωση της τάξης του 4,9% γνώρισαν το 2014 οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων λόγω κυρίως του ρωσικού εμπάργκο, καθώς και των δυσμενών καιρικών συνθηκών που έπληξαν την ελαιοπαραγωγή κυρίως στην Κρήτη
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι εξαγωγές μειώθηκαν κατά 4,9% το 2014, έπειτα από τρία έτη συνεχούς αύξησης των εξαγωγικών εισπράξεων (2013: +2,3%, 2012: +9,6%, 2011: +2,6%), με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στα 5.095 εκατ. ευρώ, έναντι 5.358 εκατ. ευρώ το 2013, 5.237 εκατ. ευρώ το 2012 και 4.779 το 2011.
Κατά συνέπεια η αναλογία των εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων στις συνολικές εξαγωγές (εκτός καυσίμων) της χώρας υποχώρησαν στο 30,5% το 2014, έναντι 32,0% το 2013 και 30,7% το 2012 παραμένοντας, πάντως, σε υψηλό επίπεδο.
«Ο αγροτικός τομέας, παρά τα σοβαρά διαρθρωτικά του προβλήματα, συνεισφέρει αποφασιστικά στην εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, ενώ έχει την παραγωγική δυνατότητα, λόγω των ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών, να σημειώσει αποφασιστική αύξηση των εξαγωγών και υποκατάσταση των εισαγωγών, μέσω της περαιτέρω ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και της επιχειρηματικότητας στα προσεχή έτη στο πλαίσιο ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου της ελληνικής οικονομίας», επισημαίνει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 2014 σημαντική αύξηση παρουσίασαν, κυρίως οι εξαγωγές στους κλάδους δημητριακών και παρασκευασμάτων (+24,8%), γαλακτοκομικών προϊόντων (+16,1%) και των αμύλων σιταριού και καλαμποκιού (+6,8%). Σε άνοδο βρίσκονται και οι εξαγωγές κρεάτων (+12,9%) παραμένοντας ωστόσο στο πολύ χαμηλό επίπεδο των 70,5 εκατ. ευρώ.
Στην ανάλυσή της Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank κάνει ειδική αναφορά στον κλάδο των γαλακτοκομικών αναφέροντας ότι παρουσιάζει από το 2010 σημαντική ανάπτυξη (2010: 318 εκατ. ευρώ, 2014: 483 εκατ. ευρώ).
Αντίθετα, μειώθηκαν αισθητά σημαντικοί εξαγωγικοί κλάδοι όπως των ελαίων και λιπών (-45,4%), ζάχαρης και μελιού (-26,1%) και των φυσικών υφαντικών ινών και των δερμάτων (-6,1%),
Σημειώνεται ότι σε σημαντικό επίπεδο διατηρούνται, οι εξαγωγές φρούτων και λαχανικών, που καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, αποτελώντας το 35,7% αυτών (1 δισ. 820 εκατ. ευρώ), των ψαριών και παρασκευασμάτων τους, του καπνού και των ακατέργαστων ζωικών και φυτικών υλών.
ΜΕΙΩΣΗ ΚΑΙ
ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ
Όσον αφορά στις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων, παρουσίασαν μικρή μείωση κατά 1,9% το 2014, έναντι αύξησης κατά 1,3% το 2013.
Η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank επισημαίνει το σημαντικό ύψος των εισαγωγών κρεάτων και παρασκευασμάτων (1.101 εκατ. ευρώ), παρά τη μείωσή τους κατά 2,0% και 2,6% το 2014 και 2013 αντίστοιχα.
Οι εισαγωγές κρεάτων αποτελούν το 17,3% του συνόλου των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων το 2014, αναλογία που παραμένει σε υψηλό και σχεδόν αμετάβλητο επίπεδο στην περίοδο της οικονομικής κρίσης (2013: 17,4%, 2012: 18,0%, 2011: 17,1%, 2010: 17,2%).
Αξιοπαρατήρητο είναι το ύψος των εισαγωγών το 2014:
-γαλακτοκομικών προϊόντων και αυγών πουλιών (841,2 εκατ. ευρώ),
-φρούτων και λαχανικών (662,6 εκατ. ευρώ),
-δημητριακών (529,8 εκατ. ευρώ),
-ζωοτροφών (401,3 εκατ. ευρώ),
- ψαριών και παρασκευασμάτων (376,3 εκατ. ευρώ),
- ελαίων και λιπών (269,7 εκατ. ευρώ),
-καπνού (235, 7 εκατ. ευρώ)
και ζάχαρης (226 εκατ. ευρώ).
«Είναι εμφανές ότι ένα σημαντικό μέρος των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων, δεν υποκαθίσταται επαρκώς από ανταγωνιστική εγχώρια παραγωγή», σημειώνει η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank.
ΔΙΕΥΡΥΝΘΗΚΕ
ΤΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ
Εξαιτίας της αισθητά μεγαλύτερης μείωσης των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων, έναντι των εισαγωγών της πρωτογενούς παραγωγής, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων διευρύνθηκε σημαντικά κατά 12,9% το 2014 ανερχόμενο στα 1,3 δισ., έναντι 1,1 δισ. το 2013 και 1,9 δισ. ευρώ το 2010
Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, η προστιθέμενη αξία του πρωτογενούς τομέα (σε σταθερές τιμές) αυξήθηκε κατά 4,0% το 2014 (2013: - 7,3%). Ως αποτέλεσμα ο αγροτικός τομέας απέδωσε το 2014 το 3,8% της συνολικής προστιθέμενης αξίας της οικονομίας, έναντι 3,3% το 2010, καθώς αρχίζει να σημειώνεται στροφή του εργατικού δυναμικού σε δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα.
ΜΑΚ.