Κορυφώνεται η αγωνία των ανθρώπων της υπαίθρου για το παρόν, αλλά και το μέλλον στον τόπο τους, καθώς, εκτός των άλλων, ανά πάσα στιγμή ένας νέος «Ντάνιελ» θα μπορούσε και πάλι να χτυπήσει την πόρτα της ανοχύρωτης Θεσσαλίας.
Κι ενώ οι άνθρωποι αυτοί δίνουν μια κρίσιμη μάχη για να περισώσουν ό,τι καταφέρουν, την περίοδο αυτή συμπληρώνεται σχεδόν ένας χρόνος από τους καταιγιστικούς κυκλώνες, τους θανάτους και τις καταστροφές που βιώσαμε τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Θεσσαλία, με το κλίμα να παραμένει βαρύ και τις αβεβαιότητες να εντείνονται.
Θα περίμενε κανείς στο διάστημα που μεσολάβησε να έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση ένας ολοκληρωμένος προγραμματισμός και κυρίως να έχουν καθοριστεί οι προτεραιότητες των όποιων έργων ή/και άλλων ενεργειών για τη Θεσσαλία. Θα περίμενε, επίσης, την οριστικοποίηση ενός χρηματοδοτικού πλάνου, σε συνδυασμό με εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους. Και αντί αυτών, τούτες τις μέρες του Αυγούστου οργανώνονται αλλεπάλληλες συσκέψεις στα κυβερνητικά «επιτελεία», που, όπως φαίνεται, ούτε στις δράσεις ούτε στις πηγές χρηματοδότησης έχουν καταλήξει.
Ενδεικτική είναι η πρόσφατη προκήρυξη για την κατασκευή έργων ορεινής υδρονομίας στη Θεσσαλία, ύψους 90 εκατ. ευρώ. Πρόκειται, βεβαίως, για έργο χρήσιμο και αναγκαίο, το οποίο περιλαμβάνεται και στα Σχέδια Πλημμυρών (ΣΔΚΠ), αλλά και στις προτάσεις της ολλανδικής HVA. Όμως, μετά από έναν χρόνο αναμονής και συζητήσεων, θα περιμέναμε να έχουν δημοπρατηθεί πολύ πιο επείγοντα και σημαντικά έργα, να έχουν διατεθεί πολύ περισσότερα χρήματα και οπωσδήποτε να έχουν ληφθεί όλες οι μείζονες αποφάσεις που ακόμη εκκρεμούν.
Λέγεται πως τελικά ο Αύγουστος όλο και κάποιες ανακοινώσεις θα μας φέρει. Το χρειάζεται εξάλλου και η κυβέρνηση, όχι τόσο γιατί την ανησυχούν οι αντιδράσεις (;) της αξιωματικής αντιπολίτευσης (ερώτημα: τελικά επιβεβαιώθηκαν οι διαστάσεις της «δεξαμενής» του κ. Κασσελάκη στις Σπέτσες και το ύψος του προτίμου που θα επιβληθεί;), αλλά διότι η φετινή παρουσία του Π.Θ. στη ΔΕΘ συμπίπτει με την συμπλήρωση ενός έτους από τους «Ντάνιελ» και «Ελίας».
Και τελικά σε τι συνίσταται ο απολογισμός τους έως σήμερα; Μα στη νομοθετική πρωτοβουλία για την ίδρυση του Οργανισμού Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας (ΟΔΥΘ) Α.Ε., που ήδη ολοκληρώθηκε και αποτελεί μια πολιτική ενέργεια ενδεικτική των προθέσεων της κυβέρνησης. Στο ζήτημα αυτό η κυβέρνηση και στόχο είχε διαμορφώσει (πολύ πριν τις πλημμύρες), και σχέδιο είχε εκπονήσει, και άμεσα αντανακλαστικά επέδειξε στην «ευκαιρία» που της παρουσιάστηκε, επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, την ανάγκη Διαχείρισης των Υδάτων στη Θεσσαλία μετά την επί χρόνια συνεχιζόμενη λειψυδρία και τους καταστροφικούς κυκλώνες.
Σε προηγούμενο σημείωμα σχολιάσαμε τη λογική με την οποία οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν διαχρονικά τα θέματα των υδάτων και αναφερθήκαμε ειδικότερα στην πρόσφατη δημιουργία ΟΔΥΘ Α.Ε. (δείτε «ΕτΔ» 22-07-24). Με βάση τον ιδρυτικό του νόμο, ο οργανισμός αυτός, πέραν της ευθύνης που εξ ορισμού αναλαμβάνει για τη Δ.Υ. στη Θεσσαλία, μετά από κάποιο απροσδιόριστο χρονικό διάστημα αναμένεται να επωμιστεί και το έργο των συλλογικών αρδεύσεων, που έως σήμερα εκτελούν οι αυτοδιοικούμενοι ΤΟΕΒ. Σε αυτό θα σταθούμε λίγο παραπάνω.
Κατά τη δική μου κρίση, η εμπειρία, η τεχνογνωσία, η άριστη γνώση των συνθηκών, η ευελιξία και η αμεσότητα με τα μέλη τους, αποτελούν χαρακτηριστικά που επί τόσα χρόνια έχουν κατακτηθεί από τους κατά τόπους ΤΟΕΒ και που πολύ δύσκολα θα διατηρηθούν στον ΟΔΥΘ. Και επειδή σαν πρόσχημα για τη δημιουργία του ΟΔΥΘ επίμονα «παίζει» η κακοδιαχείριση που παρατηρήθηκε τα προηγούμενα χρόνια σε ορισμένους από αυτούς τους οργανισμούς, θα θυμίσουμε ότι αυτοί οι ίδιοι οι πολιτικοί (που τώρα επικαλούνται την προβληματική λειτουργία των ΤΟΕΒ), επί πολλά χρόνια ανέχτηκαν και διατήρησαν την κατάργηση του ελέγχου που παλαιότερα ασκούνταν από καλά στελεχωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας. Επιπλέον, αυτοί οι ίδιοι επέτρεψαν τη δημιουργία τόσων πολλών ΤΟΕΒ χωρίς μέριμνα για τη βιωσιμότητά τους, χωρίς τεχνική η/και οικονομική στήριξη, χωρίς προστασία απέναντι στα ολιγοπώλια της ενέργειας και τις παράλογες χρεώσεις τους. Τέλος, αυτοί οι ίδιοι πολιτικοί στήριζαν δημοσίως τους κακοπληρωτές ΤΟΕΒ και «κατόπιν ενεργειών τους» συνέβαλαν στη διαγραφή οφειλών τους σε οργανισμούς, επιβαρύνοντας στην πράξη το κοινωνικό σύνολο.
Σίγουρα δε θα περιμέναμε να ακούσουμε έναν απολογητικό λόγο από πολιτικούς για τις δικές τους ευθύνες σε ό,τι αφορά τη διάλυση των ΤΟΕΒ. Κάτι τέτοιο δεν το «επιτρέπει» η νοοτροπία που έχουν διαμορφώσει, υποταγμένη σε μία πελατειακή λογική, στην προάσπιση του συστήματος εξουσίας που υπηρετούν, στη θεοποίηση του αρχηγού τους, στο «κτίσιμο» ενός προφίλ που ανάλογα με τη συγκυρία θα τους οδηγήσει σε υπουργικά έδρανα (προφανώς αυτά δεν ισχύουν για όλους/-ες). Ούτε θα περιμέναμε, επίσης, να αναφερθούν στους πραγματικούς λόγους που τους οδήγησαν να υποστηρίξουν αυτήν τη δήθεν εκσυγχρονιστική πρωτοβουλία.
Εάν, όμως, κανείς αξιολογήσει πιο προσεκτικά και χωρίς κομματικές δεσμεύσεις τη σκοπιμότητα δημιουργίας του νέου αυτού φορέα, θα αντιληφθεί πως προτεραιότητα για την κυβέρνηση είναι αρχικά η συγκέντρωση, η εποπτεία και τελικά ο απόλυτος έλεγχος του συνόλου του νερού των αρδεύσεων (είτε συλλογικών-ΤΟΕΒ/ΓΟΕΒ είτε ατομικών γεωτρήσεων) από μία Ανώνυμη Εταιρεία. Στη συνέχεια και στην κατάλληλη πολιτική συγκυρία ο ΟΔΥΘ θα προχωρήσει σε κάποιο μοντέλο ιδιωτικοποίησης, με σοβαρή πιθανότητα οι τιμές στο νερό να γίνουν απλησίαστες για τους μικρομεσαίους καλλιεργητές, παρότι από αυτό καθοριστικά εξαρτάται η οικονομική βιωσιμότητα των αγροτικών νοικοκυριών και η ευημερία των ανθρώπων της υπαίθρου. Κατά συνέπεια δε θα αποτελέσει έκπληξη εάν η σταδιακή εγκατάλειψη μικρών αγροτικών νοικοκυριών εξελιχθεί σε μεγάλες συγκεντρώσεις γης σε πολύ λιγότερα χέρια.
Συνεπώς, οι εξελίξεις στις αρδεύσεις τίποτε καλό δεν προμηνύουν για τους αγρότες και την οικονομία της Θεσσαλίας γενικότερα. Κατά την άποψή μου, εάν τώρα άμεσα οι ίδιοι οι αρδευτές δεν αντισταθούν ζητώντας να ανασταλεί η απομάκρυνση των αυτοδιοικούμενων ΤΟΕΒ από το αρδευτικό τους έργο, αργότερα ΚΑΝΕΙΣ δεν πρόκειται να τους βοηθήσει! Εξάλλου, υπάρχει σε όλους μας εμπειρία με ποιον τρόπο πραγματοποιήθηκαν σταδιακά και τι επιπτώσεις είχαν για τους πολλούς οι ιδιωτικοποιήσεις στην ενέργεια, στις τράπεζες, στις μεταφορές (π.χ. σιδηρόδρομος), στις τηλεπικοινωνίες και σε τόσους άλλους τομείς. Κάπως έτσι άρχισαν και αυτές, με τους εκάστοτε «εκσυγχρονιστές» κυβερνώντες να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως οι «μεταρρυθμίσεις» τους έγιναν για να ωφελήσουν τον λαό. Και τώρα, στην απελπιστική κατάσταση που οδηγηθήκαμε, όλοι εκείνοι οι μεταρρυθμιστές πολιτικοί έχουν εγκαταλείψει τους αγρότες αβοήθητους στην κερδοσκοπική καταιγίδα των διάφορων καρτέλ (π.χ. της ενέργειας), πετώντας πότε-πότε στους «πληβείους» κάποιο pass για ξεκάρφωμα….
Επιπλέον, η δημιουργία του ΟΔΥΘ Α.Ε. και η ταυτόχρονη διάλυση των ΤΟΕΒ θα αποδυναμώσει και την κοινή προσπάθεια των φορέων της Θεσσαλίας στην επίτευξη των στόχων που τίθενται από απέναντι στις κυβερνήσεις. Πραγματικά, δε θα μπορούσα να φανταστώ στο μέλλον την ηγεσία του ΟΔΥΘ Α.Ε., η οποία εξ ορισμού αναμένεται να αλωθεί από τα κομματικά επιτελεία, να απαιτήσει από την κυβέρνηση στήριξη στο έργο του οργανισμού και να υψώσει όταν χρειαστεί το ανάστημά της απέναντι στα κεντρικά συστήματα εξουσίας, ενώνοντας τη φωνή της με εκείνη των οργανώσεων στη διεκδίκηση μέτρων, έργων και οικονομικών πόρων για τη Θεσσαλία.
Συμπερασματικά, πιστεύω πως στο σύνολό τους οι θεσσαλικοί φορείς, μακριά από κομματικές δεσμεύσεις και μικροπολιτικούς υπολογισμούς, οφείλουν να επανεκτιμήσουν την κατάσταση και έγκαιρα να συνειδητοποιήσουν τους κινδύνους και τις αρνητικές συνέπειες από τη λειτουργία μίας τέτοιας εταιρείας στον τομέα των αρδεύσεων που, για «δικούς» του λόγους, έσπευσε να προωθήσει ο κ. Σκυλακάκης. Και ποτέ δε θα είναι αργά για την πληγωμένη Θεσσαλία να απαιτήσει, ως ελάχιστο, την αναστολή λειτουργίας του ΟΔΥΘ στον τομέα των αρδεύσεων, προσφέροντας μια δεύτερη ευκαιρία στους ΤΟΕΒ, με τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού τους πλαισίου, την εφαρμογή συνενώσεων και εξυγίανσης (όπου απαιτείται), καθώς και την τεχνική και οικονομική στήριξή τους για καλύτερες υπηρεσίες.
Στην τόσο απαιτητική σημερινή κατάσταση, είναι ομολογουμένως απογοητευτική η εικόνα με τις περιορισμένες έως ανύπαρκτες αντιδράσεις σχετικά με τον ΟΔΥΘ Α.Ε. των (κατά πλειοψηφία) φιλοκυβερνητικών διοικήσεων των ίδιων των ΤΟΕΒ και η σχεδόν αδιάφορη στάση των (κατά πλειοψηφία) φιλοκυβερνητικών Δήμων. Γι’ αυτό επιβάλλεται ο λαός της περιοχής μας να καταδικάσει και να αποστασιοποιηθεί από τις (συχνά εμφανείς) προσωπικές ατζέντες αρκετών επικεφαλής φορέων και οργανώσεων της Θεσσαλίας (δημάρχους, συνδικαλιστές κ.λπ.), που στην πράξη, με τις χαλαρές αντιδράσεις τους, «αγωνίζονται» για να περάσουν όσο γίνεται πιο ανώδυνα αυτές οι επιλογές της κυβέρνησης.
Το βέβαιο είναι πως με τις αρδεύσεις στην ευθύνη του ΟΔΥΘ Α.Ε. δεν πρόκειται να δούμε καλύτερες μέρες….
Τάσος Μπαρμπούτης