Με την επιστολή οι αγροτικοί συνεταιρισμοί έθεσαν υπόψη του πρωθυπουργού υπόμνημα με αποφάσεις που πήραν οι συνεταιρισμοί σε σύσκεψη της 15-5-24. Στο υπόμνημα προβάλλονται εννέα θέσεις τους. Οι έξι από αυτές αναφέρονται σε θέματα λειτουργίας του ΥΠΑΑΤ και των οργανισμών διαχείρισης επιδοτήσεων, αποζημιώσεων και οργάνωσης λειτουργιών. Οι τρεις αναφέρονται σε θέματα αποζημιώσεων των πληγέντων παραγωγών τόσο από τον ΕΛΓΑ όσο και από την Αρωγή που καθυστερούν, αλλά και η μη εφαρμογή της σταθερής τιμής τους αγροτικού ηλεκτρικού ρεύματος που έχει εξαγγελθεί. Ένα αναφέρεται σε δυσλειτουργίες του ΟΠΕΚΕΠΕ που δημιουργούν πολλά προβλήματα στους αγρότες, αλλά και του Ελληνικού σχεδίου για την ΚΑΠ που είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο με 33!!! Οικολογικά σχήματα που δύσκολα εφαρμόζονται. Ζητείται η άμεση αναθεώρηση του προγράμματος και ο εξ ορθολογισμός του. Δύο αναφέρονται στη λειτουργία προγραμμάτων όπως των νέων αγροτών που δεν έχουν συνέχεια με τα προγράμματα επενδύσεων και των βοσκοτόπων που για 10 χρόνια σέρνονται χωρίς να βρίσκεται λύση μεταξύ ΥΠΑΑΤ και Περιφερειών. Όλα τα πιο πάνω είναι σημαντικά θέματα των αγροτών που ζητούν άμεσες απαντήσεις και λύσεις για να τους βοηθήσουν να ξεπεράσουν τα προβλήματα που δημιούργησαν οι θεομηνίες του Σεπτεμβρίου του 2023. Ιδιαίτερο αίτημα αναφέρεται στην ενίσχυση της κτηνοτροφίας που έχει υποστεί μεγάλες καταστροφές σε υποδομές και ζωικό κεφάλαιο αλλά και από την καταστροφή ζωοτροφών. Πέραν αυτών οι συνεταιρισμοί θέτουν και δύο κρίσιμα κατά τη γνώμη μου για τη Θεσσαλία μακροχρόνια προβλήματα που σας παραθέτω:
Άρδευση:
Η διαχείριση των υδάτινων πόρων της Θεσσαλίας αποτελεί μείζον ζήτημα της αγροτικής και κατά συνέπεια της εθνικής οικονομίας. Συμφωνούμε σε μεγάλο βαθμό με τις προτάσεις της Ολλανδικής εταιρείας στο σχέδιο αντιμετώπισης του υδάτινου ελλείμματος, κυρίως μας βρίσκει σύμφωνους στην αναγκαιότητα εκτροπής του Αχελώου προς τη θεσσαλική πεδιάδα. Σε διαφορετική περίπτωση όλη η περιοχή κινδυνεύει με ερημοποίηση. Πρέπει επιτέλους να ληφθούν γενναίες αποφάσεις για να προλάβουμε την ερημοποίηση της Θεσσαλίας που σύμφωνα με την μελέτη (master plan) θα επέλθει σε 10 χρόνια.
Στρατηγικό Σχέδιο για το Θεσσαλικό αγρο-διατροφικό τομέα:
Οι πρόσφατες καταστροφές αποκάλυψαν την ηχηρή απουσία ενός στρατηγικού σχεδιασμού για την πιο δυναμική αγροτική οικονομία της χώρας. Οι απαιτήσεις της αειφόρου ανάπτυξης, που ενσωματώνονται στην Πράσινη Συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τοποθετούν την αγροτική παραγωγή στο επίκεντρο του αγροδιατροφικού συστήματος μιας περιοχής ή μιας χώρας. Το αγροδιατροφικό σύστημα περιλαμβάνει εκτός από την πρωτογενή παραγωγή και τις αντίστοιχες αλυσίδες αξίας, το πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο, καθώς και εξωτερικά υποσυστήματα που συνδέονται και αλληλοεπηρεάζονται με τα τοπικά. Μόνο μέσω μιας συστημικής προσέγγισης θα έχει μέλλον η οικονομία, η κοινωνία και το περιβάλλον της Θεσσαλίας.
Προτείνουμε:
* Τη συγκρότηση οργάνου που θα αναλάβει τον στρατηγικό σχεδιασμό του αγροδιατροφικού συστήματος της Θεσσαλίας.
* Μέλη του οργάνου θα αποτελούν εκπρόσωποι όλων των μερών του αγροδιατροφικού συστήματος: Αγρότες, ιδιωτικές επιχειρήσεις της αγροδιατροφικής αλυσίδας, βιομηχανίες, Κυβέρνηση, Περιφέρεια, τοπική αυτοδιοίκηση, Πανεπιστήμια, Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, κοινωνικοί φορείς.
* Ορισμός διεπιστημονικής ομάδας για τη σύνταξη του επιστημονικού μέρους του στρατηγικού σχεδίου, ενώ το συνολικό σχέδιο θα εξαχθεί μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες.
Η επιστολή των αγροτών θέτει σημαντικά προβλήματα για το πρωτογενή τομέα της Θεσσαλίας αλλά θεωρώ και ευρύτερα της χώρας. Ποια είναι η ανταπόκριση του πολιτικού συστήματος της χώρας;
Η Κυβέρνηση μέσω του γ.γ. Αγροτικής Ανάπτυξης του ΥΠΑΑΤ Γιώργου Στρατάκου, σε εκδήλωση στο Imperial στις 24/5 (εφημερίδα Ελευθερία) προσπάθησε να απαντήσει στην επιστολή. Ως συνήθως ασχολήθηκε μόνο με τα θέματα τα σχετικά με τις επιδοτήσεις και αποζημιώσεις. Άλλωστε το ίδιο κάνουν όλοι οι υπουργοί που έρχονται στη Θεσσαλία. Αναφέρθηκε στις αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ, για τα οικολογικά σχήματα και το διαλυμένο ΟΠΕΚΕΠΕ, για τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης που ακόμα ψάχνουν να βρουν λύσεις και τις ενισχύσεις των κτηνοτρόφων. Για το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης του αγροδιατροφικού τομέα αναφέρθηκε μεν στην πρόταση της HVA, αλλά αντί να μας εξηγήσει τι θα κάνουν για να το εφαρμόσουν, αναφέρθηκε πάλι σε επιδοτήσεις και ενισχύσεις. Κουβέντα για τα θέματα υποδομών για προστασία από πλημμύρες και εξασφάλιση αρδευτικού νερού, ούτε κάποια ιδέα για σχέδιο ανάπτυξης της γεωργίας και της κτηνοτροφίας της περιοχής. Είναι προφανές ότι το ΥΠΑΑΤ και γενικότερα το πολιτικό σύστημα της χώρας ασχολείται με τις επιδοτήσεις και τις αποζημιώσεις και καθόλου με έργα που θα επιτύχουν μακροχρόνια βιωσιμότητα του αγροδιατροφικού τομέα της περιοχής αλλά και της χώρας.
Η απόσταση της κεντρικής διοίκησης από τα προβλήματα του πρωτογενούς τομέα είναι το ακόλουθο παράδειγμα. Πριν από λίγες εβδομάδες η ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ της κ. Διαμαντοπούλου οργάνωσε ημερίδα με θέμα της ψηφιοποίηση της γεωργίας. Είναι εντυπωσιακές οι απόψεις των περισσοτέρων ομιλητών (κυρίως του ΥΠΑΑΤ, εκτός από μια παρουσίαση του κ. Μπαρτζάνα αντιπρύτανη του ΓΠΑ) που θεωρούν την ψηφιοποίηση των δηλώσεων καλλιέργειας ή υποβολής προγραμμάτων ως ψηφιοποίηση της γεωργίας μας. Αυτό είναι ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης. Η ψηφιοποίηση της γεωργίας σημαίνει εφαρμογές στο χωράφι και όχι στη διοίκηση. Σημαίνει χρήση αισθητήρων που να δίνουν πληροφορίες για το τι συμβαίνει στο χωράφι, στις καλλιέργειες ή στον στάβλο και αξιοποίηση των δεδομένων που συγκεντρώνουν για εφαρμογή καλλιεργητικών φροντίδων και διαχείρισης των ζώων όπου και όπως πρέπει για εξοικονόμηση πόρων και αύξηση της παραγωγικότητας της γεωργίας, αλλά και μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Το ΥΠΑΑΤ είναι μάλλον μακριά από αυτές τις εφαρμογές. Δυστυχώς έχει εθιστεί στις επιδοτήσεις και αποζημιώσεις που φαίνεται ότι φέρνουν ψήφους. Το ίδιο έχουν εθιστεί και οι αγρότες μας. Αντί να έχουμε σχέδια μακροχρόνιας ανάπτυξης της γεωργίας μας που θα φέρουν πραγματικά εισοδήματα στους αγρότες και πλούτο στη χώρα, εμείς κυνηγούμε επιδοτήσεις και αποζημιώσεις. Ευτυχώς κάποιοι συνεταιρισμοί φαίνεται ότι αρχίζουν να βλέπουν την πραγματικότητα και το μέλλον της Θεσσαλίας. Θα τους ακούσουν;