Κι όσο οι μετεωρολόγοι προβλέπουν συνεχείς βροχοπτώσεις τόσο αυξάνεται η αγωνία των παραγωγών για τη φετινή σοδειά. Αντίστοιχη ανησυχία καταγράφεται και στους παραγωγούς σιτηρών και μηδικής, οι οποίοι δεν μπορούν να μπούνε στα χωράφια για να κόψουν τριφύλλι.
*Την ίδια ώρα, να υπάρξουν άμεσα στοχευμένες πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης που πλήττει για μία ακόμα χρονιά την αγροτική παραγωγή, ζητούν οι Θεσσαλοί αγρότες, οι οποίοι παραμένουν στο ίδιο έργο θεατές. Ειδικότερα, η ανησυχία στις τάξεις των δεντροπαραγωγών είναι ιδιαίτερα έντονη και επειδή όλοι γνωρίζουν ότι από τη ζημιά κέρδος δεν προκύπτει, όσο κι αν αποζημιώνει το κράτος, ζητούνται πολιτικές αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών.
Ο καθηγητής Δενδροκομίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Γιώργος Νάνος, σε πόρισμά του κάνει λόγο για «αφύσικες καιρικές συνθήκες ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, οι οποίες προκάλεσαν σημαντικά προβλήματα στη βλάστηση και ανάπτυξη των δέντρων και στην ανάπτυξη των καρπών με αποτέλεσμα (μακροσκοπικά στις αρχές Μαΐου) τα ατροφικά καρπίδια (που δεν θα δώσουν εμπορικούς καρπούς) ή τις καρποπτώσεις που από νωρίς ήταν εμφανής. Ο Καθηγητής μιλά «για δύο κλιματικούς παράγοντες που επέδρασαν στην άκαιρη βλάστηση και άνθιση των δέντρων που είναι η έλλειψη χαμηλών θερμοκρασιών τον χειμώνα και η έλλειψη βροχοπτώσεων τον Μάρτιο. Τον Απρίλιο είχαμε έναν καιρό με χαμηλές θερμοκρασίες και συχνές βροχοπτώσεις και νεφοκάλυψη, με αποτέλεσμα την αυξημένη σχετική υγρασία». Συνοπτικά, σύμφωνα με τον κ. Νάνο «η ξηρασία του Μαρτίου πιθανότατα να επέδρασε στην καρπόδεση της ροδακινιάς και αχλαδιάς και να δημιούργησε ατροφικούς ύπερους, που με τη σειρά τους έδωσαν αδύναμα καρπίδια. Η έλλειψη χειμερινού ψύχους προκάλεσε παρατεταμένη άνθιση και δημιουργία ατροφικών καρπιδίων που ήταν εμφανής στη ροδακινιά ή ατροφικών αχλαδιών που δεν αναπτύσσονται και πέφτουν από το δέντρο λόγω αδυναμίας ανάπτυξης, ενώ η αυξημένη υγρασία του Απριλίου δημιούργησε την καρπόπτωση λόγω ανταγωνισμού βλάστησης και καρπιδίων».
Την ίδια ώρα, οι Συνεταιρισμοί ακτινιδίου και ο Δήμος Τεμπών κάνουν λόγο για μείωση ανθοφόρων οφθαλμών της ετήσιας βλάστησης από 50 έως 80%, λόγω του ήπιου χειμώνα και μη ικανοποιητικής διακοπής του λήθαργου των δέντρων. Ζητούν δε, αποζημίωση μέσω ΚΟΑ ή de minimis. Από την πλευρά τους και οι αμυγδαλοπαραγωγοί του νομού Λάρισας ζητούν ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, κυρίως λόγω της σημαντικής μείωσης της παραγωγής από την προσβολή της καλλιέργειας από τον μύκητα Fusicoccum amygdale, αλλά και των αστάθμητων κλιματικών παραγόντων και της κατακόρυφης αύξησης του κόστους παραγωγής.