Από τις καταστροφές του «Ιανού» τον περασμένο Σεπτέμβριο, τις υψηλές θερμοκρασίες του Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου και τους όψιμους παγετούς των δύο τελευταίων ετών, αλλά και τις υψηλές θερμοκρασίες του Ιουλίου που δεν είναι σπάνιες, όμως δεν κρατούν συνήθως τόσο, φαίνεται ότι κάτι δεν πάει καλά. Οι επιπτώσεις στον πρωτογενή τομέα φαίνεται να είναι συνταρακτικές και οι απαιτήσεις για αποζημιώσεις των αγροτών τεράστιες. Η Πολιτεία έχει επικεντρωθεί στην εκτίμηση των ζημιών και στην καταβολή αποζημιώσεων. Σωστά κατά τη γνώμη μου, καθώς οι αγρότες έχουν ουσιαστικό πρόβλημα επιβίωσης και πρέπει να αποζημιωθούν. Υπάρχει όμως ένα δεύτερο κατά τη γνώμη μου σημαντικότερο πρόβλημα: Η προσαρμογή μας στην κλιματική αλλαγή που έφτασε και η αντιμετώπιση των προβλημάτων. Πιο απλά η προετοιμασία μας για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα.
Τι περιμένουμε από την κλιματική αλλαγή;
Μείωση των βροχοπτώσεων πιθανώς κατά 20%. Δηλαδή τα 500 χιλιοστά βροχής τον χρόνο θα γίνουν 400 στην Ανατολική Θεσσαλία. Αυτό προφανώς σημαίνει μείωση του διαθέσιμου νερού. Το χειρότερο είναι ότι αυτές οι βροχοπτώσεις δεν θα είναι εκείνες οι ωραίες σιγανές (εκνευριστικές) βροχές των χειμώνων της Λάρισας που οι παλαιότεροι θυμόμαστε. Αλλά έντονες βροχοπτώσεις που δεν θα απορροφούνται εύκολα από το έδαφος και στα επικλινή εδάφη θα απορρέουν προκαλώντας διάβρωση των εδαφών και πλημύρες στα κατώτερα σημεία του αναγλύφου. Ό,τι έγινε στην περίπτωση του «Ιανού» που ήταν ιδιαίτερα θεαματικά, αλλά μπορεί να συμβεί σε πολλά μικρότερης έντασης φαινόμενα που κάνουν σταδιακά ανάλογη ζημιά.
Αντίθετο πρόβλημα μπορεί να έχουμε από την έλλειψη βροχών για περιόδους. Δηλαδή από ξηρασία. Μια περίοδος με ξηρασία λίγων ετών μπορεί να δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στην επιβίωσή μας. Σχεδόν το 70% των Θεσσαλών υδρεύεται από υπόγεια νερά που γνωρίζουμε πολύ καλά ότι, είτε εξαντλούνται είτε ρυπαίνονται από νιτρικά και γίνονται ακατάλληλα για πόση. Μια ξηρασία που θα αύξανε τις αντλήσεις νερού από τους ήδη σε μεγάλο ποσοστό εξαντλημένους υπόγειους υδροφορείς, θα προκαλέσει μεγαλύτερη ταπείνωση της στάθμης και φυσικά μεγαλύτερες ελλείψεις. Η καταστροφή για τις καλλιέργειες θα είναι τεράστια, ενώ η πιθανότητα εισόδου θαλασσινού νερού στους υδροφορείς πολύ μεγάλη. Άρδευση με υφάλμυρα νερά θα κατέστρεφε τα εδάφη και θα τα έκανε ακατάλληλα για παραγωγικές καλλιέργειες. Έτσι πάμε για ερημοποίηση.
Η τρίτη ομάδα προβλημάτων είναι οι υψηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Αυτές προκαλούν είτε πρωιμότερη ανάπτυξη καλλιεργειών και οι όψιμοι παγετοί βρίσκουν τις καλλιέργειες όπως το σιτάρι ή τον αρακά σε πιο ευαίσθητο στάδιο και κάνουν ζημιές. Είτε σε δενδρώδεις καλλιέργειες έξοδο από τον χειμερινό λήθαργο των φυτών νωρίτερα. Οπότε οι όψιμοι παγετοί καταστρέφουν κυρίως τους ανθοφόρους οφθαλμούς (αλλά και οφθαλμούς βλάστησης, όπως φέτος στα αμπέλια) καταστρέφοντας την παραγωγή. Μια δεύτερη επίπτωση των υψηλών θερμοκρασιών του χειμώνα είναι να μη συμπληρωθούν οι βαθμο-ημέρες χαμηλών θερμοκρασιών που πολλά δέντρα χρειάζονται για να βγουν από το λήθαργο την άνοιξη και να έχουν κανονική καρποφορία. Διάφορα είδη δέντρων και διάφορες ποικιλίες έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε μέρες με χαμηλές θερμοκρασίες για να βγουν από τον λήθαργο. Αυτά πρέπει να μελετηθούν, ώστε να δοθούν οδηγίες στους αγρότες.
Τέταρτη ομάδα προβλημάτων θα προέλθει από περισσότερους καύσωνες. Οι ημέρες καύσωνα του καλοκαιριού έχουν διαφορετικές επιπτώσεις στις καλλιέργειες. Κάποιες όπως το βαμβάκι μάλλον δεν θα έχουν πρόβλημα αν υπάρχει το απαραίτητο νερό. Άλλες όπως το καλαμπόκι θα έχουν προβλήματα μείωσης παραγωγής. Όλοι στη Θεσσαλία γνωρίζουμε ότι αν στην κρίσιμη περίοδο (φούντα και γονιμοποίηση) έχουμε λίβα ή καύσωνα, έχουμε μείωση της παραγωγής. Κάτι αντίστοιχο έχουμε και σε καλλιέργειες, όπως η σόγια, που δεν γονιμοποιούνται τα άνθη. Ζημιές θα έχουμε και σε δέντρα και αμπέλια.
Προβλήματα αντιμετωπίζει και η κτηνοτροφία, καθώς οι απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας επηρεάζουν τα ζώα. Τόσο οι απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας όσο και οι παγετοί και καύσωνες δημιουργούν μειώσεις στις αποδόσεις των ζώων, όπως μείωση της γαλακτοπαραγωγής που παραπονιούνται ότι είχαν οι προβατοτρόφοι από τους φετινούς παγετούς.
Τα πιο πάνω είναι μια χονδρική καταγραφή των προβλημάτων που έρχονται ή μήπως ήρθαν; Τι κάνουμε εμείς; Για την ώρα μόνο πυροσβεστικές αποζημιώσεις που κοστίζουν εκατομμύρια ευρώ και δυστυχώς για την ώρα καμία προσπάθεια μακροχρόνιου προγραμματισμού αντιμετώπισης των προβλημάτων. Και φυσικά θα τρέχουμε πάλι για επιδοτήσεις και αποζημιώσεις αφού συμβούν τα γεγονότα. Ενώ θα έπρεπε άμεσα (θα έλεγα χθες) να εκπονήσουμε προγράμματα προσαρμογής και αντιμετώπισης των φαινομένων που ήδη συμβαίνουν ή είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα συμβούν. Ποιοι πρέπει να κάνουν τον προγραμματισμό; Όλοι οι φορείς της διοίκησης. Από τους Δήμους που πρέπει να εξασφαλίσουν το νερό στους δημότες τους, αλλά καθώς στη Θεσσαλία δεν υπάρχει καθαρός αστικός Δήμος και τις ανάγκες των αγροτικών περιοχών των Δήμων τους. Ταυτόχρονα πρέπει να πιέζουν για να γίνουν τα απαραίτητα έργα. Φυσικά η Περιφέρεια που πρέπει να συντονίσει όλες τις προσπάθειας, αλλά και να πιέσει την Κεντρική Κυβέρνηση όπου δεν μπορεί να κάνει τις δράσεις μόνη της. Η Περιφέρεια έχει χρηματοδοτήσεις από το ΕΣΠΑ και άλλα προγράμματα που μπορεί να κατευθύνει σε δράσεις μείωσης των προβλημάτων. Άλλωστε όλες οι Ευρωπαϊκές πολιτικές (ΚΑΠ, Ταμείο Ανάκαμψης κ.λπ.) έχουν κύριο πυλώνα την κλιματική αλλαγή και την αντιμετώπισή της. Επιπλέον η Περιφέρεια έχει τις Διευθύνσεις Αγροτικής Ανάπτυξης που αντί να κάνουν τη γραφειοκρατία των επιδοτήσεων, καλό θα ήταν να βγουν στα χωράφια, να συμβουλεύουν και να κατευθύνουν τους αγρότες. Η Κεντρική Κυβέρνηση έχει τις περισσότερες αρμοδιότητες και πρέπει να πρωτοστατήσει στην ανάπτυξη προγραμμάτων προσαρμογής. Τι πρέπει να περιλαμβάνουν αυτά; Θα συνεχίσω την επόμενη Δευτέρα.
Γράφει ο Φάνης Γέμτος,
γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας