("Πώς θα μπορούσε οι άμεσες ενισχύσεις να σχεδιαστούν και να στοχεύσουν στο μέλλον ώστε να διασφαλιστεί ένα πιο δίκαιο και πιο ουσιαστικό αποτέλεσμα για τους αγρότες της Ένωσης;") τόνισε τα εξής:
"Οι άμεσες ενισχύσεις πρέπει να συνεχίσουν να παίζουν τον ρόλο τους ως δίχτυ ασφαλείας του γεωργικού εισοδήματος, ενός εισοδήματος το οποίο υπολείπεται των άλλων επαγγελματικών τομέων και πολύ συχνά επηρεάζεται από διάφορους εξωγενείς παράγοντες, όπως η αστάθεια των τιμών, οι κρίσεις της αγοράς, τα ακραία καιρικά φαινόμενα ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, το υψηλό κόστος παραγωγής και άλλα.
Συμφωνούμε με την Επιτροπή για πιο δίκαιη και με καλύτερη στόχευση, κατανομή των ενισχύσεων αυτών, με τη διερεύνηση δυνατοτήτων όπως το υποχρεωτικό capping, οι φθίνουσες ενισχύσεις για τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις, οι αναδιανεμητικές ενισχύσεις προς όφελος των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων καθώς και των εκμεταλλεύσεων των ορεινών/μειονεκτικών/νησιωτικών περιοχών. Η αποτελεσματικότητα των άμεσων ενισχύσεων πρέπει να συνδεθεί, μεταξύ άλλων, με την επισιτιστική επάρκεια, την ανάπτυξη, την απασχόληση, την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής καθώς και την ηλικιακή ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού. Η μέτρηση της αποτελεσματικότητας πρέπει να στηρίζεται σε απλούς και κυρίως εύκολα μετρήσιμους δείκτες.
Μας βρίσκει αντίθετους κάθε ιδέα συγχρηματοδότησης των άμεσων ενισχύσεων καθώς θεωρούμε ότι θα σηματοδοτήσει τάσεις επανεθνικοποίησης της ΚΑΠ και παράλληλα θα οδηγήσει σε αύξηση του εσωτερικού ανταγωνισμού στην ΕΕ. Διαφωνούμε επίσης με τις συζητήσεις για την εξωτερική σύγκλιση με αποκλειστικό κριτήριο την ανά εκτάριο ενίσχυση. Οι διαφορές που καταγράφονται μεταξύ των Κρατών-Μελών αντανακλούν τις διαφορετικές οικονομικές και γεωργικές συνθήκες τους".
Αναφορικά με το δεύτερο ερώτημα της Προεδρίας («Πώς θα μπορούσε το καθεστώς των συνδεδεμένων ενισχύσεων να σχεδιαστούν ώστε να συμβάλουν στους στόχους της ΚΑΠ και στην ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία;»), ο κ. Αποστόλου επισήμανε ότι "οι συνδεδεμένες ενισχύσεις αποτελούν ένα ουσιαστικό εργαλείο στη διάθεση των κρατών μελών με το οποίο θα μπορούν να στηρίξουν τομείς στη βάση της εθνικής τους πολιτικής. Είναι αναγκαίο να συνεχιστεί με αποκλειστική ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και μετά το 2020, παρέχοντας τη μεγαλύτερη δυνατή ευελιξία στα Κ-Μ κατά την εφαρμογή του".
Στο 3ο ερώτημα της Προεδρίας («Πώς και σε ποιο επίπεδο πρέπει να ρυθμίζονται τα περιβαλλοντικά μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ο προτεινόμενος προσανατολισμός των αποτελεσμάτων και η συμβολή τους σε κοινούς περιβαλλοντικούς στόχους, διασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά και υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικών φιλοδοξιών;») ο κ. Αποστόλου τόνισε ότι "υποστηρίζουμε τον “πράσινο προσανατολισμό” της ΚΑΠ (πρασίνισμα), ωστόσο η μέχρι σήμερα εμπειρία κατέδειξε ότι απαιτείται περαιτέρω απλούστευση των κανόνων, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητά του και να μειωθεί το άχθος που προκαλεί σε γεωργούς και εθνικές διοικήσεις. Θεωρούμε ότι ορθώς η ΚΑΠ έχει περιβαλλοντική διάσταση, η οποία της δίνει έναν επιπλέον λόγο νομιμοποίησης στην κοινωνία. Ωστόσο δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι η ΚΑΠ δεν αποτελεί περιβαλλοντική αλλά αγροτική πολιτική και ότι η γεωργία έχει ήδη αποδείξει τη θετική συμβολή της στο περιβάλλον και στην κλιματική αλλαγή. Πρέπει να θυμόμαστε ότι οι ίδιοι οι γεωργοί πληρώνουν το τίμημα αυτής της αλλαγής και πρέπει να εξετάσουμε όχι μόνο πώς θα το μετριάσουμε αλλά και πώς θα τους εφοδιάσουμε με τα κατάλληλα εργαλεία για να συμβάλουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπισή του".
Τέλος, στο τελευταίο ερώτημα της Προεδρίας («Πώς θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί και να απλουστευθεί περαιτέρω η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης ώστε να συμβάλει σε πιο βιώσιμες αγροτικές οικονομίες και θέσεις εργασίας και ανάπτυξη στις αγροτικές περιοχές;») ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων επισήμανε ότι "πρέπει να συνεχίσει να διαδραματίζει τον σημαντικό ρόλο της στην ενίσχυση της απασχόλησης και του κοινωνικο-οικονομικού ιστού της υπαίθρου. Η αγροτική ανάπτυξη είναι μια πολιτική με πολλαπλές παρεμβάσεις και έχει αποδείξει τη συμβολή της στη ζωτικότητα και βιωσιμότητα των αγροτικών περιοχών. Ωστόσο έχουν αναδειχθεί αδυναμίες που αφορούν στις εξαιρετικά χρονοβόρες διαδικασίες διαπραγμάτευσης και έγκρισης των προγραμμάτων, η πολυπλοκότητα και υπερβολική λεπτομέρειά τους, ενώ απουσιάζει η επαρκής ευελιξία, προκειμένου να διευκολύνονται αναθεωρήσεις αποφάσεων για αποτελεσματικότερη εφαρμογή. Αυτές οι αδυναμίες πρέπει να αντιμετωπιστούν στον νέο σχεδιασμό.
Οι νέες αλυσίδες προστιθέμενης αξίας, η ηλικιακή ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού, η διασφάλιση ποιοτικών υποδομών και υπηρεσιών στην ύπαιθρο, συνέργειες με άλλες πολιτικές θα βελτιώσουν την ευεργετική επίδραση της πολιτικής της αγροτικής ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές και θα ενισχυθεί περαιτέρω τόσο η απασχόληση όσο και η ανάπτυξη των περιοχών αυτών".