* Η πρώτη ελέγχει μικρές ομάδες ακροφυσίων που μπορεί να ανοίγει, να διακόπτει ή να μεταβάλλει την παροχή τους.
* Η δεύτερη να αλλάζει τη δόση της δραστικής ουσίας κατά την κίνηση του ψεκαστικού.
Θα κάνουμε μια περιγραφή των δύο προσεγγίσεων και των ωφελειών που μπορούμε να έχουμε.
Ένα ψεκαστικό έχει ένα αριθμό ακροφυσίων κατά μήκος ενός ιστού. Συνήθως έχουμε ένα ακροφύσιο κάθε μισό μέτρο. Δηλαδή ένα ψεκαστικό με πλάτος εργασίας 12 μέτρα έχει 24 ακροφύσια. Τα συμβατικά ψεκαστικά έχουν δύο παροχές που ξεκινούν από το χειριστήριο και τροφοδοτούν τα μισά ακροφύσια. Από το χειριστήριο του ψεκαστικού μπορούμε να ανοίγουμε ή να κλίνουμε τη ροή του ψεκαστικού αγρού και να αλλάζουμε το πλάτος εργασίας από 12 σε 6 μέτρα. Αυτό το χρησιμοποιούμε όταν στο τέλος του ψεκασμού σε ένα χωράφι μας μένει μια λωρίδα μικρότερη από 12 μέτρα. Το χρησιμοποιούμε όμως και για να μειώσουμε τις απώλειες όταν ψεκάζουμε χωράφια που δεν έχουν ορθογωνισμένο σχήμα. Όταν για παράδειγμα έχουμε ένα τριγωνικό ή κυκλικό ή γενικά μη ορθογωνισμένο χωράφι τότε έχουμε μια δυσκολία να κλείσουμε τον ψεκασμό. Στις άκρες έχουμε δύο επιλογές όπως δείχνει η Εικόνα 1. Είτε να ψεκάσουμε το διπλανό χωράφι με σπατάλη του φυτοφαρμάκου και πιθανή ζημία στο γείτονα είτε να σταματήσουμε το ψεκασμό μόλις η άκρη του ιστού βγει από το χωράφι οπότε αφήνουμε τμήμα του χωραφιού μας αψέκαστο. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μια ζημία. Το μέγεθος της ζημίας εξαρτάται από το πλάτος του ψεκαστικού. Όσο μικρότερο είναι τόσο τα τριγωνάκια που σχηματίζονται στην Εικόνα 1 είναι μικρότερα και η ζημία μικρότερη. Επομένως αν μπορούμε να ελέγξουμε μικρότερο αριθμό ακροφυσίων δηλαδή μικρότερο πλάτος τότε ελαχιστοποιούμε το πρόβλημα. Αντίστοιχο πρόβλημα έχουμε και με χωράφια διαφόρων σχημάτων όπως το κυκλικό της Εικόνας 1. Εάν μπορούσαμε να ελέγξουμε χωριστά μικρό αριθμό ακροφυσίων (πχ 3 στην Εικόνα 2) τότε θα είχαμε μεγαλύτερη ευελιξία και θα λύναμε το πρόβλημα με τις ελάχιστες απώλειες. Δεδομένου ότι αυτό το άνοιγμα και κλείσιμο των ακροφυσίων μπορεί να γίνεται αυτόματα με τη χρήση GPS και ενός περιγράμματος του χωραφιού τότε η ωφέλεια για το παραγωγό είναι μεγάλη καθώς το διευκολύνει στην εργασία στο χωράφι.
Ένα παρόμοιο πρόβλημα έχουμε στις δενδρώδεις καλλιέργειες. Σε αυτές τα δένδρα δεν έχουν όλα το ίδιο ύψος και εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να ψεκάζουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτουμε τα υψηλότερα. Το ίδιο ισχύει για τα κενά που δημιουργούνται όταν κάποια δένδρα χάνονται. Εμείς με τα συμβατικά ψεκαστικά ψεκάζουμε σταθερά και προφανώς ένα τμήμα του ψεκαστικού υγρού καταλήγει εκτός στόχου με ζημία στην τσέπη μας και στο περιβάλλον. Η ιδέα για να περιορίσουμε το πρόβλημα φαίνεται στην Εικόνα 2. Το ψεκαστικό έχει τα ακροφύσια διαταγμένα κατακόρυφα και κάθε ομάδα ψεκάζει ένα τμήμα της κόμης καθ’ ύψος. Εάν την κάθε ομάδα ακροφυσίων τη συνδέσουμε με ένα αισθητήρα που ανιχνεύει το μέγεθος της κόμης των δένδρων τότε μπορούμε να σταματούμε αυτόματα τον ψεκασμό των ακροφυσίων που κατευθύνονται σε σημεία όπου δεν υπάρχει μέρος του δένδρου ή λείπει όλο το δένδρο. Η ανίχνευση της κόμης μπορεί να γίνει είτε με αισθητήρες Laser είτε με ανιχνευτές με υπερήχους παρόμοιους με αυτούς των αυτοκινήτων που μας ειδοποιούν πότε πλησιάζουμε σε άλλο όχημα ή εμπόδιο. Το όλο σύστημα δουλεύει αυτόματα και διευκολύνει τον χειριστή καθώς σταματά τον ψεκασμό όταν τελειώνουν οι σειρές των δένδρων χωρίς καμία ενέργειά του.
Στα συστήματα που περιγράψαμε εδώ μπορούμε να διακόπτουμε τη λειτουργία μέρους των ακροφυσίων για να αποφύγουμε ψεκασμό εκτός στόχου. Έχουμε όμως και άλλες τεχνικές που θα δούμε στα επόμενα.
Γράφει ο Φάνης Γέμτος*
* Ο Φάνης Γέμτος είναι γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας