Καταιγισμό ερωτήσεων θέτει ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, με ερώτηση που απευθύνει προς τους αρμόδιους υπουργούς εργασίας, κοινωνικής ασφάλισης & κοινωνικής αλληλεγγύης κ. Γιώργο Κατρούγκαλο και αγροτικής ανάπτυξης και τροφίμων κ. Βαγγέλη Αποστόλου, σχετικά με το μείζον ζήτημα που έχει προκύψει με τους συνταξιούχους αγρότες που συνεχίζουν την αγροτική τους δραστηριότητα.
Όπως αναφέρει ο Θεσσαλός πολιτικός «ενόψει της νέας καλλιεργητικής περιόδου που αρχίζει τις επόμενες μέρες με την σπορά των δημητριακών και παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, σύγχυση και ανησυχία επικρατεί μεταξύ των συνταξιούχων αγροτών για το αν, τελικώς, θα περικοπούν οι συντάξεις τους σε περίπτωση που καλλιεργήσουν τα χωράφια τους. Ως γνωστόν, με το νέο ασφαλιστικό νόμο, τα Ταμεία εντάσσονται στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ). Ωστόσο, με το νέο νόμο είναι ασαφές αν το προηγούμενο νομικό πλαίσιο (νόμοι 2676/1999 και 3863/2010), που εξαιρούσε από την περικοπή των συντάξεων τους συνταξιούχους αγρότες του ΟΓΑ που συνέχιζαν την αγροτική τους δραστηριότητα, εξακολουθεί να ισχύει».
Όπως επισημαίνει ο κ. Χαρακόπουλος «οι συνταξιούχοι αγρότες, όπως και οι ενεργοί αγρότες, αποδεικνύουν την αγροτική απασχόλησή τους με την δήλωση καλλιέργειας (ΟΣΔΕ), που καταθέτουν μέχρι τις 15 Μαΐου κάθε χρόνο, καθώς και με τη φορολογική τους δήλωση. Παράλληλα, η δήλωση καλλιέργειας είναι απαραίτητη προϋπόθεση και για την καταβολή των κοινοτικών ενισχύσεων. Μετά και την έκδοση των οριστικών δικαιωμάτων Βασικής Ενίσχυσης, όπου δικαιώματα έχουν ενεργοί και συνταξιούχοι αγρότες, τα αναφερόμενα στο νόμο 4387/2016, έχουν δημιουργήσει μεγάλη σύγχυση».
Το στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης τονίσει ότι «σε λίγο καιρό στη Θεσσαλία θα αρχίσει η σπορά των σιτηρών. Οι αγρότες που βγήκαν στη σύνταξη το 2016, καθώς και αυτοί που έπονται για το 2017, αναρωτιούνται αν πρέπει ή αν αξίζει να καλλιεργήσουν, δεδομένου ότι αυτό συνεπάγεται έξοδα και τα ανάλογα παραστατικά. Ανησυχούν επίσης, όπως και οι ήδη συνταξιούχοι των παλαιοτέρων ετών, για το αν πρέπει να μεταβιβάσουν τα δικαιώματα βασικής ενίσχυσης ή όχι, καθώς ανατρέπεται κάθε είδους προγραμματισμός που έχει γίνει στις αγροτικές οικογένειες».
Καταλήγοντας στην ερώτησή του ο κ. Χαρακόπουλος υπογραμμίζει ότι «είναι ιδιαίτερος είναι ο προβληματισμός και όσων δεν έχουν διάδοχο στην αγροτική τους εκμετάλλευση και οι συντάξιμες αποδοχές τους θα κινούνται οριακά στα 350 με 400 ευρώ μηνιαίως. Εύλογα, λοιπόν, προβληματίζονται για το πώς θα μπορέσουν να επιβιώσουν, εάν υπάρξει περικοπή της σύνταξής τους στην περίπτωση που συνεχίσουν να καλλιεργούν».