αυξάνουν με τα υψηλότερα ποσοστά το κόστος παραγωγής στις χειμερινές καλλιέργειες ενώ στις εαρινές το κόστος της άρδευσης έρχεται πρώτο και τα άλλα ακολουθούν. Επομένως είναι σημαντικό να επιτύχουμε το χαμηλότερο δυνατό κόστος λίπανσης. Προφανώς έχουμε δύο τμήματα του κόστους: το κόστος του υλικού και το κόστος της εφαρμογής.
Το κόστος των λιπασμάτων ακολουθεί το κόστος των ορυκτών καυσίμων (πετρελαίου) και είχαμε υψηλές τιμές τα προηγούμενα χρόνια και μια μείωση στη συνέχεια. Αυτό όμως πρέπει να το διαχειριστούμε για να πετύχουμε το άριστο αποτέλεσμα κάθε φορά. Για αυτό πρέπει να αποφασίσουμε τι στρατηγική θα χρησιμοποιήσουμε για να πετύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα. Για να χαράξουμε τη στρατηγική πρέπει να βάλουμε ορισμένες αρχές:
1. Χωρίς λιπάσματα οι αποδόσεις είναι χαμηλές και δεν μπορούν να ξεπεράσουν ορισμένα όρια. Μια καλλιέργεια αφαιρεί από το έδαφος μια σειρά από θρεπτικά στοιχεία με τη παραγωγή της. Προφανώς διαμορφώνεται η παραγωγή της ανάλογα με τα στοιχεία που βρίσκει. Τα θρεπτικά στοιχεία χωρίζονται σε κύρια στοιχεία που είναι το άζωτο, ο φωσφόρος και το κάλιο και χρειάζονται σε μεγάλες ποσότητες, τα δε υπόλοιπα χρειάζονται σε μικρότερες ή σε πολύ μικρές. Υπό συνθήκες σύγχρονης γεωργίας, στο έδαφος τα αποθέματα των κυρίων στοιχείων συνήθως αρκούν για μικρές αποδόσεις και μόνο η προσθήκη τους εξασφαλίζει τις σημερινές υψηλές αποδόσεις των χωραφιών μας. Όταν στοχεύουμε σε πολύ υψηλές αποδόσεις τότε πρέπει να εξασφαλίσουμε επάρκεια όλων των στοιχείων ακόμα και των ιχνοστοιχείων γιατί αν δεν βρίσκονται στις άριστες (optimum) για απαιτήσεις των φυτών ποσότητες, μειώνεται η παραγωγή.
2. Η ποσότητα των λιπασμάτων που θα εφαρμόσουμε εξαρτάται από την επιδιωκόμενη παραγωγή. Για παράδειγμα αν καλλιεργούμε βαμβάκι και το σύσπορο προϊόν έχει περιεκτικότητα σε άζωτο 3,5% τότε με κάθε παραγωγή 100 κιλών το στρέμμα αφαιρούμε από το έδαφος 3,5 κιλά αζώτου. Σύμφωνα με τον Καθ. Αναλογίδη το βαμβάκι απορροφά τα ακόλουθα στοιχεία (πίνακας) ανά στρέμμα για παραγωγή 250 κιλών συσπόρου. Σημειώνει ότι από αυτά τα μισά βρίσκονται στα στελέχη που μένουν στο χωράφι και τα μισά στο σύσπορο που αφαιρείται. Από το σύνολο των λιπασμάτων που προσθέτουμε το 50% καταλήγει στα φυτά ενώ το υπόλοιπο είτε δεν είναι διαθέσιμο (κυρίως το άζωτο) γιατί χάνεται είτε με έκπλυση στα κατώτερα στρώματα του εδάφους και καταλήγει στους υπόγειους υδροφορείς (νιτρορύπανση), είτε εκπλύνεται με επιφανειακή απορροή και ρυπαίνει τα επιφανειακά νερά είτε χάνεται σε αέρια μορφή είτε χάνεται σε αέρια μορφή (αμμωνία, αέριο άζωτο).
(Για παραγωγή 250 κιλών/στρσύσπορου βαμβακιού) Μακροθρεπτικά στοιχεία , κιλά/στρ | |||||
Άζωτο (Ν) |
Φώσφορος (Ρ2Ο5) |
Κάλι (Κ2Ο) |
Μαγνήσιο (MgO) |
Aσβέστιο (CaO) |
Θείο (S) |
15,6 | 3,6 | 15,1 | 4,0 | 16,8 | 6,4 |
Είναι προφανές ότι τα στοιχεία αυτά πρέπει να τα διαθέτει το έδαφος για να πετύχουμε τις αποδόσεις που θέλουμε. Και για μεν το φώσφορο και το κάλιο ό,τι προσθέτουμε συνήθως δεν χάνεται εκτός αν έχουμε επιφανειακή απορροή και διάβρωση του εδάφους. Το άζωτο όμως δεν παραμένει στο επιφανειακό έδαφος και προσπαθούμε να το προσθέσουμε όταν χρειάζεται από τα φυτά. Για αυτό και κάνουμε βασική και επιφανειακή εφαρμογή.
3. Η στρατηγική για τη ποσότητα μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Μια είναι να ορίσουμε μια παραγωγή ανά στρέμμα, να δούμε τι θρεπτικά στοιχεία χρειάζεται για να επιτευχθεί, να συνυπολογίσουμε τις απώλειες και να προσθέσουμε τα στοιχεία που χρειάζονται. Αυτό μπορεί να συνδυαστεί με ανάλυση του εδάφους οπότε έχουμε τα στοιχεία που υπάρχουν στο έδαφος είτε από προηγούμενες λιπάνσεις είτε από το μητρικό υλικό που δημιούργησε το έδαφος και να προσθέσουμε ό,τι χρειάζεται. Μια τρίτη στρατηγική είναι να αναπληρώνουμε στο έδαφος ό,τι αφαιρούμε. Έτσι αν έχουμε παραγωγή 400 κιλών συσπόρου από το χωράφι πρέπει να εφαρμόσουμε την επόμενη χρονιά 15 κιλά αζώτου, 5,8 κιλά φωσφόρου και 24,3 κιλά καλίου. Προφανώς αν το έδαφός μας έχει αρκετό φώσφορο ή κάλιο θα μειώσουμε αντίστοιχα τις ποιότητες που εφαρμόζουμε .
Με βάση τα πιο πάνω καθορίζουμε την ποσότητα των λιπασμάτων που πρέπει να εφαρμόσουμε για να εξασφαλίσουμε την παραγωγή των 400 κιλών το στρέμμα χωρίς να μειώσουμε τη γονιμότητα του εδάφους.
Είναι γενικά αποδεκτό ότι ο φωσφόρος και το κάλιο να εφαρμόζονται ως βασική λίπανση (δηλαδή πριν τη σπορά) ενώ το άζωτο να εφαρμόζεται μόνο κατά ένα μέρος ή καθόλου με τη βασική λίπανση και να προστίθεται σταδιακά κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου. Για παράδειγμα στις χειμερινές καλλιέργειες (σιτάρι) αποφεύγουμε να προσθέσουμε πολύ άζωτο πριν τη σπορά (συνήθως δεν εφαρμόζουμε καθόλου ιδιαίτερα μετά από ποτιστική καλλιέργεια καθώς το υπολειμματικό άζωτο επαρκεί) γιατί είναι πιθανό να το χάσουμε από έκπλυση με τις χειμερινές βροχές. Για αυτό κατά τον Ιανουάριο αν το αδέλφωμα δεν προχωρά κανονικά προσθέτουμε μικρή ποσότητα αζώτου. Διαφορετικά λιπαίνουμε επιφανειακά όταν έχουμε την ανάπτυξη των φυτών συνήθως στα μέσα Φεβρουαρίου και μέσα Μαρτίου. Στις εαρινές καλλιέργειες συνήθως εφαρμόζουμε μικρή ποσότητα με τη βασική λίπανση και τα υπόλοιπο με επιφανειακές. Ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιούμε στάγδην άρδευση εφαρμόζουμε την αζωτούχο λίπανση με το αρδευτικό νερό.
Σημείωση. Καθώς δεν είμαι ειδικός στη λίπανση ζήτησα τη βοήθεια του καθηγητή του ΤΕΙ κ. Χουλιαρά και τον ευχαριστώ για τη βοήθεια.
* Ο Φάνης Γέμτος είναι γεωπόνος, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας