«Σήμερα γράφουμε μια νέα σελίδα στο βιβλίο των μεγάλων κοινωνικών κατακτήσεων της χώρας μας», δήλωσε η υπουργός Εργασίας, Γιολάντα Ντίαθ, η οποία είχε επιφορτισθεί με τη μεταρρύθμιση αυτή, μετά την υπογραφή της συμφωνίας με τα δύο μεγαλύτερα συνδικάτα μισθωτών, των CCOO και της UGT.
«Ηρθε η ώρα να μοιραστούμε τα οφέλη της παραγωγικότητας με τους εργαζόμενους», προσέθεσε σε συνέντευξη Τύπου η κ. Ντίαθ, εξέχον στέλεχος του αριστερού κόμματος Sumar, συμμάχου των σοσιαλιστών στην ισπανική κυβέρνηση.
Στο κοινό πρόγραμμά τους, που επισφραγίστηκε τον Οκτώβριο του 2023, το Sumar και το Σοσιαλιστικό Κόμμα είχαν δεσμευθεί να μειώσουν από 40 σε 37,5 τις ώρες νόμιμης εβδομαδιαίας εργασίας, με ένα πρώτο στάδιο τις 38,5 ώρες, χωρίς απώλεια μισθού.
Η μείωση αυτή, η πρώτη από το 1983, αναμένεται να επηρεάσει σχεδόν 12 εκατομμύρια μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα ενώ οι δημόσιοι υπάλληλοι επωφελούνται ήδη των 37,5 εβδομαδιαίων ωρών εργασίας. Ο σκοπός είναι, σύμφωνα με την κ. Ντίαθ, οι εργαζόμενοι να μπορούν να «ζουν καλύτερα, να κουράζονται λιγότερο».
Η συμφωνία που υπογράφτηκε χθες με τα συνδικάτα CCOO και UGT δεν έχει λάβει, ωστόσο, τη συγκατάθεση των εργοδοτών, που είχαν αποφασίσει στα μέσα Νοεμβρίου να εγκαταλείψουν τις διαπραγματεύσεις έπειτα από 11 μήνες άκαρπων συναντήσεων, εκτιμώντας πως οι απαιτήσεις τους δεν λαμβάνονταν υπόψη από την κυβέρνηση.
Οι εργοδοτικές οργανώσεις ανησυχούν για την επίπτωση της μεταρρύθμισης στην ισπανική ανταγωνιστικότητα. Εκτιμούν πως δεν επηρεάζονται με τον ίδιο τρόπο όλοι οι τομείς δραστηριότητας και πως μια γενική μείωση του χρόνου εργασίας μπορεί να αποδυναμώσει ορισμένες επιχειρήσεις.
Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από τους βουλευτές ώστε να τεθεί σε ισχύ. Ομως προσκρούει σε επιφυλάξεις πολλών συμμάχων της κυβέρνησης στο Κοινοβούλιο, μεταξύ των οποίων το εθνικιστικό βασκικό κόμμα PNV και οι Καταλανοί αυτονομιστές του Junts per Catalunya (JxCat).