Του Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, Θεολόγου.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια απροκάλυπτη επίθεση κατά της εθνικής μας ιστορίας και της πολιτιστικής μας παράδοσης και κληρονομιάς. Προσβάλλεται, διαστρέφεται και ευτελίζεται ό,τι εθνικό και ορθόδοξο. Είναι γνωστή η αμφισβήτηση της ύπαρξης «Κρυφού σχολειού», της συμβολής της Εκκλησίας στον αγώνα της Εθνεγερσίας του 1821, τα περί «συνωστισμού» στη Μικρασιατική Καταστροφή και άλλα πολλά. Υποστηρίζονται δε όλα αυτά δυστυχώς από Έλληνες. Και μάλιστα στο όνομα αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας.
Απορεί κανείς με αυτή τη συμπεριφορά μας. Με την αφασιακή πορεία μας. Δείχνουμε σαν να ήρθαμε από το πουθενά και να πορευόμαστε στο τίποτε. Λες και θέλουμε να διαγραφούμε από τον ιστορικό χάρτη. Γιατί αλλιώς δεν εξηγείται το ότι δεν θέλουμε να διατηρήσουμε την εθνική μας μνήμη. Λησμονούμε την αλήθεια πως οι λαοί δεν αναφέρονται στην ιστορία τους για να διηγηθούν απλώς το παρελθόν τους, αλλά για να δηλώσουν αυτό που θέλουν να είναι.
Ευνουχήσαμε πνευματικά τη νέα γενιά, ώστε να δηλώνει: «Δεν καμαρώνω για την εθνική μου ταυτότητα». Και αυτό συμβαίνει στην εποχή που οι γείτονές μας Τούρκοι και Σκοπιανοί καπηλεύονται αδίστακτα την εθνική μας παράδοση και ιστορία. Οι πρώτοι του θρυλικού Βυζαντίου. Και οι δεύτεροι του Μεγα-Αλέξανδρου και της Μακεδονίας. Πόσο δίκαιο είχε ο δημοσιογράφος του ραδιοφωνικού σταθμού της Εκκλησίας που εξέπεμψε το οξύμωρο σήμα : «Ζητούνται Έλληνες φιλέλληνες»!
Δεν ευθύνονται βέβαια οι νέοι γι’ αυτές τις τοποθετήσεις τους. Εμείς οι μεγάλοι φέρουμε ακέραια την ευθύνη για την αγωγή που τους δώσαμε. Για το τραπέζι που τους στρώσαμε. Και τώρα δρέπουμε τους πικρούς καρπούς αυτής της αγωγής. Τι ευθύνη έχουν οι νέοι, όταν κάθε τόσο εκτοξεύονται απαξιωτικές, μειωτικές και αρνητικές τοποθετήσεις σε θέματα θρησκείας, ιστορίας και πολιτισμού; Είναι γνωστές οι οξύτατες δηλώσεις με τις οποίες ο υπουργός Παιδείας κ. Νικ. Φίλης κατεφέρθη εναντίον της μεταφοράς του ιερού λειψάνου της Αγίας Βαρβάρας σε νοσοκομεία, για να τα προσκυνήσουν οι ασθενείς. Είναι γνωστή η άρνησή του καθώς και η δήλωσή του ότι δεν υπήρξε γενοκτονία των Ποντίων.
Είναι γνωστές και οι τοποθετήσεις της αναπληρώτριας υπουργού Παιδείας κ. Αναγνωστοπούλου για το μάθημα των θρησκευτικών. Το μάθημα ζωής και αγωγή ψυχής. Το μάθημα που προσφέρει στους νέους τον άφθαρτο πνευματικό πλούτο του χριστιανικού Ευαγγελίου και της λαμπροφόρας Ορθοδοξίας. Το κατεξοχήν παιδευτικό και φρονηματιστικό μάθημα, το οποίο είναι τόσο απαραίτητο στους κρίσιμους καιρούς που ζούμε. Καιρούς βαθιάς πνευματικής κρίσης, ανεστιότητας και ανασφάλειας, που η ευάλωτη νεότητα παρασύρεται στην παραβατικότητα, τη βία, το έγκλημα, τα ναρκωτικά, το σατανισμό και την παραθρησκεία κ.ά.
Αυτό το μάθημα, που διδάσκει το Ευαγγέλιο, την παιδευτική αξία του οποίου αναγνώρισαν και αυτοί ακόμη οι «πατριάρχες» της απιστίας και αθείας και το χρησιμοποίησαν για την αγωγή των παιδιών τους, θέλουν οι σύγχρονοι μεταρρυθμιστές να το μετατρέψουνε σε θρησκειολογικό. Δεν τους θέλγει η θεανθρώπινη προσωπικότητα του Μεγάλου Παιδαγωγού των αιώνων Ιησού Χριστού και η διδασκαλία του, όπως αυτή βιώθηκε στον ορθόδοξο χώρο, και ζητούν να το μετατρέψουν σε θρησκειολογικό, παρά το Σύνταγμα και τους νόμους, αλλά και τις αρχές της παιδαγωγικής. Στοχεύουν να επαναφέρουν ένα απαράδεκτο πρόγραμμα σπουδών, που εκπόνησε η ομάδα Θεολόγων του «Καιρού», το οποίο αποδοκιμάστηκε από το Θεολογικό κόσμο. Και κατά την πιλοτική του εφαρμογή απέτυχε πλήρως, «αφού δεν στάθηκε δυνατόν να διδαχθεί ούτε από έναν εκπαιδευτικό». Αυτό το θρησκειολογικό μάθημα μειώνει την ορθόδοξη αγωγή για να δώσει χώρο στις άλλες θρησκείες και προκαλεί σύγχυση στους μαθητές, που τους αναγκάζει να μαθαίνουν από την Τρίτη Δημοτικού πέντε και έξι θρησκείες συγχρόνως. Έτσι οι μαθητές πελαγοδρομούν στον κυκεώνα των διαφόρων θρησκειών και των παραδόσεών τους.
Όλα αυτά τα πρωτάκουστα, αντισυνταγματικά, παράνομα και αντιπαιδαγωγικά, όπως και πολλά άλλα και μάλιστα η αθρόα και ανεξέλεγκτη είσοδος λαθρομεταναστών στη χώρα μας και η ίδρυση τμήματος ισλαμικών σπουδών στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, δείχνουν ότι επιβεβαιώνεται ο λόγος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών πως: «Οι φίλοι μας οι εδώ και οι Ευρωπαίοι, εκμεταλλευόμενοι τη δεινή οικονομική μας κατάσταση… θα επιδιώξουν με κάθε τρόπο την αλλοίωση της ελληνικής κοινωνίας, αρχίζοντας από τη σχολική εκπαίδευση».
Χρέος μας είναι να αισθανθούμε τον κίνδυνο που διατρέχουμε να χάσουμε την ιδιοπροσωπία μας, την ταυτότητα και τον πολιτισμό μας. Ότι κινδυνεύουμε να γίνουμε ως λαός το πειραματόζωο της νεοταξικής παγκοσμιοποίησης και της «Πανθρησκείας». Και ανάλογα να τοποθετηθούμε. Αρκετά βάλαμε μέχρι τώρα ως απόλυτους στόχους της ζωής μας τα οικονομικά μεγέθη, τους αριθμούς και το κέρδος. Καιρός να ενδιαφερθούμε για τις πνευματικές αρχές και αξίες. Για ό,τι αποτελεί τον αναφαίρετο πλούτο μας.